Το καταναλωτικό κίνημα μέσα στην κρίση

Πριν τα μνημόνια χτυπήσουν την «πόρτα» τής χώρας μας, τα προβλήματά μας ήταν πολύ πιο απλά: απευθυνόμασταν στις καταναλωτικές οργανώσεις για να παραπονεθούμε για δύο καμένα πίξελ στην οθόνη τού ηλεκτρονικού μας υπολογιστή, για μυρμήγκια που βρήκαμε στα πατατάκια ή για κάποιο λάθος που έγινε σε διαδικτυακή παραγγελία μας.

Σήμερα, ωστόσο, οι περισσότεροι που θα ζητήσουν τη συνδρομή μιας από τις λίγες οργανώσεις καταναλωτών που έχουν απομείνει ενεργές, θα το κάνουν για θέμα που αφορά διαχείριση χρέους τους προς τις τράπεζες ή για να πληροφορηθούν ποια είναι τα δικαιώματά τους ως ασθενείς όταν τους ζητούν από τα νοσοκομεία να υπογράψουν συναλλαγματικές. Τουλάχιστον, έχουμε απαλλαγεί σε σημαντικό βαθμό από τις αποκαλούμενες οργανώσεις-«σφραγίδες», οι οποίες δημιουργήθηκαν σε όλη τη χώρα ακόμα κι από πολιτικά κόμματα την εποχή που «δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα»…

Του Γιάννη Συμεωνίδη

 

Οι περισσότεροι καταναλωτές απευθύνονται πλέον στις οργανώσεις για να λαμβάνουν συμβουλές για το πώς θα διαχειριστούν τα δάνειά τους, καθώς και για άλλες υποχρεώσεις τους που προέκυψαν από τραπεζικά προϊόντα και υπηρεσίες τις οποίες δεν μπορούν πλέον να καλύπτουν. Υπό κανονικές συνθήκες, οι οργανώσεις θα έπρεπε να εκπαιδεύουν το καταναλωτικό κοινό στην ορθή χρήση χρηματοοικονομικών προϊόντων, για τους όρους των συμβάσεων για παράδειγμα ή τις προϋποθέσεις λήψης δανείου. Τελικώς κατέληξαν να ασχολούνται με τη διαχείριση χρέους, το οποίο είναι περισσότερο νομικό ζήτημα.

Από το Νέο Ινστιτούτο Καταναλωτών (ΙΝΚΑ), π.χ., έχουν περάσει πάνω από 5.000 άτομα από το 2010 ζητώντας συμβουλές για τα δάνεια και τα χρέη τους. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν μπορούν να αποπληρώσουν τις οφειλές τους επειδή έμειναν άνεργοι ή επειδή το εισόδημά τους απομειώθηκε πολύ και συνεπώς δεν μπορούν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις που είχαν αναλάβει με άλλα οικονομικά δεδομένα. Αύξηση παραπόνων καταγράφεται και σε ό,τι έχει να κάνει με θέματα ακρίβειας, ελαττωματικών προϊόντων (αρκετές εταιρείες ακολουθούν επιθετικές κι αθέμιτες πρακτικές και είναι σκληρές στη συνδιαλλαγή τους με τους καταναλωτές όταν ανακύπτει κάποιο πρόβλημα) κι ασφαλιστικών εταιρειών.

 

Απέκτησαν συνείδηση

Η Σήλια Τσέκερη είναι πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Καταναλωτών «Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» και γενικός γραμματέας τού Νέου ΙΝΚΑ. Μιλώντας στην «Α», επισημαίνει πως οι πολίτες απέκτησαν από μόνοι τους καταναλωτική συνείδηση λόγω της κρίσης. Ενδεικτικώς, όταν μειώθηκαν οι μισθοί τους άρχισαν να μπαίνουν στη διαδικασία να συγκρίνουν τιμές: «Κάποτε στο εξωτερικό θεωρούσαν, και είχαν δίκιο, πως δεν είχαμε καταναλωτική συνείδηση. Απορούσαν όταν τους έλεγα πως πηγαίνω στη δουλειά μου με το αυτοκίνητο κι όχι με το μετρό. Δεν γνωρίζουν όλοι τα δικαιώματά τους, αλλά σίγουρα πλέον είναι περισσότεροι από όσοι στο παρελθόν. Τώρα, για παράδειγμα, θέλουν να πληροφορούνται πιο πολλά για το τι λέει ο νόμος για τις εγγυήσεις. Από την άλλη, όπως και δέκα χρόνια πριν, η πλειονότητα των καταναλωτών μάς επισκέπτεται μόνο όταν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα. Βλέπω, επίσης, ένα αυξημένο ενδιαφέρον, αλλά αυτό δεν αντικατοπτρίζεται στην εγγραφή μελών. Οι πολίτες δεν δίνουν ούτε τα δέκα ευρώ της ετήσιας συνδρομής την οποία έχουν ανάγκη οι οργανώσεις για να καλύπτουν λειτουργικά τους έξοδα».

Το καταναλωτικό κίνημα στιγματίστηκε, πάντως, από τις οργανώσεις-«φαντάσματα», οι οποίες την εποχή των «παχιών αγελάδων» ανθούσαν. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια στο Μητρώο τής Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του υπουργείου Ανάπτυξης ήταν εγγεγραμμένες περισσότερες από 70. Η κρίση βοήθησε στο να γίνει κάποιο ξεσκαρτάρισμα. Σήμερα είναι περίπου 45, οι ενεργές ωστόσο ανάμεσά τους είναι πολύ λιγότερες. Είναι χαρακτηριστικό πως από τις 16 οργανώσεις τής «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ» πέντε «χαροπαλεύουν». Και πώς να μη συμβαίνει αυτό, όταν η κρατική χρηματοδότηση είναι κυριολεκτικώς μηδαμινή και η οικονομική συνδρομή των εθελοντών ανεπαρκής; Πάλι καλά για τις καταναλωτικές οργανώσεις που υπάρχουν και κάποια προγράμματα του ΕΣΠΑ και μπορούν να κρατούν το κεφάλι τους πάνω από την επιφάνεια της «θάλασσας».

«Με 2.000 ευρώ τον χρόνο μπορούσε μια καταναλωτική οργάνωση της επαρχίας να πληρώνει τα λειτουργικά της έξοδα, αλλά ούτε αυτά δεν υπάρχουν πλέον. Αρκετές οργανώσεις έχουν παράγει έργο το οποίο δεν έχει διαφημιστεί. Αυτοί που θέλουν να μείνουν στον χώρο θα μείνουν. Ο πόλεμος σε βάρος των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων δεν έχει συμπαρασύρει τους πάντες. Στο Νέο ΙΝΚΑ έχουμε ορκωτούς ελεγκτές και κρατούμε βιβλία τρίτης κατηγορίας», προσθέτει η κα Τσέκερη.

 

Τα μποϊκοτάζ

Κανείς, ωστόσο, δεν μπορεί να αισθάνεται υπερήφανος για τα επιτεύγματά του στον πόλεμο κατά τής ακρίβειας. Τα καρτέλ μοιάζουν σήμερα ισχυρότερα παρά ποτέ, αφού και οι όποιες πρωτοβουλίες είχαν αναπτυχθεί από το καταναλωτικό κίνημα έμειναν ημιτελείς και λόγω κρίσης. Οι τιμές σε βασικά προϊόντα είναι ίδιες, αν όχι κι αυξημένες, σήμερα σε σύγκριση με την προ μνημονίων εποχή, ενώ έχει διαπιστωθεί και ίδια τιμολόγηση σε είδη πρώτης ανάγκης στα περισσότερα σούπερ μάρκετ.

Το μποϊκοτάζ, το οποίο είναι όπλο στα χέρια των καταναλωτών, θα μπορούσε να είναι μια απάντηση, ωστόσο, όπως αναφέρουν στην «Α» άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις, θα πρέπει να είναι καλά οργανωμένο και στοχευμένο για να αποφευχθούν λάθη τού παρελθόντος και για να μην καταλήξει μπούμερανγκ σε βάρος τού καταναλωτικού κινήματος. Δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από το μποϊκοτάζ στα γαλακτοκομικά προϊόντα, πριν κάποια χρόνια, το οποίο απέτυχε γιατί δεν δίνονταν στους καταναλωτές εναλλακτικές λύσεις και δεν είχε τεθεί κάποιος συγκεκριμένος χρονικός ορίζοντας λήξης του…

 

«Όλοι μαζί μπορούμε να πετύχουμε περισσότερα»

Η Παναγιώτα Καλαποθαράκου είναι αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Καταναλωτών «Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» και γενική διευθύντρια της Ένωσης Καταναλωτών «Ποιότητα Ζωής» (ΕΚΠΟΙΖΩ). Σε συνομιλία της με την «Α» υπογραμμίζει πως ναι μεν έχει ενισχυθεί το εθελοντικό κίνημα, αλλά όλοι μαζί μπορούμε να πετύχουμε περισσότερα, κι αυτό γιατί είναι αμφίδρομη διαδικασία η μαζικοποίησή του. Η ίδια επισημαίνει πως η κρίση είναι μια ευκαιρία για να κινητοποιηθούμε και για να επαναπροσδιορίσουμε κάποια πράγματα ως καταναλωτές: «Μέχρι το 2010, μας χαρακτήριζε η υπερκατανάλωση. Πλέον, και λόγω ανάγκης, έχουμε εξορθολογιστεί. Ελέγχουμε περισσότερο την αγορά και συγκρίνουμε τιμές γιατί το εισόδημά μας πλέον δεν φτάνει για υπερβολές. Λόγω της μείωσής του, ωστόσο, υποβαθμίζεται η ποιότητα ζωής των καταναλωτών. Προσπαθούν να καλύπτουν τις άμεσες βιοτικές τους ανάγκες χωρίς να είναι σε θέση να αγοράζουν ποιοτικά προϊόντα ακόμα και για τη διατροφή τους…»

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα