Στημένα παιχνίδια: Όλοι στο κόλπο…

Οι παράγοντες, οι διαιτητές, ακόμη και οι ποδοσφαιριστές συμμετέχουν, πολλές φορές εν γνώσει τους, στη χειραγώγηση αγώνων, όπως αποδεικνύεται και από την πρόσφατη έρευνα του ΑΠΘ

Φυσικά, δεν περιμέναμε κάποια έρευνα για να μάθουμε ότι στη χώρα μας στήνονται αγώνες… Όμως για πρώτη φορά με ένα επιστημονικό εργαλείο, όπως η έρευνα ενός Πανεπιστημίου, επιβεβαιώνεται πόσο βαθιά είναι η διαφθορά στο ποδόσφαιρο καθώς αποδεικνύεται ότι… όλοι είναι μες στο κόλπο. Παράγοντες, διαιτητές, αλλά και ποδοσφαιριστές…

Το βασικό συμπέρασμα της έρευνας του ΑΠΘ είναι πως  ένας στους τρεις ποδοσφαιριστές έχει αντιληφθεί ότι συμμετείχε σε αγώνα που στήθηκε! Υπήρξαν παιχνίδια που στήθηκαν από παίκτες, παράγοντες, διαιτητές, όμως όπως συμβαίνει συνήθως κανείς δεν είχε στοιχεία για να το αποδείξει.

Μ’ άλλα λόγια, μπορεί να το ήξεραν όλοι, αλλά κανείς δεν μίλησε!

Όπως προκύπτει από την έρευνα, δεν στήνεται μόνο το αποτέλεσμα ενός αγώνα, αλλά πολλά στοιχεία του παιχνιδιού. Το σκορ του πρώτου ή του δεύτερου ημιχρόνου, τα κόρνερ, οι κάρτες είναι πιο εύκολο να στηθούν απ’ ό,τι το αποτέλεσμα. Μ’  άλλα λόγια, πολύ πιο εύκολα ένας ποδοσφαιριστής μπορεί να στήσει τον αριθμό των κόρνερ για να έχει οικονομικό όφελος, από το να στηθεί ένα ολόκληρο παιχνίδι, όπου θα πρέπει να συνεννοηθούν πολλοί περισσότεροι με ενδεχόμενο να «βρωμίσει» το στήσιμο.

Η χειραγώγηση των ποδοσφαιρικών αγώνων δεν αποδεικνύεται παρά μόνο με καταγγελίες και επ’ αυτοφώρω συλλήψεις. Αλλά, βέβαια, τα τσακάλια της πιάτσας δεν  καταλαβαίνουν από τέτοια και βρίσκουν διάφορους τρόπους να αποφύγουν τις συνέπειες σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά…

Την άποψη ότι δεν είναι όλοι οι ποδοσφαιρικοί αγώνες στημένοι εκφράζει ο Βασίλης Μπαρκούκης, αναπληρωτής καθηγητής  Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ., ο οποίος διοργάνωσε την έρευνα.

Συμμετείχαν περίπου 100 ποδοσφαιριστές από βαλκανικές χώρες, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, αλλά και από την Αυστρία  και τη Γαλλία, που ανήκουν σε διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες.

Το αποτέλεσμα δεν εξέπληξε κανέναν.

Ειδικά στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες των Βαλκανίων η μεγαλύτερη διαφθορά παρατηρείται σε παράγοντες συλλόγων του ποδοσφαίρου, οι οποίοι στο παρελθόν  ήταν η κομματική ελίτ στα κουμουνιστικά καθεστώτα, που κυβερνούσαν τις χώρες.

«Όταν έφυγαν από την εξουσία μπήκαν στον χώρο του ποδοσφαίρου και μετέφεραν μια νοοτροπία διαφθοράς στον αθλητισμό. Στην Ελλάδα δεν βρήκαμε εμπλοκή πολιτικών προσώπων σε τέτοιου είδους διαφθορά. Τα σκάνδαλα αφορούσαν επιχειρηματίες που δρούσαν στο πλαίσιο του αθλητισμού», αναφέρει ο κ. Μπαρκούκης.

Ο κ. Μπαρκούκης ελπίζει ότι μέσω της πλατφόρμας «Έπαθλα», που δημιουργήθηκε τον Δεκέμβριο, θα μπορούν να καταγγελθούν παρατυπίες και μπορεί να είναι μια αξιόπιστη διαδικασία, αρκεί να υπάρξουν καταγγελίες από τους εμπλεκόμενους.

Μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο; Ποιος θα βάλει τα χέρια του για να βγάλει τα μάτια του; Στο παρελθόν, έχουμε δει στη χώρα μας αρκετές καταγγελίες  (τις περισσότερες) να πηγαίνουν στο αρχείο και όσοι τις έκαναν να μπλέκουν στα δικαστήρια για πολλά χρόνια…

Παρ’ όλα αυτά, η άποψη του καθηγητή είναι πως «όλοι είμαστε καχύποπτοι στο ποδόσφαιρο ότι όλα είναι στημένα, αλλά δεν ισχύει για όλους τους αγώνες».

«Οι αθλητές έχουν γνώση και υποψίες για πολλά παιχνίδια και αυτό το νούμερο που θα μπορούσε να περιγράψει την πραγματικότητα είναι ένα ποσοστό 30-40% των ποδοσφαιριστών το οποίο μας δήλωσε ότι γνώρισαν ή είχαν υποψίες ότι παιχνίδια στήνονταν. Αυτό δείχνει και το μέγεθος του προβλήματος», δήλωσε ο Συντονιστής του ερευνητικού προγράμματος για τα στημένα παιχνίδια, Αν. Καθηγητής του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του ΑΠΘ. Σύμφωνα με τον κ. Μπαρκούκη, το ποσοστό είναι αντίστοιχο και σε άλλες χώρες της Νοατιανατολικής Ευρώπης όπως στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. «Ειδικά για τη χώρα μας. αυτό αγγίζει ένα 30-35%».

Το πιο συγκλονιστικό;

Μέσα  από το πρόγραμμα γίνεται αντιληπτό ότι οι ποδοσφαιριστές θεωρούν ότι είναι πιο πιθανό και πιο μεγάλο πρόβλημα το ντόπινγκ στο ποδόσφαιρο ενώ, παραδόξως, είναι πιο εξοικειωμένοι με τα περιστατικά χειραγώγησης αγώνων και ενδεχομένως να το θεωρούν κάτι αποδεκτό μέσα στο άθλημά τους…

Ο  καθηγητής τού ΑΠΘ διαπίστωσε μέσα από τη μελέτη ότι υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να στηθούν τα παιχνίδια.

Η τάση στα ελληνικά γήπεδα δεν είναι να στήνουν το αποτέλεσμα του αγώνα.

«Γίνεται και αυτό, βέβαια, αλλά σε έναν μεγάλο βαθμό, ειδικά όταν οι παίκτες στήνουν παιχνίδια, αυτό αφορά επιμέρους κομμάτια του αγώνα. Για παράδειγμα, πόσες κίτρινες κάρτες θα βγουν σε ένα παιχνίδι, πόσα κόρνερ θα βγουν σε ένα παιχνίδι. Οπότε δεν επηρεάζουν τόσο το αποτέλεσμα, στοιχηματίζουν και στήνουν κομμάτια του παιχνιδιού».

Σύμφωνα με την έρευνα του ΑΠΘ, πολλές φορές ένας επιχειρηματίας που στήνει ένα παιχνίδι δεν απευθύνεται στους παίκτες, αλλά πάει κατευθείαν στον διαιτητή.

«Υπάρχουν περιπτώσεις που οι ίδιοι οι παίκτες στήνουν ένα παιχνίδι μεταξύ τους. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι παράγοντες της ομάδας στήνουν ένα παιχνίδι. Πολλοί παράγοντες πιέζουν τους ποδοσφαιριστές να στήσουν ένα παιχνίδι για να μπορέσουν να πληρωθούν τα συμβόλαιά τους. Και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί αναδεικνύει πως η κακή οικονομική διαχείριση των ομάδων μπορεί να οδηγήσει σε χειραγώγηση αγώνων».

Χειραγώγηση αγώνων παρατηρείται σε όλες στις κατηγορίες.

«Έχουμε ακούσει περιστατικά χειραγώγησης αγώνων και σε μικρές κατηγορίες που το όφελος δεν είναι οικονομικό. Εκεί στήνεται ένας αγώνας για να κερδίσει πόντους και να παραμείνει στην κατηγορία μια ομάδα που έχει φιλικές σχέσεις με την αντίπαλη ομάδα. Στις υψηλές κατηγορίες το κίνητρο είναι κατά βάση οικονομικό, στις πιο μικρές κατηγορίες είναι θέσεις κατάταξης και θέσεις στο πρωτάθλημα ή φιλικές σχέσεις», τονίζει ο κ. Μπαρκούκης.

Παρά το μέγεθος του προβλήματος, δύσκολα κάποιος αθλητής θα έμπαινε στη διαδικασία να αναφέρει αυτές τις παρατυπίες και να κάνει αυτές τις καταγγελίες, αναγνωρίζει ο καθηγητής του ΑΠΘ.

Εκτός, όμως, από την έλλειψη μηχανισμού, το δεύτερο μεγαλύτερο πρόβλημα που εντοπίζεται στη χειραγώγηση αγώνων είναι ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί εύκολα η χειραγώγηση ενός αγώνα όπως γίνεται στο ντόπινγκ.

Στο ντόπινγκ υπάρχει το δείγμα ούρων και αίματος που δίνει ο αθλητής και είναι μια αδιάψευστη μαρτυρία αν χρησιμοποίησε ή όχι μια απαγορευμένη ουσία.

Σύμφωνα με τον κ. Μπαρκούκη, οι πιο σοκαριστικές μαρτυρίες που καταγράφηκαν στην έρευνα ήταν ότι «δέχτηκα κακοποίηση, το είπα στον προπονητή μου, αλλά δεν έγινε τίποτα. Δέχτηκα προσφορές για χειραγώγηση αγώνα, αλλά δεν είχα κάποιο αξιόπιστο όργανο για να το καταγγείλω και να διαχειριζόταν σωστά την καταγγελία. Θεωρούσαν τα στημένα μάλλον φυσιολογικό και αποδεκτή συμπεριφορά είτε έτσι γιατί θα πληρώνονταν, είτε γιατί θα κάνε χάρη σε έναν φίλο, σε έναν γνωστό. Αντίθετα, το ντόπινγκ στην Ελλάδα δεν είναι υψηλού κινδύνου».

Αν και τα κακώς κείμενα στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι γυμνά διά οφθαλμού, ο κ. Μπαρκούκης καταλήγει ότι δεν είναι τόσο άσχημη η εικόνα του όσο νομίζει κάποιος.

Η Ελλάδα αριθμεί συνολικά 40 επαγγελματικούς ποδοσφαιρικούς συλλόγους, 106 ημιερασιτεχνικούς ποδοσφαιρικούς συλλόγους, και περίπου 2.200 ερασιτεχνικούς ποδοσφαιρικούς συλλόγους. Υπάρχουν περίπου 40.000 ποδοσφαιριστές, μεταξύ των οποίων περίπου 1.000 έχουν επαγγελματική ιδιότητα. Περίπου 35.000 ποδοσφαιριστές αγωνίζονται σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Επίσης, το γυναικείο πρωτάθλημα περιλαμβάνει 61 ερασιτεχνικές ομάδες και υπάρχουν 3 ερασιτεχνικά πρωταθλήματα.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα