«Ταφόπλακα» του ΣτΕ σε κινητοποιήσεις διαρκείας των δικηγόρων

Αποφάσεις-κόλαφο για τις κινητοποιήσεις των δικηγόρων έλαβε προ ημερών η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι η πανελλαδική αποχή των δικηγόρων που ξεκίνησε στις 12 Ιανουαρίου 2016 είναι αντίθετη τόσο στο Σύνταγμα, όσο και στην Ευρωπαϊκή Σύβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

Ρεπορτάζ: Πωλίνα Βασιλοπούλου 

Στο πλήρες σκεπτικό των αποφάσεων που παρουσιάζει σήμερα η «Α» το Συμβούλιο της Επικρατείας βάζει «ταφόπλακα» ουσιαστικά σε μελλοντικές κινητοποιήσεις διαρκείας των δικηγόρων! Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του ΣτΕ στις υπ’ αριθμόν 1466 και 1467/2017 αποφάσεις της τονίζει πως: «οι αποφάσεις των δικηγορικών συλλόγων που κηρύσσουν αποχή των μελών τους από την άσκηση των καθηκόντων τους, ερειδόμενες κυρίως στις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 89 παρ. 1, 90 περ. γ’ και δ’ του Κώδικα Δικηγόρων, συνιστούν νόμιμο μέσο δράσης των συλλόγων και δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα ή σε άλλες υπερνομοθετικές διατάξεις».

Ταυτόχρονα και ξεκάθαρα, όπως επισημαίνει, «υπόκεινται σε περιορισμούς που επιβάλλονται από τη φύση της δικαιοδοτικής λειτουργίας ως μιας από τις τρεις κρατικές λειτουργίες (άρθρο 26 του Συντάγματος), η οποία δεν νοείται να παραλύει σε ένα Κράτος Δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των δικηγόρων, οι οποίοι συμβάλλουν στην απονομή της Δικαιοσύνης ως συλλειτουργοί της (άρθρο 2 Κώδικα Δικηγόρων). Οι περιορισμοί αυτοί ερείδονται και σε άλλες διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ και ειδικότερα: α) στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος που καθιερώνει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας και θεμελιώνει, από κοινού με το άρθρο 26, την υποχρέωση του Κράτους να διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων και την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης· β) στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ που καθιερώνει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, η οποία περιλαμβάνει το δικαίωμα των διαδίκων να υπερασπίζουν τις υποθέσεις τους με δικηγόρο της εκλογής τους· γ) στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος που κατοχυρώνει την επαγγελματική ελευθερία και το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας· δ) στο άρθρο 25 παρ. 1 και 3 του Συντάγματος, όπου αποτυπώνονται η αρχή της αναλογικότητας και η απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος».

Το σκεπτικό
Όπως εξηγούν οι σύμβουλοι επικρατείας στο σκεπτικό τους, «οι ως άνω περιορισμοί ανάγονται ιδίως στη διασφάλιση διενέργειας των αναγκαίων (διαδικαστικών και λοιπών) πράξεων κατά τη διάρκεια της αποχής, στην, κατ’ αρχήν, πρόβλεψη εύλογου χρόνου μεταξύ κήρυξης και πραγματοποίησης της αποχής, στην υποχρέωση άμεσης γνωστοποίησης στις Αρχές (Δικαστήρια, Υπουργείο Δικαιοσύνης κ.ά.) αλλά και δημοσιοποίησης της απόφασης κατά τρόπο πρόσφορο εξασφαλίζοντα γνώση της αποχής από το ευρύτερο κοινό, στον χρόνο διάρκειας της αποχής που πρέπει να είναι όχι μόνον ορισμένος αλλά και βραχύς, κατά τα εκτεθέντα στην ενδέκατη σκέψη, και στη φύση της απόφασης περί αποχής, η μη τήρηση της οποίας δεν μπορεί να συνεπάγεται, καθ’ εαυτή, πειθαρχική ευθύνη για τα μέλη του συλλόγου που τυχόν δεν συμμορφώνονται».

«Ειδικά δε», συνεχίζουν οι σύμβουλοι επικρατείας, «η αδυναμία κατάθεσης γραμματίου προκαταβολής εισφορών κατά το άρθρο 61 του Κώδικα Δικηγόρων κατά τη διάρκεια της αποχής οδηγεί σε άρση του απαραδέκτου της αντίστοιχης διαδικαστικής πράξης, η οποία διενεργείται χωρίς να γεννάται πειθαρχική ευθύνη του δικηγόρου· οι οφειλόμενες δε εισφορές είναι καταβλητέες ευθύς μετά τη λήξη της αποχής. Τέλος, ο χρόνος διάρκειας της αποχής ελέγχεται ακυρωτικά από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο, ασκώντας έλεγχο ορίων, σταθμίζει αφενός τους λόγους που οδήγησαν στην κήρυξη της αποχής, αφετέρου την έκταση (με κριτήριο το εύρος και τη σημασία των κατηγοριών υποθέσεων τις οποίες αφορά η αποχή) και το είδος των πράξεων που επιτρέπεται να διενεργούνται από τους δικηγόρους κατά τη διάρκεια της αποχής, καθώς και τα δικαιώματα και συμφέροντα των θιγομένων (συμπεριλαμβανομένων του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου) από την απόφαση περί αποχής (βλ. σχετ. Σ.τ.Ε. 2512/1997)».

Παραβίαση του Συντάγματος
Αναλυτικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Δημήτριος Σκαλτσούνη, αποφάνθηκε ότι η πανελλαδική αποχή διαρκείας παραβιάζει συνταγματικές αρχές, που είναι: το άρθρο 25 του Συντάγματος που καθιερώνει την αρχή της αναλογικότητας και απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος, το άρθρο 26 που καθιερώνει την υποχρέωση του κράτους να διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων και την αποτελεσματική απονομή της Δικαιοσύνης, το άρθρο 20 του Συντάγματος που καθιερώνει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, το άρθρο 5 του Συντάγματος που κατοχυρώνει την επαγγελματική ελευθερία και το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ που καθιερώνει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, η οποία περιλαμβάνει το δικαίωμα των διαδίκων να υπερασπίζουν τις υποθέσεις τους με δικηγόρο της εκλογής τους.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα