Πέντε φορές πάνω οι τιμές στο ρεύμα στη νοτιοανατολική Ευρώπη από τις σκανδιναβικές χώρες
Η Eurelectric αποδίδει αυτήν την έντονη διαφοροποίηση στη μείωση των διασυνοριακών ροών ενέργειας, πρόβλημα που αναγνωρίζει και η ελληνική κυβέρνηση
Έως και πενταπλάσιες οι τιμές του ρεύματος στον ευρωπαϊκό Νότο, σύμφωνα με την Eurelectric. Παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης στην ΕΕ.
Σύμφωνα με ανάλυση της Eurelectric, οι τιμές ρεύματος στον ευρωπαϊκό Νότο είναι έως και πενταπλάσιες σε σύγκριση με τις Σκανδιναβικές χώρες, ενώ παραμένουν σχεδόν διπλάσιες σε σχέση με την Κεντρική και Δυτική Ευρώπη.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Eurelectric, ενώ έως τον Απρίλιο οι τιμές είχαν πλησιάσει τα προ κρίσης επίπεδα, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού εκτοξεύθηκαν λόγω της αυξημένης θερινής ζήτησης, της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου και των χαμηλότερων διασυνοριακών ροών.
Φαίνονται με αυτόν τον τρόπο γιατί ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας από το βήμα της ΔΕΘ, ανακοίνωσε την αποστολή επιστολής στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, η οποία επιδόθηκε την Παρασκευή.
Παράλληλα, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, αποκάλυψε την πρωτοβουλία που αναλαμβάνει από κοινού με τους ομολόγους του από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, για τη δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού παρέμβασης στις ακραίες ενεργειακές τιμές, οι οποίες προκύπτουν λόγω της απομόνωσης της Νοτιοανατολικής Ευρώπης από την ευρύτερη ενεργειακή αγορά της Ευρώπης.
Το τελευταίο προκάλεσε και τις μεγάλες διαφορές στις τιμές μεταξύ των χωρών της ΕΕ που έχουν ως εξής:
1. Σκανδιναβικές χώρες κατά μέσο όρο κάτω από 20 Euro/MWh,
2. Κεντρική και Δυτική Ευρώπη μεταξύ 60-80 Euro/MWh, και
3. Νότια και Ανατολική Ευρώπη πάνω από 100 Euro/MWh.
Σε αντίστοιχα επίπεδα κινήθηκαν οι τιμές χονδρικής και στην ελληνική αγορά (Ιούνιος: 98,89 Euro/MWh, Ιούλιος: 135,18 Euro/MWh, Αύγουστος: 129,83 Euro/MWh).
«Η πτώση των διασυνοριακών ροών από τη Γαλλία – την κορυφαία εξαγωγική χώρα της Ευρώπης – εξηγεί εν μέρει τη διαφορά των τιμών. Η Γαλλία μείωσε τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας μετά την ανακοίνωση του Γάλλου Διαχειριστή ότι θα περιορίσει τις διασυνοριακές ανταλλαγές λόγω προβλημάτων στο δίκτυο και στις ροές ενέργειας. Γεγονότα όπως αυτά υπογραμμίζουν για άλλη μια φορά τη σημασία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ. Οι χώρες της ΕΕ πρέπει να διασυνδεθούν καλύτερα και να διασφαλίσουν την ολοκλήρωση της αγοράς ενέργειας της ΕΕ», αναφέρει η Eurelectric.
Από την πλευρά του, μιλώντας σε εκδήλωση στη ΔΕΘ ο κ. Σκυλακάκης ανέφερε πως το έλλειμμα ηλεκτρικών διασυνδέσεων μεταξύ της Δυτικής Ευρώπης και της Κέντρο-Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και κάποιοι αλγόριθμοι που παρεμποδίζουν τις διασυνδέσεις να λειτουργούν ορθολογικά, έχουν ως αποτέλεσμα, ενδημικά, κατά περιόδους, να καταγράφεται στην περιοχή μας μια παράλογη διαμόρφωση τιμών.
«Η λύση δεν είναι οι μεγαλύτερες επενδύσεις στην παραγωγική δυναμικότητα, αλλά η ανάπτυξη διασυνδέσεων, όπως υπογράμμισε ο Έλληνας Υπουργός. Δεν έχει νόημα να δίνουμε χρήματα στους παραγωγούς, όταν χρειάζονται επενδύσεις διασυνδέσεων (καλώδια) που θα έπρεπε να κάνουν οι διαχειριστές των δικτύων. Πόσο μάλλον όταν οι διαχειριστές παίρνουν τα λεφτά των επενδύσεων από τους ίδιους τους καταναλωτές. Έως τότε, η προσπάθεια της Ελλάδας να αναδείξει το θέμα στην Ευρώπη, ώστε να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός παρέμβασης σε περίπτωση στρέβλωσης της αγοράς και δυσλειτουργίας, που έχει ενδημικά χαρακτηριστικά, βρίσκει, ήδη, συμμάχους, χώρες όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, που αντιμετωπίζουν το ίδιο ή και μεγαλύτερο πρόβλημα».
Συνεπώς η πρόταση της κυβέρνησης προς την ΕΕ εστιάζει στη μεταφορά πόρων από την αγορά που καταλήγουν σήμερα στους παραγωγούς προς τους Διαχειριστές των δικτύων για την αναβάθμιση των διασυνδέσεων που θα επιτρέψει τη θεραπεία των στρεβλώσεων και την λειτουργία της ενιαίας αγοράς η οποία – όπως φαίνεται από τις μεγάλες διαφορές τιμών μεταξύ των χωρών – σήμερα δεν υπάρχει.
Παράλληλα θα επανέλθει η πρόταση που είχε διατυπώσει και πάλι το καλοκαίρι ο Έλληνας ΥΠΕΝ, να επιτραπεί μεγαλύτερη ευελιξία για την παρέμβαση των χωρών – μελών στις αγορές ενέργειας καθώς οι προϋποθέσεις που θέτει η ισχύουσα Οδηγία στην πράξη καθιστούν ανέφικτη την εφαρμογή της.