Σωτήρης Καψώχας: Ανιστόρητος ή προπαγανδιστής σε κυβερνητικό παραμάγαζο;

Έναν χαρακτηρισμό που χρησιμοποιούσε κατά κόρον στις δημόσιες τοποθετήσεις του ο αείμνηστος Ευάγγελος Γιαννόπουλος, το «ντενεκέ ξεγάνωτε», ανέσυρε και ο πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΝΕΡΙΤ, Γιώργος Προκοπάκης, για να απαντήσει στον δημοσιογράφο της ΕΡΤ Σωτήρη Καψώχα.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Ο καθηγητής που είχε αμφισβητηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και για τα πτυχία του, αναφέρθηκε στα όσα είπε ο δημοσιογράφος της ΕΡΤ κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη, που είχε ως συνέπεια να ξεκινήσει εμπάργκο η αξιωματική αντιπολίτευση κατά της κρατικής ραδιοτηλεόρασης. Ο Καψώχας είπε ότι η ομιλία του κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ τού θύμισε μία πολιτική σάλτσα από όσα έλεγε ο θεωρητικός του Φασισμού στην Ιταλία, Σέρτζιο Πανούτσιο.

Σε ανάρτησή του ο κ. Προκοπάκης, χρησιμοποιώντας πολύ σκληρές εκφράσεις για τον δημοσιογράφο, ισχυρίζεται ότι ο Σέρτζιο Πανούτσιο, τον οποίο επικαλέστηκε ο Καψώχας, ήταν αριστερός, θεωρητικός του μαρξισμού, θεωρητικός του συνδικαλισμού, ο οποίος πρέσβευε πως ο συνδικαλισμός ήταν η μετουσίωση της μαρξιστικής θεωρίας.

Αναζητώντας ποια είναι η αλήθεια, μέσω ιστορικών βιβλίων, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως είτε ο Καψώχας δεν είχε διαβάσει καλά το μάθημα που του απέστειλαν από το Μαξίμου, είτε ο Θανάσης Καρτερός (που θεωρείται βέβαιο ότι έχει βάλει το χέρι του) τα έχει μπλέξει από το μένος του κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ή πιο σωστά θεώρησε ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει ελλιπή στοιχεία προκειμένου να πλήξει τη Νέα Δημοκρατία.

Όπως και να έχει, η ιστορία δεν ψεύδεται και έχει κρατήσει ξεχωριστεί θέση στα… κιτάπια της όχι μόνο για τον Πανούτσιο –που μνημόνευσε ο Καψώχας– αλλά και για τον ποιητή Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο, γνωστό εθνικιστή που εφηύρε τον φασιστικό χαιρετισμό.

Ο Σέρτζιο Πανούτσιο (20 Ιουλίου1886 – 8 Οκτωβρίου 1944) ήταν Ιταλός θεωρητικός του εθνικού συνδικαλισμού. Ξεκίνησε την πολιτική του εμπλοκή με νέους, συνδέοντας τους συνδικαλιστικούς κύκλους το 1902. Ο Πανούτσιο έλεγε ότι ο συνδικαλισμός είναι η ιστορική εξέλιξη του μαρξισμού. Μαρξιστής στα νιάτα του, αναθεώρησε τον Μαρξ, ώστε να ταιριάζει στις εποχές και να τον ενθαρρύνει.

Ο ίδιος λέγεται ότι είχε καθοδηγήσει τον ρεβιζιονισμό που οδήγησε πολλούς συνδικαλιστές μέσω του παρεμβατισμού στην εταιρική συμπεριφορά και φαινομενικά έδωσε τη δικτατορία του Μουσολίνι επαναστατική νομιμότητα. Με τον όρο ρεβιζιονισμός χαρακτηρίζονται οι ιδεολογικές τάσεις (πρακτικές, ή θεωρητικές) που αποβλέπουν στην τροποποίηση ή την κατάργηση των συνθηκών που ισχύουν μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών. Θεωρώντας ότι η πραγματικότητα είχε διαψεύσει κάποιες θεωρίες, ή προβλέψεις του Καρλ Μαρξ, η ρεβιζιονιστική θεωρία υποστήριξε ότι είναι δυνατή η άμβλυνση της πάλης των τάξεων και η οργάνωση του εργατικού αγώνα μέσα από νόμιμες διαδικασίες στο πλαίσιο του αστικού κράτους. Με άλλα λόγια, τασσόταν ευθέως εναντίον της ιδέας της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Ο Πανούτσιο επέκρινε το σοβιετικό κράτος ως «δικτατορία για το προλεταριάτο». Επίσης, ανέφερε ότι «η Μόσχα τίναξε ενώπιον του φωτός που ακτινοβολεί από τη Ρώμη. Η Κομμουνιστική Διεθνής δεν μιλά πλέον με το πνεύμα, είναι νεκρό». Σε όλη του τη ζωή ήταν φανατικός υποστηρικτής του κράτους (προερχόμενος από την αριστερά) και είχε μια μακροχρόνια ακαδημαϊκή διαμάχη με τον άλλο κυβερνητικό, Κάρλο Κοσταμάνια, σχετικά με τον ρόλο του φασισμού και της ιδιωτικής οικονομίας. Ο Πανούτσιο υπήρξε και επικεφαλής της Φασιστικής Σχολής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια το 1928.

 Άλλος ο θεωρητικός

Ο Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο ήταν ένας εθνικιστής ποιητής, από τους διαπρεπέστερους της εποχής του, δημοσιογράφος, δραματουργός, θεατρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος, σεναριογράφος. Ως στρατιώτης κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου για την πολεμική του δράση ανακηρύχθηκε εθνικός ήρωας της Ιταλίας. Ως πολιτικός, ήταν υποστηρικτής του φασιστικού καθεστώτος και προπομπός του Μπενίτο Μουσολόνι.

Το 1897 εκλέχθηκε βουλευτής στην ιταλική Βουλή, στην οποία συντάχθηκε αρχικά µε μια ακραία συντηρητική παράταξη, όμως σταδιακά μετατοπίστηκε ιδεολογικά προς την αριστερά, ενώ παρέμεινε βουλευτής για τρία χρόνια. Επηρεάστηκε έντονα από τις ιδέες του Φρειδερίκου Νίτσε και ιδιαίτερα από τη θεωρία του Υπεράνθρωπου. Υπήρξε ο εμπνευστής του χαιρετισμού με υψωμένο το δεξί χέρι, στη σύγχρονη εποχή, ο οποίος εμφανίστηκε στον κινηματογράφο στην ταινία του 1914, «Καμπίρια». Ο Ντ’ Aνούντσιο, που έγραψε το σενάριο, θεωρείται ο πατέρας του ιταλικού φασισμού και αυτός που διέδωσε τον χαιρετισμό στην Ιταλία. Το 1919 ο Ντ’ Aνούντσιο χρησιμοποίησε τον χαιρετισμό στο Φιούμε και το 1926 ο χαιρετισμός έγινε υποχρεωτικός για όλους τους Ιταλούς πολίτες. Ο Ντ’ Aνούντσιο υποστήριζε φανατικά τον Μουσολίνι, αν και ο Ντούτσε θεωρούσε ότι ουδέποτε εξασφάλισε την πραγματική του υποστήριξη. Μάλιστα, είχε πει το «όταν υπάρχει ένα σάπιο δόντι, έχεις δύο λύσεις. Ή βγάζεις το δόντι και το πετάς, ή το γεμίζεις χρυσάφι. Με τον Ντ’ Ανούντσιο προτίμησα τη δεύτερη λύση».

Τον Σεπτέμβριο του 1919, αν και σχεδόν τυφλός, πορεύθηκε μαζί με τους μαυροφορεμένους άτακτους εθνικιστές συντρόφους του προς την πολιορκημένη πόλη Φιούμε, στις ιταλικές ακτές της Αδριατικής, την οποία κατέλαβε. Παρέμεινε δούκας της πόλεως και εγκαθίδρυσε προσωπική δικτατορία, η οποία διήρκεσε δεκαπέντε μήνες, έως ότου διαλύθηκε με την επέμβαση του Ιταλικού στρατού. Στο ενδιάμεσο διάστημα το κράτος του αναγνώρισε μόνο η κομμουνιστική Σοβιετική Ένωση. Αυτοαναγορεύτηκε ως Αρχηγός της Αντιβασιλείας του Καρνάρο και η επιβολή φασιστικών μέτρων στην περιοχή που είχε καταλάβει, προκάλεσαν σοβαρά προβλήματα στην Ιταλική κυβέρνηση, η οποία τελικά βομβάρδισε με το ναυτικό της την πόλη και τον υποχρέωσαν να την εγκαταλείψει, τον Δεκέμβριο του 1920, αφήνοντάς την στα χέρια των γιουγκοσλαβικών αρχών. Στη διάρκεια αυτού του διαστήματος απαιτούσε να διακοσμούν το κρεβάτι του τρεις φορές την ημέρα με συγκεκριμένα είδη φρέσκων λουλουδιών.

 «Ασχετοσύνη, άγνοια και βλακεία»

 Στη γνωστική –επί του θέματος τουλάχιστον– ανεπάρκεια του Στ. Καψώχα αναφέρθηκε και το στέλεχος της ΔΗΜ.ΑΡ. κι επί χρόνια μέλος της Ανανεωτικής Αριστεράς και πρώην βουλευτής Αχαΐας, Νίκος Τσούκαλης, με ανάρτησή του στο Facebook. Ο κ. Τσούκαλης μεταξύ άλλων υποστήριξε πως «ο κ. Καψώχας πρέπει να ελεγχθεί αυστηρά, όχι γιατί διατύπωσε “ευθαρσώς” την δημοσιογραφική του άποψη αλλά για πλήρη ασχετοσύνη, άγνοια και βλακεία».

Μάλιστα χρησιμοποίησε ένα άρθρο του Λάρι Γκάμποουν (αναρχικού εκδότη), ο οποίος περιγράφει την πορεία ανόδου του ιταλικού φασισμού και τις σχέσεις του με τον αναρχισμό, τον συνδικαλισμό και τον σοσιαλισμό και τη συμβολή σ’ αυτόν του Σέρτζιο Πανούντσιο. Επίσης τονίζει πως ο Πανούντσιο που επικαλέστηκε ο Καψώχας μετεξελίχθηκε από αναρχοκομμουνιστής συνδικαλιστής σε υμνητή του φασισμού.

Ο κ. Τσούκαλης αναδημοσίευσε ένα μικρό απόσπασμα: «Ο Πανούντσιο, το 1906 (εν αγνοία του του Λένιν), δήλωνε ότι οι εργάτες δεν ήταν εγγενώς επαναστάτες και έπρεπε να γίνουν με την ένταξή τους σε μια επαναστατική οργάνωση, όπως ήταν τα συνδικάτα. Υποστήριζε ως θετική επαναστατική ευκαιρία τον πόλεμο. Οι εργάτες θα έπαιρναν μέρος στις πολεμικές μάχες και έτσι θα ήταν σε καλή κατάσταση για την επανάσταση. Έτσι, το 1911, ο Πανούντσιο υποστήριξε τον πόλεμο της Ιταλίας εναντίον της Τουρκίας που ξέσπασε στη Λιβύη. Ο Πανούντσιο υποστήριζε ότι ο πόλεμος θα προκαλούσε την πολυαναμενόμενη Επανάσταση. Συνδικαλιστές και σοσιαλιστές που ήταν υπέρ της συμμετοχής της Ιταλίας στον πόλεμο αυτοοργανώθηκαν στην Επαναστατική Ομάδα Διεθνιστικής Δράσης. Ο Πανούντσιο, γράφοντας το 1917, δήλωσε ότι ο σοσιαλισμός έχει χρεοκοπήσει και, εάν επρόκειτο να έχει κάποιο μέλλον, χρειαζόταν μια νέα θεωρία που να μην είναι ντετερμινιστική ούτε να βασίζεται μόνο στο προλεταριάτο, αλλά να είναι όντως ρεαλιστική. Ένα χρόνο αργότερα, επαναπροσδιόρισε τον συνδικαλισμό. Το ιταλικό πολιτικό σύστημα έπρεπε να αντικατασταθεί από ένα σύστημα βασισμένο στα συνδικάτα ριζωμένα στην οικονομική λειτουργία τους. Ο ρόλος αυτών των συνδικάτων θα ήταν σε μεγάλο βαθμό πολιτικός, και όχι οικονομικός όπως στο παρελθόν. Η συμμετοχή σε αυτά έπρεπε να είναι υποχρεωτική. Το 1918, δημιουργήθηκε μια καινούργια συνδικαλιστική ομοσπονδία σε αντίθεση με την αναρχοσυνδικαλιστική, που ονομάστηκε Ιταλική Ένωση Εργασίας, ήταν νεοσυνδικαλιστική και το 1921 υιοθέτησε μια πλατφόρμα, γραμμένη από τον Ολιβέτι, που υποστήριζε εμφατικά τη σκέψη του Πανούντσιο, όπως αυτή εκτέθηκε προηγουμένως. Όπως οι νεοσυνδικαλιστές έγιναν φασίστες, έτσι υπήρχε και μια ομάδα νέων που επηρεάστηκε από τον Πανούντσιο και τον Ολιβέτι. Αυτοί ήταν οι Νεότουρκοι. Ο Ντίνο Γκράντι, ο Γκιουζέπι Μποτάι, ο Αουγκούστο Τουράτι, ο Ίταλο Μπαλμπόα και ο Κούρτσιο Σούκερτ εξελίχθηκαν σε σημαίνουσες προσωπικότητες του φασισμού προς το τέλος της δεκαετίας του 1930. Αυτοί μπορούν να θεωρηθούν φασίστες συνδικαλιστές. Ο Σούκερτ θεωρούσε τον φασισμό ως τον κληρονόμο του σοσιαλισμού και τον Πανούντσιο ως τον σημαντικότερο θεωρητικό του».

 Από τον Γιάννο στη Λούκα

Ο δημοσιογράφος Σωτήρης Καψώχας πέρασε ζωή χαρισάμενη στα γραφεία Τύπου υπουργείων επί ΠΑΣΟΚ. Ήταν δίπλα στον Γιάννο Παπαντωνίου στα υπουργεία ως γραφείο Τύπου, ενώ όταν το αστέρι τού μονίμως γελαστού Γιάννου έδυε, φρόντισε να μετακομίσει στη Λούκα Κατσέλη και φυσικά να δικαιολογεί την ανάγκη του πρώτου μνημονίου. Αργότερα μαζί με την κα Κατσέλη πέρασε στο αντιμνημονιακό μπλοκ και τώρα για την προσφορά του έπιασε θέση προπαγανδιστή στη δημόσια τηλεόραση.

Η δουλειά που του είχε ανατεθεί είναι μία: Να υμνεί σε καθημερινή βάση την κυβέρνηση και τον κ. Τσίπρα, και να καθυβρίζει τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Επέμβαση εισαγγελέα για τις παραγωγές της ΕΡΤ ζητάει και ο Κρέτσος

Εισαγγελικό έλεγχο επί των μεικτών τηλεοπτικών παραγωγών στην ΕΡΤ ζητάει η ίδια η κυβέρνηση, μετά και τις δημόσιες καταγγελίες του δημοσιογράφου Αντώνη Αλαφογιώργου. Ο υφυπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Λευτέρης Κρέτσος, με συνέντευξή του σε ραδιοφωνικό σταθμό ζήτησε να υπάρξει παρέμβαση της Εισαγγελίας προκειμένου να ελέγξει όλες τις παραγωγές για τις οποίες έγινε αναφορά από τον δημοσιογράφο, ο οποίος θα κληθεί να υποστηρίξει τη βασιμότητα των ισχυρισμών του.

Υπενθυμίζεται πως ο Αντώνης Αλαφογιώργος κάλεσε από το Twitter να παρέμβει εισαγγελέας για την επιλογή των μεικτών παραγωγών στην ΕΡΤ, σε βάρος των εσωτερικών. Ο ίδιος είχε καταθέσει αίτηση για εκπομπή, η οποία απορρίφθηκε, ενώ το 2015 παρουσίαζε τη δική του εκπομπή πολιτικού λόγου. Στο διαδίκτυο στράφηκε εναντίον του Σεραφείμ Κοτρώτσου, ο οποίος συνεργάζεται με την ΕΡΤ με το καθεστώς των μεικτών παραγωγών, στο οποίο συμπράττει ο φορέας μαζί με τους ιδιώτες, αναφορικά με το κόστος.

Στο μεταξύ η Μαρία Γεωργίου, εκπρόσωπος δημοσιογράφων ραδιοφώνου – πολυμέσων ΕΡΤ, με ανακοίνωσή της κάνει λόγο για παραμάγαζο του ΣΥΡΙΖΑ στο ραδιομέγαρο. Μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση αναφέρεται πως «η διοίκηση απαξιώνει τη λειτουργία του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα, συνδιοικεί με “ημέτερους” και αγνοεί επιδεικτικά τους δημοσιογράφους της ΕΡΤ». Κι επαναφέρει κάποια ερωτήματα που ουδείς τολμά να δώσει απάντηση.

Τα ερωτήματα αυτά είναι:

– Τι γίνεται με τις μικτές παραγωγές; Ποια είναι τα πραγματικά κόστη; Πόσοι συνολικά δημοσιογράφοι έχουν προσληφθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, παρακάμπτοντας την όποια διαδικασία; Γιατί οι εκπομπές της ΕΡΤ έχει επιλεγεί να γίνονται, στην πλειονότητά τους, με αυτήν τη μεθόδευση; Έχουν προηγουμένως αξιοποιηθεί οι δημοσιογράφοι της ΕΡΤ;

– Τι γίνεται με τα εξωτερικά VAN; Εάν καταλάβαμε καλά, η ΕΡΤ απάντησε σε σωματείο εργαζομένων ότι επέλεξε την κάλυψη της παρουσίας του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ με εξωτερικό συνεργείο, γιατί ήταν η πλέον συμφέρουσα λύση (θα μας επιτρέψετε να αμφιβάλλουμε) έναντι της κάλυψης με εσωτερικό συνεργείο της ΕΡΤ (έχουμε στοιχεία επί του θέματος και θα επανέλθουμε); Καταλαβαίνει η Διοίκηση σε τι κίνδυνο θέτει συγκεκριμένες δομές της ΕΡΤ;

– Με ποιο τρόπο γίνεται η επιλογή των Γενικών Διευθυντών, Διευθυντών και Προϊσταμένων της ΕΡΤ; Είναι αλήθεια ότι ο διαγωνισμός για τον Γενικό Διευθυντή Ραδιοφωνίας κηρύχθηκε άγονος παρ’ ότι είχαν υποβάλει αιτήσεις 10 συνάδελφοι οι οποίοι πληρούσαν τα τυπικά προσόντα, μόνο και μόνο επειδή ο εκλεκτός της Διοίκησης δεν μπορούσε, λόγω προσόντων, να υποβάλει υποψηφιότητα;

– Με ποια διαδικασία θα επιλεγούν οι Διευθυντές των Ραδιοφώνων; Με προσωπικές συνεντεύξεις χωρίς πρακτικά και αγνοώντας την αυτονόητη δέσμευση στα συνδικαλιστικά μας όργανα ότι προϊστάμενοι των δημοσιογράφων θα είναι δημοσιογράφοι και όχι διοικητικοί υπάλληλοι, όπως προσφάτως πράξατε τοποθετώντας ως Προϊστάμενο στη Διεύθυνση Υπηρεσιών Νέων Μέσων (ένα τμήμα στο οποίο εργάζονται μόνο δημοσιογράφοι), Διευθυντή Παραγωγής;

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα