Σχέδια επί… χρέους με βάση το πλεόνασμα

Μπορεί οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα να βρίσκονται σε εξέλιξη, όμως όλες οι πολιτικές δυνάμεις έχουν ξεκινήσει τα σχέδια τους επί χάρτου για τη μετά μνημόνιο εποχή. Το σενάριο που ανέπτυξαν από τον Σεπτέμβριο Αντώνης Σαμαράς και Ευάγγελος Βενιζέλος για απεγκλωβισμό από την τρόικα φαίνεται πως αποτελεί ζήτημα που έχει τεθεί επί τάπητος ακόμη και από την αντιπολίτευση.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Όλοι έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στον ερχόμενο Απρίλιο, όπου αναμένεται να πιστοποιηθεί και από την Eurostat το πρωτογενές πλεόνασμα, κάτι που θα ανοίξει τον δρόμο στη χώρα να εξέλθει στις αγορές. Παράλληλα μετά το τέλος των ευρωεκλογών είναι βέβαιο, ότι θα ξεκινήσουν και οι συζητήσεις για την βιωσιμότητα του χρέους. Οι διεργασίες, λοιπόν, από τον Απρίλιο αναμένονται ραγδαίες και όπως επισημαίνουν οι πολιτικοί αναλυτές «θα γράψουν Ιστορία» και μπορεί να εξελιχθούν και σε ένα πολιτικό πόκερ για δυνατούς παίκτες. Σύμφωνα με τις δημόσιες δεσμεύσεις των θεσμικών εταίρων της Ελλάδας, αλλά και με τις προ τριών εβδομάδων δηλώσεις της Άνγκελα Μέρκελ, τον Απρίλιο είναι που θα αρχίσει να τίθεται το θέμα της «διευθέτησης» του ελληνικού χρέους στον άξονα Βρυξελλών-Φρανκφούρτης-Βερολίνου-Ουάσινγκτον. Οι καλά γνωρίζοντες τα οικονομικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι μετά τον Απρίλιο θα αρχίσει να «κάθεται η σκόνη» και να γίνονται γνωστά τα ακριβή δημοσιονομικά δεδομένα και οι μεσοπρόθεσμες ανάγκες της Ελλάδας: αν, δηλαδή, θα κλείσει με πλεόνασμα και ο προϋπολογισμός του επόμενου έτους, αλλά και το ύψος του «χρηματοδοτικού κενού» ως το 2016.

Διλήμματα

Με αυτά τα δεδομένα, στο δημόσιο διάλογο αρχίζουν και τίθενται δειλά τα πρώτα διλήμματα για την κυβέρνηση, αλλά και για την αξιωματική αντιπολίτευση, δεδομένου ότι η χρηματοδότηση του Μνημονίου 2 λήγει Ιούνιο. Τι θα επιλέξει η Ελλάδα; Να μην δεχθεί ένα «δάνειο-γέφυρα», ή ένα «5ετές ομόλογο» που θα συνοδεύεται από «μίνι Μνημόνιο» και θα επιχειρήσει να βγει στις αγορές και να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της με «τσουχτερά επιτόκια»; Ή θα ανανεώσει τη «σχέση» επιτήρησης με την τρόικα, αποδεχόμενη και τις εκάστοτε «απαιτήσεις» των Τόμσεν, Μορς, Μαζούχ, προκειμένου να συνεχίσει να δανείζεται με μεσοσταθμικό επιτόκιο 2%;

Σε αυτό το δίλλημα θα πρέπει να λάβει απόφαση η κυβέρνηση. Τα όσα διερωτήθηκε ο Κώστας Σκανδαλίδης πριν από λίγες ημέρες σε τηλεοπτική εκπομπή «μήπως είναι καλύτερο να συνεχίσουμε να δανειζόμαστε φθηνά και να ρίξουμε τη διαφορά των επιτοκίων σε κοινωνική πολιτική;», αποτελούν τροφή για σκέψη. Και η άποψη αυτή έχει αξία ειδικά όταν προέρχεται από ένα ιστορικό στέλεχος, ο οποίος έχει ζητήσει την όσο το δυνατόν γρηγορότερη απελευθέρωση από τους εκπρόσωπους των δανειστών.

Στον αντίποδα, αν και το Μέγαρο Μαξίμου δεν έχει ακόμη εξωτερικεύσει την τελική στρατηγική του, ούτε έχει εξειδικεύσει τις επιδιώξεις του. Απλά συνεργάτες του πρωθυπουργού ομιλούν περί κάποιας πρώτης συμφωνίας με αμερικανικά funds προκειμένου να εξασφαλίσει πως στην πρώτη, «πειραματική» έξοδο της Ελλάδας στις αγορές μετά το Μάιο θα είναι επιτυχημένη. Μάλιστα οι ίδιες πηγές τονίζουν πως ομιλούν για την έκδοση ενός ομολόγου, που θα κυμανθεί από 2,5 ως 3 δισ. ευρώ.

Φυσικά γίνεται αντιληπτό, ότι το Μαξίμου επιθυμεί διακαώς να δρομολογήσει και να πετύχει μία –έστω συμβολική- έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, προκειμένου να στηριχθεί η κυβερνητική πολιτική αφήγηση, που προβλέπει ότι «το Μνημόνιο τελειώνει και αποκτούμε σύντομα την ανεξαρτησία μας». Ακόμη εντονότερη επιθυμία για έκδοση ομολόγου τον Μάιο-Ιούνιο φαίνεται πως επικρατεί στην Ιπποκράτους, αφού ο Ευάγγελος Βενιζέλος, σε όλες τις δημόσιες τοποθετήσεις του σχεδόν… εγγυάται ότι «το Μνημόνιο τελειώνει». Ας μην ξεχνάμε ότι εκεί στηρίζεται η αφήγηση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης για την ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του, ότι «το ΠΑΣΟΚ έπεσε μαζί με την Ελλάδα και θα ανεβούν εκ νέου μαζί».

Πάντως, ακόμη και στελέχη του οικονομικού επιτελείου παραδέχονται ότι «η ανεξαρτησία κοστίζει πολύ», αφήνοντας να εννοηθεί πως, αν διασφαλιστεί ότι για το «δάνειο-γέφυρα» δε θα ζητηθούν νέα σκληρά μέτρα, τότε θα ήταν προτιμότερο αυτό το σενάριο. Οι ίδιες πηγές προεξοφλούν ότι ενώ η συνέχιση της χρηματοδότησης από την τρόικα θα γίνεται με επιτόκια που δε θα ξεπερνούν το 1,8-2%, μία ελληνική έξοδος στις αγορές θα «κοστίσει» όχι λιγότερο από 5% επιτόκιο. Μάλιστα, ο Γιάννης Στουρνάρας φέρεται να λέει, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις του, πως «αν η Ελλάδα βολευτεί σε κάλυψη χρηματοδοτικών αναγκών με συμφωνημένη έκδοση ομολόγων και εντόκων γραμματίων με τσουχτερά επιτόκια, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εκτροχιάσει ακόμη και την –όποια- μακροπρόθεσμη διαχειρισιμότητα του χρέους».

Πολιτικοί σχεδιασμοί

Με βάση όλα τα παραπάνω, είναι σαφές πως όταν έρθει η ώρα λήξης του παρόντος χρηματοδοτικού προγράμματος, το δίλημμα θα είναι πρωτίστως πολιτικό και όχι οικονομικό. Μαξίμου και Χαριλάου Τρικούπη θα θέλουν να δείξουν ότι ο «μνημονιακός» δρόμος οδηγεί στο «ξέφωτο» της απαλλαγής από την τρόικα, έστω κι αν αυτό κοστίσει κάτι παραπάνω.

Κάτι τέτοιο, εξάλλου, θα μπορούσε να φέρει σε δύσκολη θέση τον ΣΥΡΙΖΑ, αν η κυβέρνηση ισχυριστεί ότι «έβγαλε την χώρα στις αγορές και την απάλλαξε από την τρόικα». Τότε, άλλωστε, η κυβέρνηση θα έχει φτιάξει και ένα προεκλογικό διακύβευμα που θα είναι πολύ κοντά στην πραγματικότητα και θα μπορεί να τοποθετηθεί στη σκακιέρα του πολιτικού παιχνιδιού ανακτώντας την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Μία επίσης καλοστημένη παγίδα για τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να στηθεί εάν υλοποιηθεί η ιδέα αρκετών εντός του ΠΑΣΟΚ, ότι «όταν θα έρθει η ώρα να αποφασίσουμε πού θα πάει η χώρα, θα πρέπει αυτό να γίνει με ενισχυμένη πλειοψηφία, ακόμη και με δημοψήφισμα. Να πει την άποψή του ο λαός, αλλά να αναλάβουν τις ευθύνες τους και όλα τα κόμματα». Τι σημαίνει αυτό; Ότι Σαμαράς και Βενιζέλος πρέπει να επιχειρήσουν να «δεσμεύσουν» τον ΣΥΡΙΖΑ ζητώντας ενισχυμένη πλειοψηφία στη Βουλή για την όποια απόφαση. Οι συνομιλητές του Αντ. Σαμαρά και του Ευ. Βενιζέλου αναγνωρίζουν πως πλέον, ο μόνος τρόπος για να αποφύγουν δυσάρεστες συνέπειες, πρέπει να υλοποιηθεί η στρατηγική τους.

Σε ό,τι αφορά στον ΣΥΡΙΖΑ, η πλειονότητα των στελεχών της Κουμουνδούρου μάλλον δε θα ενοχληθεί ιδιαιτέρως αν χρειαστεί να κάνει κι άλλο υπομονή, προκειμένου να μην έχει μία ενδεχόμενη «κυβέρνηση της Αριστεράς» τη θλιβερή υποχρέωση να συνομιλήσει με τον Τόμσεν και την παρέα του.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα