Στις ράγες ο επανακαθορισμός του κατώτατου μισθού

Επιδίωξη της κυβέρνησης και του υπουργείου Εργασίας η διασφάλιση επαρκών κατώτατων μισθών, αλλά και η αύξηση των θέσεων εργασίας στις οποίες η ίδια η αγορά δίνει αμοιβές πολύ πάνω από τις κατώτατες

Με την πανδημία να μη λέει να κοπάσει και την αβεβαιότητα των κοινωνικών εταίρων για την επόμενη ημέρα της οικονομίας να γιγαντώνεται, στη λίστα με τα πολύ καλά νέα μπορεί να καταχωριστεί η απόφαση της κυβέρνησης να εκκινήσει άμεσα η διαδικασία για τον επανακαθορισμό του κατώτατου μισθού.

Η προαναγγελία έγινε διά στόματος του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστή Χατζηδάκη, ο οποίος στην αρχή της εβδομάδας έδωσε το «παρών» στη συνεδρίαση της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και της Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων με αντικείμενο την εξέταση της Πρότασης Οδηγίας του Ευρωκοινοβουλίου και του Συμβουλίου για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ε.Ε.

Όπως είπε ο κ. Χατζηδάκης, η κυβέρνηση αποφάσισε να μην παρατείνει την «εκκρεμότητα», αλλά να ξεκινήσει η διαδικασία άμεσα βάσει των προβλέψεων του νόμου του 2013 που ψήφισε η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ (σ.σ. και διατήρησε ο ΣΥΡΙΖΑ στην περίοδο της διακυβέρνησής του). Σύμφωνα, πάντα, με τον υπουργό Εργασίας θα προηγηθεί διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, θα ληφθούν υπ’ όψιν οι απόψεις της Τράπεζας της Ελλάδος και του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και τα όσα έχουν μεσολαβήσει την τελευταία διετία. Ο κ. Χατζηδάκης εξήγησε ότι οι σχετικές διαδικασίες πλέον θα ξεκινούν κάθε άνοιξη και θα ολοκληρώνονται κάθε καλοκαίρι αρχής γενομένης από το φετινό όπου και θα ληφθεί η πρώτη σχετική απόφαση, με την επόμενη απόφαση να αναμένεται το καλοκαίρι του 2022 κ.ο.κ.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι επί συνόλου των «27» της Ε.Ε., μόλις 10 είναι τα κράτη-μέλη που έχουν υψηλότερο κατώτατο μισθό από τη χώρα μας, 6 χώρες δεν έχουν στη νομοθεσία τους την έννοια του κατώτατου μισθού (σ.σ. Αυστρία, Ιταλία, Κύπρος, Σουηδία, Δανία, Φινλανδία) και στις υπόλοιπες 10 το ύψος του κατώτατου μισθού είναι χαμηλότερο αυτού που δίδεται στην Ελλάδα.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η ευρωπαϊκή πρόταση Οδηγίας δεν αποσκοπεί στην εναρμόνιση του επιπέδου των κατώτατων μισθών στην Ένωση αλλά στη διαμόρφωση ενός πλαισίου το οποίο να διασφαλίζει την πρόσβαση των εργαζόμενων σε αξιοπρεπείς μισθούς. Μάλιστα τρεις από τις προβλέψεις που περιλαμβάνονται στην ευρωπαϊκή πρόταση Οδηγίας ήδη εφαρμόζονται από την Ελλάδα. Αυτές είναι:

α) Η διασύνδεση του ύψους του κατώτατου μισθού με μια σειρά κριτηρίων, όπως ανάπτυξη, παραγωγικότητα, τιμές, ανταγωνιστικότητα, απασχόληση, ανεργία, εισοδήματα, μισθοί.

β) Η απαίτηση για τακτική επικαιροποίηση του κατώτατου μισθού, η οποία στη χώρα μας υπό κανονικές συνθήκες γίνεται σε ετήσια βάση.

γ) Η πρόβλεψη για ευρεία δομημένη διαβούλευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και της κυβέρνησης.

Αυτό που αποτελεί νέο στοιχείο είναι η υποχρέωση της Ελλάδας να συλλέγει και να αποστέλλει δεδομένα στην Κομισιόν για τον κατώτατο μισθό. Ωστόσο, και σε αυτό το κομμάτι η χώρα μας είναι σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις του κ. Χατζηδάκη πολύ πιο μπροστά από την πλειοψηφία των εταίρων λόγω της λειτουργίας του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ και μπορεί να καλύψει τις απαιτήσεις της ευρωπρότασης.

Παρά τις όποιες ενστάσεις της αντιπολίτευσης, ο κ. Χατζηδάκης είναι ξεκάθαρος ως προς τις προθέσεις του υπουργείου Εργασίας αλλά και της κυβέρνησης συνολικά, αφού όπως υπογραμμίζει αναγνωρίζεται απόλυτα ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει ο κατώτατος μισθός στην προστασία του βιοτικού επιπέδου των ευάλωτων εργαζομένων, χωρίς να αγνοείται βέβαια ο αντίκτυπός του στην ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Συμπλήρωσε, δε, ο υπουργός ότι η φιλοδοξία της κυβέρνησης δεν περιορίζεται στη διασφάλιση επαρκών κατώτατων μισθών. Αντιθέτως, επιδιώκεται η αύξηση των θέσεων εργασίας στις οποίες η ίδια η αγορά δίνει αμοιβές πολύ πάνω από τον κατώτατο μισθό.

«Να δούμε τον κατώτατο μισθό, αλλά πρέπει πέρα από αυτό, να δούμε την πολιτική απασχόλησης που θα οδηγήσει σε νέες και καλύτερες δουλειές», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης, και συνέχισε: «Για να συμβεί αυτό, απαιτούνται επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες, στροφή σε δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας και ανάπτυξη σύγχρονων δεξιοτήτων. Ως Υπουργείο έχουμε θέσει αυτούς τους στόχους στον πυρήνα του στρατηγικού σχεδιασμού μας για τις πολιτικές απασχόλησης στην μετά covid εποχή».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα