ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ «Α»: «Φροντιστήριο» νομικής ανάλυσης (Αποδέκτες: κ.κ. Κ. Τσιάρας – Γ. Γεραπετρίτης)

Νομικά εσφαλμένο –αλλά και ύποπτο– το ατόπημα του υπουργού Δικαιοσύνης να μην υποβάλει πρόταση για προσωρινή αργία της  Ελ. Τουλουπάκη 

Η «Α», κατανοώντας τον φόρτο εργασίας του ιατρού κι όμως υπουργού Δικαιοσύνης, την ένδεια ικανών στελεχών στο δυναμικό των συμβούλων του, και την απασχόληση του νομικού-επιτελικού υπουργού Επικρατείας με πλείστα θέματα –πλην εκείνων που αφορούν την κα Τουλουπάκη και για τις οποίες έχει αναλάβει ρόλο υποβολέα–, δημοσιοποιεί την παρακάτω νομική ανάλυση, προς διευκόλυνση (μάλλον προς αφύπνιση…) για τη «θεραπεία» του υπουργικού ατοπήματος, περί μη πρότασης για να τεθεί σε προσωρινή αργία η εισαγγελέας Διαφθοράς.

Στο άρθρο 57 του νόμου 1756/1988 (Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 95 του ν. 4055/2012 και ισχύει σήμερα, ορίζονται οι περιπτώσεις όπου μπορεί δικαστικός λειτουργός να τεθεί σε αργία (οριστική ή προσωρινή). Ειδικότερα, στην παράγραφο 2 του ως άνω άρθρου ορίζεται μεταξύ άλλων ότι «…ο δικαστικός λειτουργός μπορεί να τεθεί σε προσωρινή αργία, αν ασκήθηκε εναντίον του α) ποινική δίωξη για έγκλημα που αποτελεί κώλυμα διορισμού κατά τις διατάξεις του άρθρου 37…». Περαιτέρω, στην παράγραφο 3 του ως άνω άρθρου ορίζεται μεταξύ άλλων ότι «…η θέση σε προσωρινή αργία … γίνεται με προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εκδίδεται ύστερα από πλήρως αιτιολογημένη απόφαση του οικείου ανωτάτου δικαστικού συμβουλίου…».

Ο νόμος 4055/2012, ο οποίος και τροποποίησε ως ανωτέρω το άρθρο 57 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων, αφορά στην δίκαιη δίκη και την εύλογη διάρκεια αυτής και συντάχθηκε προκειμένου να προστατεύσει το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου σε μία δίκαιη και έντιμη δίκη που διεξάγεται δημόσια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, λοιπόν, του νόμου αυτού, διευκρινίζεται ότι «…προκειμένου να τεθεί ο δικαστικός λειτουργός σε κατάσταση προσωρινής αργίας, όταν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του νόμου, πρέπει αυτό το μέτρο να επιβάλλεται για την εξυπηρέτηση του συμφέροντος της υπηρεσίας ή τη διαφύλαξη του κύρους του δικαστικού λειτουργήματος. Έτσι το οικείο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο δεν επιτρέπεται να κρίνει, με μόνη την άσκηση της ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης, το ζήτημα της θέσης σε προσωρινή αργία, αλλά πρέπει να σταθμίζει μεταξύ άλλων εννόμων αγαθών … το συμφέρον της υπηρεσίας και το κύρος του δικαστικού λειτουργήματος. Με τις νέες ρυθμίσεις τα εγκλήματα, για τα οποία η ποινική δίωξη δικαιολογεί τη θέση του δικαστικού λειτουργού σε προσωρινή αργία, περιορίζονται σε εκείνα που αποτελούν κώλυμα διορισμού ορισμένου προσώπου ως δικαστικού λειτουργού. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι το εξαιρετικό διοικητικό μέτρο της θέσης του δικαστικού λειτουργού σε κατάσταση προσωρινής αργίας, που εμπεριέχει από τη φύση του το στοιχείο της έντονης ηθικής μομφής, μπορεί να τύχει εφαρμογής μόνο στις περιπτώσεις εκείνων των εγκλημάτων που είναι ιδιαίτερα σοβαρά και σχετίζονται με την κατοχή και άσκηση του δικαστικού αξιώματος…».

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, λοιπόν, βασικό κριτήριο για τη θέση σε κατάσταση προσωρινής αργίας του δικαστικού λειτουργού είναι αν τα αδικήματα για τα οποία του έχει ασκηθεί ποινική δίωξη προσβάλουν και πλήττουν το συμφέρον της υπηρεσίας και το κύρος της δικαιοσύνης. Με τον γνώμονα αυτό και όχι μόνο με βάση την άσκηση ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης, πρέπει να κρίνει τόσο το ανώτατο δικαστικό συμβούλιο όσο και ο Υπουργός Δικαιοσύνης όταν προτείνει τη θέση ενός δικαστικού λειτουργού σε κατάσταση προσωρινής αργίας. Πρέπει να προάγεται δηλαδή σε κάθε περίπτωση η προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος και η προστασία του κύρους της δικαιοσύνης.

Όσον αφορά δε στα αδικήματα τα οποία αποτελούν κώλυμα διορισμού κατά τις διατάξεις του άρθρου 37 του ν. 1756/1988 και κατ’ επέκταση προϋπόθεση για την κρίση περί θέσης ή μη σε κατάσταση προσωρινής αργίας δικαστικού λειτουργού είναι  τα αδικήματα που δύνανται να επιφέρουν την παρεπόμενη ποινή της αποστέρησης πολιτικών δικαιωμάτων (παρ. 1γ άρθρου 37 ν. 1756/1988), η οποία πλέον έχει αντικατασταθεί από την ποινή αποστέρησης θέσεων και αξιωμάτων (άρθρο 60 ΠΚ) και τέτοια αδικήματα είναι όσα επιφέρουν την ποινή της κάθειρξης, δηλαδή τα κακουργήματα, καθώς και τα ειδικότερα οριζόμενα αδικήματα που απαριθμούνται στην παρ. 1ε άρθρου 37 ν. 1756/1988, στα οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων τα αδικήματα της ψευδούς βεβαίωσης (άρθρο 242 ΠΚ), της παράβασης καθήκοντος (άρθρο 259 ΠΚ) και της παράβασης υπηρεσιακού απορρήτου (άρθρο 252 ΠΚ).

Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό ότι ο νόμος αποδίδει στα ειδικότερα αυτά αδικήματα ιδιαίτερη απαξία και για τον λόγο αυτό τα εξειδικεύει και δεν ενδιαφέρει τον νομοθέτη ο χαρακτηρισμός τους ως πλημμελήματα ή κακουργήματα, ούτε και η ποινή που ενδεχομένως να επισύρουν, αν θα είναι δηλαδή φυλάκιση ή κάθειρξη.

Τα έχει όλα (λουστεί) η κα Τουλουπάκη

Εν προκειμένω, κατά της κ. Τουλουπάκη έχει ασκηθεί ποινική δίωξη με βάση το πόρισμα του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ζαχαρή για

1) κατάχρηση εξουσίας σε βαθμό κακουργήματος, αδίκημα το οποία τιμωρείται με κάθειρξη έως 10 έτη και συνεπώς εμπίπτει στις ουσιαστικές προϋποθέσεις του ν. 1756/1988 για τη θέση σε κατάσταση προσωρινής αργίας,

2) κατάχρηση εξουσίας σε βαθμό πλημμελήματος, αδίκημα το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 2 ετών,

3) παράβαση καθήκοντος κατ’ εξακολούθηση, αδίκημα το οποίο ρητά αναφέρεται στο ν. 1756/1988 ως έχον ιδιαίτερη απαξία για τη θέση ενός δικαστικού λειτουργού σε κατάσταση προσωρινής αργίας,

4)  ψευδή βεβαίωση κατ’ εξακολούθηση, αδίκημα το οποίο ρητά αναφέρεται στο ν. 1756/1988 ως έχον ιδιαίτερη απαξία για τη θέση ενός δικαστικού λειτουργού σε κατάσταση προσωρινής αργίας,

5) παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, αδίκημα το οποίο ρητά αναφέρεται στο ν. 1756/1988 ως έχον ιδιαίτερη απαξία για τη θέση ενός δικαστικού λειτουργού σε κατάσταση προσωρινής αργίας 

6) παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αδίκημα το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους.

Συνεπώς, εκ των έξι κατηγοριών που της αποδίδονται οι τέσσερις πληρούν τις ουσιαστικές προϋποθέσεις του νόμου, καθώς οι τρεις εξ αυτών αφορούν σε ειδικά αναφερόμενα στο νόμο αδικήματα που άπτονται της κατοχής και άσκησης του δικαστικού αξιώματος (παράβαση καθήκοντος, ψευδής βεβαίωση και παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου) ενώ η μία εξ αυτών (κατάχρηση εξουσίας) αποτελεί κακούργημα, που επισύρει την ποινή της κάθειρξης.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: Με βάση τα οριζόμενα στο νόμο, ο κ. υπουργός Δικαιοσύνης, ως κύριος υπερασπιστής και προασπιστής του κύρους της Δικαιοσύνης, οφείλει πρωτίστως να σταθμίσει το δημόσιο συμφέρον, το συμφέρον της υπηρεσίας και το κύρος του δικαστικού λειτουργήματος, δευτερευόντως να λάβει υπόψη του την ιδιαίτερη απαξία που προσδίδει ο νόμος στα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Διαφθοράς, να αποδώσει την προσήκουσα ηθική μομφή στις πράξεις της κ. Τουλουπάκη και να προτείνει στο οικείο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο της θέση αυτής σε κατάσταση προσωρινής αργίας, δεδομένης μάλιστα της σπουδαιότητας της υπόθεσης Novartis και του αντίκτυπου αυτής στο κοινό, το οποίο επί 4 σχεδόν χρόνια παρακολουθεί τον διασυρμό και εξευτελισμό προσώπων και την υπονόμευση του κύρους της ελληνικής Δικαιοσύνης.

Η «ΑΠΟΨΗ»

ΥΓ: Γίνονται δεκτές και αντίθετες απόψεις. Αν (εφ)ευρεθούν…

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα