Πονοκέφαλοι στην Χαριλάου Τρικούπη

Νέοι πονοκέφαλοι στο Κίνημα Αλλαγής, πριν καν συμπληρωθεί ένα 24ωρο από την ολοκλήρωση της επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Θεσσαλονίκη και στην 83η ΔΕΘ. Ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας δημιουργεί νέα δεδομένα μετά την επίσημη τοποθέτηση του, ότι το κόμμα του θα διεκδικήσει τον χώρο της Κεντροαριστεράς, προκειμένου να επιτύχει την αυτοδυναμία στις επόμενες εθνικές εκλογές.

Και ο πονοκέφαλος για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ μεγεθύνεται, καθώς εκτός της πίεσης που δέχεται ο χώρος από αριστερά και δεξιά, υπάρχουν και διαφοροποιήσεις, όπως αυτή του Νίκου Μπίστη, ο οποίος ζητά να υπάρξει συνεννόηση με τον ΣΥΡΙΖΑ και εάν χρειαστεί κοινή πορεία. Ταυτόχρονα ο Νίκος Ανδρουλάκης με δήλωση του υποστηρίζει την ανάγκη για ριζοσπαστικό πρόγραμμα και ισχυρή πολιτική αυτονομία.

Αν σε αυτά προσθέσουμε ότι ο Γιώργος Καμίνης εκτίμησε ως θετική την πρόταση του κ. Μητσοτάκη για την μεταφορά του ΕΝΦΙΑ στους δήμους, τότε ο καθένας μπορεί να κατανοήσει για το μέγεθος του προβληματισμού στην Χαριλάου Τρικούπη.

Ο Ανδρουλάκης

Ο ευρωβουλευτής του ΚΙΝΑΛ κι εκ των διεκδικητών της αρχηγίας σε συνέντευξη που παραχώρησε τόνισε πως «και ο κ. Τσίπρας και ο κ. Μητσοτάκης έστειλαν ένα σαφές μήνυμα ότι από τις πολιτικές τους προτεραιότητες είναι να αλώσουν τον χώρο της Κεντροαριστεράς και το είπαν από το βήμα της ΔΕΘ με τον πιο επίσημο τρόπο». Και ως λύση ο κ. Ανδρουλάκης υποστηρίζει ότι «εμείς πρέπει να κλείσουμε τα αυτιά μας και να δώσουμε έναν αγώνα για τις επόμενες βουλευτικές εκλογές με όλες μας τις δυνάμεις. Εγώ πιστεύω ότι υπάρχει πολύ μεγάλο περιθώριο γιατί ο κ. Μητσοτάκης έχει κάνει μία στροφή στην ατζέντα της λαϊκής δεξιάς και από την άλλη ο κ. Τσίπρας κάνει πολλά λάθη κυβερνητικά με τον εταίρο του, τον κ. Καμμένο. Έχουμε περιθώριο να κινηθούμε και να πρωταγωνιστήσουμε ξανά δυναμικά στις επόμενες εκλογές, διότι αυτοί μπορεί να μιλούν ότι θέλουν έναν εταίρο το κομμάτι της δημοκρατικής παράταξης αλλά ξεκάθαρα από το βήμα της ΔΕΘ είπαν ότι στρατηγική τους ήταν να αλώσουν πολιτικά τον χώρο της κεντροαριστεράς κάνοντας μεγάλη ζημιά στην παράταξή μας. Γι’ αυτό εγώ θεωρώ ότι εμείς θα προχωρήσουμε με ισχυρή πολιτική αυτονομία, ριζοσπαστικό πρόγραμμα».

Σχετικά με την προοπτική μετεκλογικών συνεργασιών του ΚΙΝΑΛ σχολίασε: «Η χώρα για να αναταχθεί χρειάζεται ένα περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας και πολιτική σταθερότητα δεν είναι να υπάρχουν μεγάλες συγκυβερνήσεις, πολιτική σταθερότητα είναι η κουλτούρα της αντιπολίτευσης και του δημοσίου διαλόγου. Πρέπει ο δημόσιος διάλογος, που αυτή τη στιγμή τον υπονομεύουν τα πολιτικά κόμματα και το κυβερνητικό σχήμα, να αποκτήσει ορθολογικά χαρακτηριστικά και όχι να ζούμε το ευτράπελο ο κ. Τσίπρας να λέει στο Στρασβούργο ότι καταδικάζει την επέκταση της κυβερνητικής ισχύος της ακροδεξιάς και να συγκυβερνά με τον κ. Καμμένο στην Ελλάδα, ή ο κ. Μητσοτάκης να καταδικάζει τον κ. Όρμπαν, αλλά στελέχη του που έχουν τη ρητορεία αυτή να πρωταγωνιστούν στον πολιτικό του χώρο».

Σε διαφορετική ρότα ο Μπίστης

«Είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν πολλοί σοβαροί άνθρωποι στο ΚΙΝΑΛ που καταλαβαίνουν τι γίνεται, μπορούν να διαβάσουν τις μετρήσεις και αντιλαμβάνονται το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η παράταξη», υποστηρίζει σε άρθρο του ο Νίκος Μπίστης, ο οποίος αφήνει αιχμές στην Φώφη Γεννηματά. Μεταξύ άλλων ο κ. Μπίστης τονίζει:

Κάποιοι είχαμε έγκαιρα προειδοποιήσει ότι η αλλαγή γραμμής που πραγματοποιήθηκε ξαφνικά μεσοκαλόκαιρο -με την προσχώρηση στο νεοδημοκρατικό αίτημα για « εκλογές τώρα» παράλληλα με την απορριπτική  στάση στην Συμφωνία για το Μακεδονικό- είναι αυτοκτονική και θα πληρωθεί πανάκριβα. Το ΚΙΝΑΛ μέχρι την αλλαγή γραμμής, την απίσχναση του μετώπου προς την ΝΔ και τον μονομέτωπο απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ προχωρούσε καλά. Είχε επιτευχθεί σημαντική συσπείρωση , είχαν προσέλθει 210.000 πολίτες στην εκλογή της  Προέδρου και οι μετρήσεις είχαν ανοδική τάση σταθερά πάνω από το 10%. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της προσήλωσης σε μια γραμμή αυτονομίας που συνδύαζε την ισορροπημένη κριτική στάση  απέναντι στην κυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση με την φιλοδοξία για την ανάδειξη ενός σύγχρονου προγραμματικού λόγου.

Όλοι ξέραμε τις δυσκολίες του εγχειρήματος αλλά όλα έδειχναν ότι μπορούσαμε να τα καταφέρουμε. Και η παρουσία της Φώφης Γεννηματά ήταν καθοριστική. Η Φώφη, λοιπόν, όσο η πολιτική γραμμή τραβούσε, τραβούσε και αυτή. Προφανώς έχει την μεγαλύτερη  ευθύνη για την αλλαγή της γραμμής αλλά σημαντική ευθύνη έχουν επίσης  και όσοι ενώ κατ’ ιδίαν έλεγαν ότι διαφωνούσαν,  σιώπησαν ή μουρμούριζαν στους διαδρόμους.

Το πρώτο, λοιπόν, στο οποίο πρέπει να συμφωνήσουμε είναι ότι έγινε αλλαγή γραμμής και ότι αυτή δεν αποδίδει. Όλα τα άλλα – μεταξύ των οποίων και η αποχώρηση του Σταύρου Θεοδωράκη- είναι δευτερεύοντα και τοποθετούνται χρονικά μετά την έναρξη της κάμψης του ΚΙΝΑΛ. Θέμα πολιτικής γραμμής υπάρχει  και όχι τίτλου του πολιτικού υποκειμένου. Γι’ αυτό περνάει χωρίς να ακουμπήσει,  χωρίς να παράγει πολιτικό αποτέλεσμα η παλιοημερολογήτικη νοσταλγία για επιστροφή στο παλιό , καλό ΠΑΣΟΚ, επιστροφή που υποτίθεται ότι αυτομάτως και από μόνη της  θα σημάνει επιστροφή ανθρώπων και υψηλών ποσοστών. Για τους λίγους που από κομματικό πατριωτισμό αρνούνται το προφανές της στροφής , να  θυμίσουμε  ότι μια εβδομάδα πριν την αιφνίδια διατύπωση του αιτήματος για « εκλογές τώρα» το ΚΙΝΑΛ είχε εκφράσει την βούληση του για συμμετοχή στην συζήτηση για την Συνταγματική Αναθεώρηση που προωθούσε η κυβέρνηση. Τι μύγα μας τσίμπησε και σε μια βδομάδα προσχωρήσαμε στο αίτημα της Ν.Δ. για εκλογές (υπερακοντίζοντας μάλιστα με την προσθήκη του «τώρα») κάποτε θα το μάθουμε. Η ανακολουθία πάντως είναι κραυγαλέα και από μόνη της αποδεικτική της βίαιης στροφής.

Ακολούθησε η απόρριψη της Συμφωνίας των Πρεσπών η οποία πέραν των άλλων ενέτεινε την δυσφορία στην πολιτική οικογένεια στην οποία ανήκει το ΚΙΝΑΛ. Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες πολύ λογικά στηρίζουν την Συμφωνία και αδυνατούν να δικαιολογήσουν την στάση του ΚΙΝΑΛ. Το πασπάλισμα δε  με δήθεν εθνικοανεξαρτησιακά ψήγματα του πρώιμου ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 80( δεν θα μας πουν αυτοί τι θα κάνουμε, εμείς ξέρουμε καλύτερα) πέραν του ότι ανέδειξε ένα πολιτικό επαρχιωτισμό παραβλέπει ότι υπήρξε η περίοδος Σημίτη- με ΥΠΕΞ τον Γιώργο Παπανδρέου – όπου εφαρμόστηκε μια σύγχρονη εξωτερική πολιτική απολύτως συμβατή με την υπό κρίση Συμφωνία.

Το τρίτο που καθορίζει την μεγάλη εικόνα είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το πρώτο εξάμηνο του  2015, αργά αλλά σταθερά, με αντιφάσεις, με μπρός πίσω κινείται στην σφαίρα της λογικής. Ο Τσίπρας στην Ευρώπη δεν είναι ο αποσυνάγωγος των αρχών του 2015 και στο εσωτερικό αντέχει όπως δεν άντεξε καμία κυβέρνηση που εφάρμοσε μνημόνια. Μπορεί και πρέπει να ασκηθεί κριτική για ουσιώδεις πλευρές της πολιτικής του, για τις  μέχρι τώρα συμμαχίες του, για τις αγροίκες συμπεριφορές στελεχών και Υπουργών του. Αυτό όμως δεν αντιμετωπίζεται  με την απολίτικη και αντιαισθητική κραυγή « Να φύγετε και να πάτε από εκεί που ήρθατε». Αυτή η πολεμική κραυγή συσπειρώνει τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ  αντικειμενικά ενισχύει και την Ν.Δ. Γιατί ο πιο σύντομος δρόμος για να φύγουν και να πάνε εκεί που ήρθαν περνάει από την υπερψήφιση της Ν.Δ. Τον μόνο που δεν βοηθάει  είναι το ίδιο το ΚΙΝΑΛ, γιατί το αποκόβει από το αντιδεξιό ακροατήριο. Αυτό το ισχυρό στην Ελλάδα αντιδεξιό φρόνημα δεν είναι όπως νομίζουν ορισμένοι ένα κατάλοιπο – ρετρό παλαιών εποχών.

Μια ομάδα βουλευτών και στελεχών του ΚΙΝΑΛ που σηκώνουν και το βάρος της επικοινωνίας στα ΜΜΕ συνεχίζει  με πείσμα στην αδιέξοδη γραμμή. Συμπτωματικά  είναι αυτοί που θα ήθελαν «εδώ και χτες» συνεργασία με την Ν.Δ. Τι μπορεί να γίνει τώρα; Σε κεντρικό επίπεδο τίποτε. Εδώ που έφτασαν τα πράγματα , για το ΚΙΝΑΛ ισχύει το μπρός γκρεμός και πίσω ρέμα. Η συνέχιση στην γραμμή «Φύγετε» ενισχύει τον δικομματισμό, αλλαγή γραμμής αυτή την στιγμή σε αναζήτηση όρων συγκρότησης προοδευτικού πόλου δεν είναι εύκολο να γίνει.  Ούτε πολιτικό προσωπικό, ούτε πολιτικός χρόνος υπάρχει ενώ έχουν καταρρεύσει με αμοιβαία υπαιτιότητα οι γέφυρες επικοινωνίας και στοιχειώδους εμπιστοσύνης”.

Και ο Καμίνης

Θετικός στην ανάληψη από την Αυτοδιοίκηση του ΕΝΦΙΑ, δήλωσε ο δήμαρχος Αθηναίων, Γιώργος Καμίνης. Σε ραδιοφωνική συνέντευξη, ο κ. Καμίνης, χαρακτήρισε καθοριστικό βήμα για την ενηλικίωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης τη μεταβίβαση του φόρου ακινήτων στους δήμους. «Γίνεται σε όλον τον προηγμένο κόσμο, γιατί όχι και σ’ αυτή τη χώρα. Δεν αρκούν όμως οι εξαγγελίες», είπε σχολιάζοντας τις εξαγγελίες του πρόεδρου της Ν.Δ., Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ο κ. Καμίνης υπογράμμισε ωστόσο ότι «απαιτείται να αποσαφηνιστεί αν αποτελεί το τέλος της χρηματοδότησης των δήμων από τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς επίσης και το πώς θα εφαρμοστεί σε δήμους με χαμηλές αξίες ακινήτων, όπου και θα πρέπει να υπάρχει μαξιλάρι ασφαλείας».

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα