Στα… πιτς η άμυνα από το εμπάργκο στη Μόσχα

«Θα υπάρξουν και νέες κυρώσεις σε βάρος τής Ρωσίας; Ποιoν εξυπηρετούν αυτές; Προωθούν την ευρωπαϊκή ιδέα; Ενισχύουν τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα;» Αυτά τα ερωτήματα, και πολλά ακόμα, βρίσκονται στα χείλη αρκετών διπλωματών, οι οποίοι δεν είναι καθόλου ευχαριστημένοι με τον τρόπο που πολιτεύεται ο κ. Βενιζέλος και στο ζήτημα του εμπάργκο των Βρυξελλών με θύμα(;) τη Μόσχα. Τον κατηγορούν, μάλιστα, πως εμφανίστηκε βασιλικότερος του βασιλέως, αφού το επέβαλε ατύπως από τον περασμένο Μάρτιο, πριν καν το αποφασίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση!

Του Γιάννη Συμεωνίδη

Οι ίδιες πηγές αναφέρουν στην «Α» πως οι νέες κυρώσεις που ατλαντικοί κύκλοι θέλουν να επιβληθούν στη Ρωσία, και στις οποίες μάλλον εύκολα κι επιπόλαια θα συμφωνήσει η «αδιαλείπτως πρόθυμη» Αθήνα, θα επιφέρουν ακόμα ένα πλήγμα στην ελληνική οικονομία. Θα «χτυπηθούν» σκληρά κλάδοι για τους οποίους η Ρωσία αποτελεί προνομιακή αγορά και οι οποίοι σήμερα αντέχουν έστω κι οριακά, όπως τα γουναρικά. Σύμφωνα με στοιχεία τού 2012, το μέγεθος των εξαγωγών γούνας έφτασε τα 108,4 εκατ. ευρώ ή μερίδιο 23% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών. Ακολουθούν τα οπωροκηπευτικά, όπου οι επιπτώσεις φάνηκαν μέσα στο καλοκαίρι σε νομούς όπως η Ημαθία.

Τα χειρότερα αναμένονται στον ευαίσθητο και αποδυναμωμένο χώρο τής ελληνικής άμυνας, αφού μεγάλο μέρος αυτής (όπως η αντιαεροπορική «ομπρέλα» των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων) στηρίζεται σε ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα. Τα TOR M-1 και οι S-300, για παράδειγμα, χρειάζονται ανταλλακτικά και τα χρειάζονται τώρα. Είναι χαρακτηριστικό πως οι αξιωματικοί μας ήδη αναγκάζονται να «κανιβαλίζουν», όπως αναφέρουν στη γλώσσα τους, δηλαδή να μεταφέρουν ανταλλακτικά από το ένα όπλο στο άλλο προκειμένου να αυξηθεί η διαθεσιμότητά τους. Από πού θα τα προμηθευτούμε, ωστόσο, εφόσον συνεχιστούν οι κυρώσεις;

Το εμπάργκο δεν πλήττει σίγουρα τις ΗΠΑ, οι οποίες είναι ο ενορχηστρωτής αυτής της αντιρωσικής εκστρατείας, αφού οι εμπορικές συναλλαγές των δύο χωρών θεωρούνται ανύπαρκτες μπροστά στον αριθμό προϊόντων και κεφαλαίων μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών που εξάγονται στην αχανή ρωσική αγορά. Κι όμως, η Ε.Ε. και οι τωρινοί της ηγέτες δείχνουν να μη θέλουν να καταλάβουν το αυτονόητο, δηλαδή πως οι κυρώσεις πλήττουν κατά βάση τη σχέση Βρυξελλών και Μόσχας και τις σε βαθιά ύφεση ευρισκόμενες ευρωπαϊκές οικονομίες.

«Συντασσόμαστε με συμφέροντα που δεν είναι δικά μας»

«Χάνεται στα βαθιά νερά η προοπτική μιας ανεξάρτητης και ισχυρής Ευρώπης, αυτής που οραματίστηκαν ο Ντε Γκολ, ο Βίλι Μπραντ, ο Χέλμουτ Σμιτ. Οι πολιτικοί τους επίγονοι είναι νάνοι μπροστά τους, κι απόδειξη είναι η προθυμία τους να στοιχηθούν σε πολιτικές ξεκάθαρα αντιευρωπαϊκές. Την ώρα που η ελληνική διπλωματία, με πολιτική κάλυψη, θα όφειλε να επιδείξει κινητικότητα και συντονισμό με τις υπόλοιπες χώρες τού ευρωπαϊκού νότου ώστε οι προβληματικές τους οικονομίες να εξαιρεθούν των κυρώσεων, συντασσόμαστε ως κράτος με συμφέροντα κάθε άλλο παρά δικά μας, ούτε καν ευρωπαϊκά», υπογραμμίζει στην «Α» πρέσβης με πολυετή εμπειρία.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται κι ο πρώην επικεφαλής τής BP, Τόνι Χέιγουορντ, ο οποίος τονίζει σε συνέντευξή του στους «Financial Times» πως, αν αντιστραφούν τα πράγματα, οι οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Ρωσίας θα γυρίσουν μπούμερανγκ και θα επηρεάσουν αρνητικώς τη Δύση, εμποδίζοντας την ανάπτυξη και την αξιοποίηση των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου. Ο ίδιος επισημαίνει πως με πιθανή διεύρυνση της «μαύρης λίστας» με κολοσσούς όπως η Gazprom και η Lukoil θα εκτεθεί σε κίνδυνο η διεθνής παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου και, κατ’ επέκταση, η παγκόσμια οικονομία.

Τι έγινε τελικώς με το «Μπόινγκ»;

Κι όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που αυξάνονται οι φωνές στην Ευρώπη, οι οποίες αμφισβητούν το κατά πόσο ήταν οι φιλορώσοι αυτονομιστές πίσω από την κατάρριψη του Μπόινγκ των Μαλαισιανών Αερογραμμών, που αποτέλεσε και την αφορμή για την επιβολή τού εμπάργκο. Είναι χαρακτηριστικό πως σε κατάθεση ερώτησης του γερμανικού αριστερού κόμματος «Λίνκε» τονίζεται πως η δίχως αποδείξεις υιοθέτηση αμερικανικών απόψεων μπορεί να επηρεάσει αρνητικώς τα γερμανικά εθνικά συμφέροντα. Με βάση την ίδια ερώτηση, η γερμανική κυβέρνηση εγκαλείται για προχειρότητα κι επιπολαιότητα, βάσει συγκεκριμένων στοιχείων που αδυνατεί ή δεν θέλει να αξιοποιήσει, όπως για παράδειγμα την παρουσία δύο νατοϊκών αεροσκαφών εναέριας επιτήρησης («Awacs») στην ευρύτερη περιοχή τής τραγωδίας, που θα μπορούσαν να φωτίσουν το τι πραγματικά έγινε.

«Η όξυνση μιας ήδη επικίνδυνης κρίσης, της ουκρανικής, με νέα μέτρα και αντίμετρα, θα βόλευε και θα χαροποιούσε εκείνα ακριβώς τα ψυχροπολεμικά κέντρα που θέλουν την Ευρώπη όχι ενωμένη, μα διασπασμένη και καθυποταγμένη. Η Ελλάδα θα βγει πολλαπλώς τραυματισμένη από μια τέτοια εξέλιξη, αν δεν αναλάβει πρωτοβουλίες υπέρ τής ειρήνης, στο πλαίσιο για παράδειγμα μιας “εκστρατείας των νοτίων” τής Ε.Ε.», υπογραμμίζει στην «Α» η ίδια διπλωματική πηγή.

Η τρόικα απαγορεύει την ενίσχυση της Κύπρου με περιπολικά σκάφη

Η Τουρκία δέσμευσε κομμάτια τής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της Κύπρου για σεισμογραφικές έρευνες, και μάλιστα ούτε καν μεταξύ των κατεχόμενων και των τουρκικών παραλίων, αλλά στην περιοχή ανάμεσα στη Μεγαλόνησο και στην Αίγυπτο, ωστόσο κανείς δεν εκπλήσσεται από όσους γνωρίζουν το διπλωματικό πόκερ σε βάθος. Και γιατί άλλωστε, από τη στιγμή που τόσο η Κυπριακή Δημοκρατία όσο και η Ελλάδα είναι απούσες από αυτό (και) ελέω τρόικας; Η «Α» είναι σε θέση να γνωρίζει πως η Λευκωσία σχεδίαζε την αγορά δύο περιπολικών σκαφών ανοιχτής θαλάσσης από το Ισραήλ έναντι 100.000.000 ευρώ, αλλά αυτή ακυρώθηκε εξαιτίας της πίεσης των δανειστών, οι οποίοι πρόβαλαν λόγους δημοσιονομικής πειθαρχίας. Την ίδια ώρα, οι τροϊκανοί και οι ΗΠΑ έχουν απαγορεύσει στη χώρα μας να συνδράμει με κάποια από τα δικά της σκάφη κλάσης «Πυρπολητής», τα οποία δραστηριοποιούνται από τη Λήμνο μέχρι τη Ρόδο.

Διπλωματικοί κύκλοι επισημαίνουν στην «Α» πως η Άγκυρα θα σκληρύνει τη στάση της στο Κυπριακό το αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι πως εκμεταλλεύεται την παθητική στάση τής Κύπρου και της Ελλάδας, κι ο άλλος τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πρόεδρος της χώρας Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν τόσο με τους Κούρδους όσο και με τους τζιχαντιστές. Πώς, επομένως, μετά από όλα αυτά να μη στέλνει τα πλοία του επτά ναυτικά μίλια από τη Λεμεσό;

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα