Τελειώνει η δημοσιονομική χαλαρότητα, έρχεται το «Συμβόλαιο Στόχων»

Τι σημαίνει για την Ελλάδα η επιστροφή στο στενό δημοσιονομικό «κοστούμι» που επιβεβαιωμένα δρομολογείται από τις Βρυξέλλες

Ραντεβού στις Βρυξέλλες είχαν την περασμένη Τρίτη οι υπουργοί Οικονομικών των «27» της Ε.Ε. με την «ταμπακιέρα» των συζητήσεων να ενδιαφέρει σε μεγάλο βαθμό τη χώρα μας.

 

Του Νίκου Τσαγκατάκη

 

Τρεις και πλέον μήνες έχουν περάσει από τον Νοέμβριο του 2022 όταν η Κομισιόν έριξε στο τραπέζι των συζητήσεων μεταξύ των κρατών-μελών της Ένωσης την πρόταση να γίνει ένα λίφτινγκ στον τρόπο με τον οποίο θα ασκείται η εποπτεία επί των δημοσιονομικών ζητημάτων κάθε χώρας, ειδικά σε περιπτώσεις όπως της Ελλάδας που το δημόσιο χρέος τους ξεπερνά το 60% ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Αυτό το μεταρρυθμισμένο –προς το καλύτερο υποτίθεται– πρωτόκολλο κοινής δημοσιονομικής πολιτικής θα «κλείδωνε» στο τελευταίο Ecofin της 14ης Μαρτίου. Αντ’ αυτού, την περασμένη Τρίτη προέκυψε μία μεσοβέζικη λύση τύπου «λίγο απ΄ όλα» που κλωτσάει το τενεκεδάκι των αποφάσεων λίγο παρακάτω, ώστε να νιώθουν όλοι κερδισμένοι: και ο υπερχρεωμένος νότος που θέλει πιο χαλαρή δημοσιονομική προσέγγιση αλλά και οι σκληροί του Βορρά (βλ. Γερμανία) που ζητούν επιστροφή στην άτεγκτη δημοσιονομική πειθαρχία ει δυνατόν… χθες!

 

Το κείμενο συμπερασμάτων

«Σκιαγραφικό» του πλαισίου στο οποίο θα κινηθούν οι αποφάσεις είναι το τελευταίο κείμενο συμπερασμάτων των ΥΠ.ΟΙΚ. της Ευρωζώνης. Εκεί γίνεται επίκληση της πανδημικής κρίση και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ως των καταλυτικών παραγόντων που αύξησαν περαιτέρω τα ήδη υπέρογκα δημόσια χρέη, που τώρα πρέπει να μειωθούν. Πώς; «Με σταδιακό και ρεαλιστικό τρόπο» λένε οι Βρυξέλλες, όπου το «σταδιακά» οριοθετείται χρονικά μέχρι την 1η Ιανουαρίου του 2024 και το «ρεαλιστικά» ότι αυτό θα επιτευχθεί με ένα θεωρητικά λιγότερο σκληρό σύμφωνο δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει καταρχάς ότι στο εννεάμηνο που υπολείπεται μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους θα δούμε να περιορίζονται μέχρι… εξαφανίσεως τα κρατικά πακέτα στήριξης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που παρέχονταν με φόντο τον κορωνοϊό και την ενεργειακή κρίση. Το επόμενο βήμα θα είναι η κατάρτιση από την Αθήνα και τις άλλες πρωτεύουσες των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων κάθε χώρας που θα πρέπει να καλύπτουν τη δημοσιονομική πολιτική, τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις και τα οποία θα τεθούν υπόψη της Κομισιόν μόλις ξεκινήσει να εφαρμόζεται το (μη ψηφισθέν ακόμη) μεταρρυθμισμένο πλαίσιο κοινής ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης.

 

Το… κοντράτο

Επί της ουσίας αυτό που πλασάρεται ως μεταρρύθμιση είναι ότι εν ευθέτω χρόνο η εποπτεία των εθνικών οικονομιών της Ε.Ε. από τις αρμόδιες κοινοτικές αρχές δεν θα έχει τη μορφή ενός one-size κοστουμιού στο οποίο θα καλούνται να «χωρέσουν» οι χώρες που παρεκκλίνουν των στόχων, αλλά η προσαρμογή θα επέρχεται με βάση και τις εθνικές «ιδιαιτερότητες» και υπό την μορφή ενός «συμβολαίου δημοσιονομικών στόχων». Αυτό το… κοντράτο θα συνυπογράφουν οι Βρυξέλλες με την εκάστοτε χώρα που έχει χρέος άνω του 60% και βάσει αυτού το υπόχρεο κράτος θα δεσμεύεται να πετύχει τους συμφωνημένους στόχους σε ορίζοντα 48 μηνών. Πρωταρχικός δημοσιονομικός στόχος θα είναι η συγκράτηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κάτω από ένα συμφωνημένο όριο, ώστε σε συνδυασμό με την υιοθέτηση μεταρρυθμίσεων και δημοσίων επενδύσεων το χρέος είτε θα αποκλιμακώνεται αισθητά είτε θα διατηρείται σε συνετά επίπεδα.

Η αποτυχία του υπόχρεου κράτους να τηρήσει τους όρους-στόχους του δημοσιονομικού συμβολαίου θα ενεργοποιεί την «δεύτερη ευκαιρία» που στην ουσία είναι η παράταση της συμφωνίας υπό τον όρο ότι το υπόχρεο κράτος θα δεσμευτεί σε ένα καινούργιο πακέτο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων.

Είναι αυταπόδεικτο ότι την παραπάνω φόρμουλα δημοσιονομικής προσαρμογής θα βρει μπροστά της η Ελλάδα που στο τέλος του 2023 θα δει (κατ’ εκτίμηση) το χρέος στο ±160% του ΑΕΠ, υποχρεούμενη πιθανότατα να παζαρεύει με τους Θεσμούς νέα προαπαιτούμενα για το κλείσιμο σχετικών αξιολογήσεων της οικονομικής πορείας της από την Κομισιόν. Σημειωτέον ότι και στην όποια «μεταποιημένη» μορφή του ενωσιακού συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης οι τιμές-«ταβάνι» του 3% για το δημοσιονομικό έλλειμμα και του 60% για το δημόσιο χρέους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ θα παραμείνουν αμετάβλητες.

 

Εν αρχή ην… (…το κόψιμο της στήριξης)

Αν κάτι μπορεί να θεωρηθεί παρήγορο για την Ελλάδα αυτό είναι ότι δεν προβλέπεται να πάρουν σύντομα σάρκα και οστά οι επιδιωκόμενες αλλαγές. Εκείνο που θα προηγηθεί –πιθανότατα τον Μάιο– είναι η οριστικοποίηση του χρονοδιαγράμματος με τον οποίο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα κληθούν όπως προαναφέρθηκε να μειώσουν (μέχρι… εξάλειψης) τα υποστηρικτικά επιδοματικά μέτρα, ώστε να σταματήσουν να χρεώνονται οι κρατικοί προϋπολογισμοί αλλά και να βοηθηθεί η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη.

 

Κ2———-

Η πρόταση της Αθήνας

 

Η θέση της Αθήνας ως προς τα τεκταινόμενα έχει στον πυρήνα της την αρχή του ρεαλισμού και όχι της χαλαρότητας των κανόνων, καθώς αν λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά κάθε οικονομίας και η βιωσιμότητα του χρέους της, η επάνοδός στην δημοσιονομική κανονικότητα θα έχει αναπτυξιακό πρόσημο και δεν θα ναρκοθετείται από τιμωρητικές πολιτικές λιτότητας. Υπό αυτό το πρίσμα, η ελληνική πρόταση προκρίνει:

>> Τη μείωση χρέους με βάση τον οικονομικό κύκλο (π.χ. άλλο ποσοστό όταν υπάρχει ανάπτυξη, άλλο όταν υπάρχει επιβράδυνση της οικονομίας) και όχι σε σταθερά βήματα (ετήσια μείωση 1/20 ανά έτος για το ποσοστό του χρέους που υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ).

>> Τη διατήρηση του ανώτατου ορίου ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ, αλλά με βάση τις «καθαρές» πρωτογενείς δαπάνες, όπως δηλαδή έχει αποδεχτεί και προτείνει η Κομισιόν.

>> Την εξαίρεση των δαπανών για επενδύσεις στην πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση από τον υπολογισμό του ελλείμματος, όπως και των αμυντικών δαπανών για χώρες-ακρίτες των ευρωπαϊκών συνόρων απέναντι σε εξωτερικές απειλές (ανάλογο αίτημα εκφράζουν και χώρες όπως η Πολωνία, Φινλανδία κ.ά).

>> Την ύπαρξη ενός πανευρωπαϊκού δημοσιονομικό «εργαλείου», κατ’ αναλογία του Ταμείου Ανάκαμψης, για να επανέρχονται τα υπερχρεωμένο κράτη σε τροχιά ανάπτυξης ώστε να συνεχίζουν τη δημοσιονομική τους προσαρμογή.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα