Οι φωστήρες, η άγνοια και το καλλυντικό

Η σχεδιασμένη αύξηση του τέλους 1% στα καλλυντικά δυναμιτίζει ορθές προηγούμενες αποφάσεις για την καλλιέργεια αρωματικών φυτών

Άρθρο της Άννας Στεργίου(*)

Χρόνια δημοσιογράφος, έχουν δει πολλά τα μάτια μου που ανήκουν στη σφαίρα του ανεξήγητου. Η εξήγηση δεν άπτεται πάντα στα χέρια ολίγων συμφερόντων. Ενίοτε «πατάει» στη φαεινή ιδέα κάποιου που υιοθετείται λόγω της εισπραξιμότητάς της. Τέτοιο παράδειγμα είναι το άρθρο 88 του ν/σ του υπουργείου Υγείας για αύξηση του τέλους 1% στα καλλυντικά, που μεταξύ άλλων δυναμιτίζει ορθές προηγούμενες αποφάσεις για την καλλιέργεια αρωματικών φυτών.

Υπάρχει η κατηγορία των καλλυντικών, η κατηγορία των λεγόμενων δερμοκαλλυντικών και των φαρμάκων. Η χώρα μας έχει ανεβάσει πολύ τον πήχη τα τελευταία 40 χρόνια στα φυτικά δερμοκαλλυντικά που συντελούν στην καλή υγεία και ανήκουν στα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα. Τα καλλυντικά σκευάσματα των τελευταίων δεκαετιών, π.χ. αντιγηραντικές κρέμες, έχουν «λιγότερη χημεία» και πολύ περισσότερα υλικά από το φαρμακείο της φύσης από φυτά ή εκτρεφόμενα ζώα (π.χ. γάλα γαϊδούρας).

 

Με εξαίρεση, π.χ., την εκτροφή ελληνικών σαλιγκαριών, που βοηθούν στην επούλωση τραυμάτων και την αντιγήρανση, όπου η βιομηχανική επεξεργασία γίνεται κυρίως στη Γαλλία, η Ελλάδα έχει καταφέρει να δημιουργήσει μία μικρή μεν αλλά ελπιδοφόρα αγορά καλλυντικού με λιγότερη χημεία, υψηλή προστιθέμενη αξία και χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.

Η βιομηχανία Κορρές που προήλθε από το φαρμακείο πήγε καλά, όπως και η εταιρεία του φαρμακοποιού Νίκου Κουτσιανά, ώστε ήρθαν ξένοι να μας τις πάρουν. Ελληνικό καλλυντικό κυκλοφορεί ως τις αγορές της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας. Κοντά στις εταιρείες αυτές προστέθηκαν κι άλλες εξαιρετικές, μικρής κλίμακας, όπως η Fito, η Αιολίς, η θεσσαλονικιώτικη Sostar με γάλα γαϊδούρας κ.ά. Στη σφαίρα του καλλυντικού δημιουργήθηκαν και πολύ μικρές ελληνικές εταιρείες, για αμιγώς καλλυντική φροντίδα, π.χ. παραγωγή σκιών, ρουζ κ.ά.

 

Ξόδεμα χρημάτων για εισαγωγές

Η Ελλάδα ξόδευε πολλά δισ. ευρώ για να φέρει καλλυντικά από το εξωτερικό κι εξακολουθεί αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό. Τα εκπληκτικά αρωματικά φυτά, τα οποία αξιοποίησαν ελληνικές εταιρείες, σε συνδυασμό με τη σημαντική τεχνογνωσία πάνω στην εκτροφή μελισσών (π.χ. πρόπολη), εκτός από πρώτη ύλη, δίνουν και θέσεις εργασίας σε νέους Έλληνες επιστήμονες, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αν κι οι μισθοί περιορίστηκαν μέσα στην κρίση, λόγω υποκατανάλωσης. Όμως, η Ελλάδα έχει πάει μπροστά, διότι συγκεντρώνει 7 παράγοντες μαζί:

1] Παραγωγή πρώτης ύλης (αρωματικά φυτά, δασικά είδη, μελίσσια, εκτροφή γαϊδουριών, σαλιγκαριών από Έλληνες παραγωγούς).

2] Βιομηχανία, μικρής μεν κλίμακας αλλά ανοδική.

3] Έρευνα, μέσω αγροτικού ινστιτούτου της Θεσσαλονίκης/εταιρειών.

4] Εκπαίδευση (Γεωπονικές σχολές) και διέξοδο για απόφοιτους λυκείου ή για άνεργους (Ινστιτούτο Γεωπονικής Εκπαίδευσης, σεμινάρια Αμερικάνικης Γεωργικής Σχολής κ.ά.) .

5] Κανάλι διανομής (πρωτογενές φαρμακείο/δευτερογενές ξενοδοχείο).

6] Πιστοποίηση.

7] Μάρκετινγκ και καλό όνομα στις ξένες αγορές.

Με χαρά διαπίστωσα, σε παλαιότερο ταξίδι στις Βρυξέλλες, ότι είχαν σε περίοπτη θέση το ελληνικό καλλυντικό. Η καλή θέση στο ράφι, όπως όλοι γνωρίζουν, κοστίζει, αλλά απαιτείται και ποιότητα προϊόντος για να εξασφαλιστεί.

 

Δυναμικός κλάδος με υψηλή προστιθέμενη αξία

Τα δερμοκαλλυντικά –κρέμες, σαμπουάν, αφρόλουτρα, κραγιόν– αγοράζονται επειδή διαπιστωμένα πρόκειται για εξαιρετικά προϊόντα, όμως η κρίση έπληξε και το λιανεμπόριο και αύξησε τη φορολογική επιβάρυνση της καλλυντικής βιομηχανίας.

Η παραγωγή αρωματικών φυτών, παρ’ ότι για ορισμένα αρωματικά φυτά είναι μη συμφέρουσα χώρα η Ελλάδα (π.χ. υπήρξαν προβλήματα στην παραγωγή αλόης) σε άλλα δίνει τιμή (π.χ. λεβάντα). Το πλέον θετικό της υπόθεσης είναι πως τα αρωματικά φυτά μπορούν να καλλιεργηθούν σε περιοχές με δυσκολίες και φυσικούς περιορισμούς. Πρόκειται δηλαδή για την ελπίδα φτωχών ανθρώπων στα βουνά, επειδή μπορούν να καλλιεργηθούν σε υψόμετρο.

Η έρευνα έχει προχωρήσει πολύ, είτε μέσω του αγροτικού Ινστιτούτου Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων Θεσσαλονίκης, είτε γιατί μπήκαν στην παραγωγή αρωματικών φυτών άνθρωποι, που είχαν την υπομονή για την επένδυση, η οποία δεν φέρνει άμεσα κέρδη και απαιτεί υψηλή τεχνογνωσία και του παραγωγού. Είναι δηλαδή για ένα από τα πιο δυναμικά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, με υψηλή προστιθέμενη αξία. Δίνει τιμή στον παραγωγό, ο οποίος οφείλει να ακολουθεί συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την καλλιέργεια, ακολουθώντας συμβολαιακή γεωργία.

 

Χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα

Η βιομηχανία καλλυντικού προτιμά προϊόντα βιολογικής γεωργίας ή ορθής γεωργικής πρακτικής και η καλλιέργεια έχει χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα ή και συντελεί στη βελτίωση των εδαφών. Ακόμη και για εκτροφές (π.χ. γαϊδουριών) ακολουθούνται υψηλές προδιαγραφές για Δίκαιο Εμπόριο, ώστε τα ζώα να μην ταλαιπωρούνται όταν δίνουν το γάλα.

Η αγορά καλλυντικού έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες κι από την πολλή χημεία περάσαμε στο φαρμακείο της φύσης. Μέσω των ελληνικών ξενοδοχείων, το ελληνικό δερμοκαλλυντικό έγινε γνωστό στους τουρίστες και η Ελλάδα έχει κερδίσει το μικρό μερίδιο της πίτας, το οποίο μπορεί να υπερδιπλασιαστεί. Βεβαίως, αποφάσεις και απερχόμενων υπουργών Υγείας, εν μέσω μνημονίων, ήταν αιτία για να ταλαιπωρούνται και οι φαρμακοποιοί, που ζουν πια σχεδόν αποκλειστικά από το δερμοκαλλυντικό.

Όλη την υπερπροσπάθεια, που έχει καταβληθεί επί δεκαετίες, επιχειρεί να τινάξει στον αέρα ένα άρθρο, για αύξηση των φορολογικών συντελεστών, στο καλλυντικό. Πλήττει, δε, καίρια την Ελληνίδα μικρομεσαία καταναλώτρια, η οποία θα αναγκαστεί να αγοράζει αμφιβόλου ποιότητας καλλυντικά σκευάσματα, εις βάρος της υγείας της. Ταυτόχρονα πλήττει οικονομικά κυρίως τους πάσχοντες από δερματικά νοσήματα, οι οποίοι στη συντριπτική πλειονότητά τους είναι συνταξιούχοι.

 

(*) Η Άννα Στεργίου είναι κοινοβουλευτική συντάκτρια, εξειδικευμένη σε θέματα Αγροτικής Ανάπτυξης, και συγγραφέας

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα