Το στοίχημα της Αθήνας στο γεωπολιτικό ντόμινο της Μεσογείου

Η μοναδική και υπό προϋποθέσεις ευκαιρία της Ελλάδας να επανατοποθετηθεί στον χάρτη της περιοχής ως πολύ ισχυρότερος από πριν πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας

Σκηνή πρώτη: Η Τουρκία ξαναβγάζει το ερευνητικό Oruc Reis στη Μεσόγειο, παρενοχλώντας παράλληλα το γαλλικό Nautical Geo επειδή ΔΗΘΕΝ παραβιάζει την «τουρκική ΑΟΖ».

Σκηνή δεύτερη: Ο τελευταίος γύρος των διερευνητικών ελληνο-τουρκικών επαφών στην Άγκυρα κράτησε λιγότερο από έναν… καφέ, καθώς οι γείτονες ξαναέβαλαν στο τραπέζι των συζητήσεων το σύνολο της αναθεωρητικής και επεκτατικής ατζέντας τους.

Σκηνή τρίτη: Η Τουρκία ανακάλυψε νέο casus belli επικαλούμενη την αμυντική θωράκιση των νησιών του Αιγαίου.

Σε όσες πράξεις κι αν εξελίσσεται η τουρκική προκλητικότητα, ο χαρακτήρας του χιλιοπαιγμένου, βαρετού, αλλά συνάμα επικίνδυνου μονόπρακτου που παίζει η Άγκυρα καιρό τώρα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο δεν αλλάζει. Σε αυτό το θέατρο των απειλών, η Αθήνα επιχειρεί το εύλογο: διατηρεί το μίνιμουμ των διαύλων επικοινωνίας ανοιχτούς, αναβαθμίζοντας κατ’ αρχάς την αποτρεπτική ικανότητα των όπλων της και επενδύοντας διπλωματικό κεφάλαιο στο «χτίσιμο»-ενδυνάμωση των συμμαχιών της.

Το πρώτο σκέλος επιτυγχάνεται με τη νέα «Αγορά του (νέου) αιώνα» που σε ορίζοντα πενταετίας θα βάλει στη φαρέτρα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων 24 γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη Rafale και τρεις καινούργιες –γαλλικές επίσης– φρεγάτες Belh@rra.

Το δεύτερο σκέλος, δηλαδή το χτίσιμο των συμμαχιών καθρεφτίζεται στην υπογραφή της ελληνογαλλικής συμφωνίας που εμπεριέχει τη ρήτρα αμυντικής συνδρομής, καθώς και στην ανανέωση (με πενταετή διάρκεια αυτήν τη φορά) της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ, η οποία θα περιλαμβάνει νέες τοποθεσίες και επέκταση των υφιστάμενων αμερικανικών βάσεων στη χώρα μας.

Η αλλαγή προτεραιοτήτων τής Ουάσινγκτον

Όποιος αναγνώσει τις παραπάνω κινήσεις ως συνέχιση της πρόσδεσης της Ελλάδας στο «άρμα» της αστερόεσσας και επιβεβαίωσης του ιστορικού αξιώματος «ΕΛΛΑΣ-ΓΑΛΛΙΑ-ΣΥΜΜΑΧΙΑ», χάνει την ουσία των συγκεκριμένων στρατηγικών επιλογών και αγνοεί το μεταλλασσόμενο γεωπολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου πάρθηκαν οι σχετικές αποφάσεις.

Ευτυχώς, δεν επέδειξε τέτοια άγνοια η ελληνική διπλωματία, που φαίνεται ότι έχει αρχίσει να αποκωδικοποιεί σωστά τα σημάδια των καιρών.

Ένα τέτοιο σημάδι είναι, για παράδειγμα, η αλλαγή των προτεραιοτήτων τής Ουάσινγκτον που ψηλά-ψηλά στη λίστα της έχει γραμμένη με κόκκινα κεφαλαία γράμματα τη λέξη CHINA. Η Κίνα εν προκειμένω είναι ο νέος μπαμπούλας που… λατρεύει να μισεί η αμερικανική κυβέρνηση. Εξ ου και όλα τα βλέμματα της διοίκησης Μπάιντεν είναι στραμμένα στον Ειρηνικό και στο ανάχωμα που έστησε στην περιοχή με συνεταίρους τη Βρετανία και την Αυστραλία (AUKUS), ώστε να αναχαιτιστεί το Πεκίνο που επελαύνει όχι μόνο εμπορικά, αλλά και τεχνολογικά και κυρίως στρατιωτικά.

Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα

Τα σχεδόν 5.000 μίλια που χωρίζουν την Αθήνα από το Πεκίνο μπορεί να είναι πολύ μεγάλη απόσταση για ταξίδι αναψυχής, αλλά με γεωπολιτικούς όρους οι δύο πρωτεύουσες απέχουν όσο η Κυψέλη από το Παγκράτι.

Άλλωστε, το ιδιότυπο πολύγωνο ΗΠΑ – Βρετανία – Κίνα – Αυστραλία περικλείει και τη Γαλλία που έχει «κατέβει» στα νοτιοανατολικά νερά της Μεσογείου, περιλαμβάνει και την πάντα εύφλεκτη Μέση Ανατολή, και φυσικά το ελληνοτουρκικό ναρκοπέδιο. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν χρειάζεται διδακτορικό στις διεθνείς σχέσεις για να κατανοήσει κάποιος ότι κάθε αλλαγή «δρομολογίου» που κάνουν οι ΗΠΑ επηρεάζει συνολικά τις εξελίξεις για κάθε παίκτη στη σκακιέρα.

Το καλό για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα είναι ότι για πρώτη φορά ίσως οι «καραμπόλες» που προκάλεσε η αλλαγή δρομολογίου των ΗΠΑ ανοίγουν ένα μεγάλο παράθυρο ευκαιρίας για την Ελλάδα.

Κατ’ αρχάς, το γεγονός τής εν μέρει αποστασιοποίησης των ΗΠΑ από τα συμβαίνοντα στη γειτονιά δημιούργησε κρίσιμο ζωτικό χώρο στη Γαλλία, που επιδιώκει να ηγεμονεύσει πολιτικο-στρατιωτικά στη Μεσόγειο. Σε μία Μεσόγειο που, σημειωτέον, η Ελλάδα είναι πλέον και με τη… βούλα ο στενότατος σύμμαχος της χώρας με τον μεγαλύτερο στρατό στην Ευρώπη και της μοναδικής πυρηνικής δύναμης της ηπείρου –πλην της Ρωσίας–, ενώ η «χαϊδεμένη» Τουρκία έχει μετεξελιχθεί αν όχι σε εχθρό τουλάχιστον σε δυνητικό αντίπαλο για τα συμφέροντα της Δύσης.

Η ευκαιρία της Ελλάδας να επανατοποθετηθεί στον χάρτη της περιοχής ως πολύ ισχυρότερος από πριν πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας αναδύεται και από το γεγονός ότι, για να «τρέξουν» επιχειρησιακά οι αμερικανικοί σχεδιασμοί για την Κίνα, θα πρέπει να συνεχίσουν να κάνουν τον… διάπλου της Mare Nostrum.

Ειδικότερα, μέσω της αναβαθμισμένης Σούδας (σ.σ. αλλά και των άλλων βάσεων που προβλέπει η αμυντική συμφωνία της Ελλάδας με τις ΗΠΑ), η πολεμική μηχανή των ΗΠΑ ελαχιστοποιεί το «δρομολόγιο» για τον Ινδικό και διατηρεί το προγεφύρωμά της προς την μπαρουταποθήκη της Μέσης Ανατολής, χωρίς να απαιτείται η «συνδρομή» της επαμφοτερίζουσας και σε διαρκές φλερτ με τη Ρωσία, Τουρκίας.

Βασικό κομμάτι του παζλ η Ελλάδα

Όλα τα παραπάνω εξηγούν σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό και γιατί η Ουάσινγκτον «φόρεσε» το πιο πλατύ χαμόγελό της όταν άκουσε για την ελληνο-γαλλική συμφωνία αμυντικής συνδρομής, ανάβοντας το «πράσινο φως» για να υπογραφεί. Διότι δεν είναι μόνο ότι οι ΗΠΑ χρύσωσαν εν μέρει το χάπι στη Γαλλία για τη χασούρα του εξοπλιστικού συμβολαίου με την Αυστραλία εξαιτίας τής AUKUS.

Είναι και το γεγονός ότι ικανοποιούν και το… φετίχ των Γάλλων να ονειρεύονται τον εαυτό τους ως μελλοντικό «αρχιστράτηγο» του Ευρωστρατού, ενός μικρού ευρω-ΝΑΤΟ, που θα λειτουργεί στη Γηραιά Ήπειρο ως συμμαχική ασπίδα των μελών του.

Ανεξάρτητα με το αν και πότε αυτό συμβεί (σ.σ. δεν είναι και πάρα πολλοί οι αισιόδοξοι ότι θα δούμε να «γεννιέται» Ευρωστρατός στο ορατό μέλλον), η Ελλάδα και μόνο από τη θέση της στον γεωφυσικό χάρτη αποτελεί βασικό κομμάτι του (γεω)πολιτικού παζλ που στήνεται στην περιοχή. Ένα παζλ που τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την παρουσία τού ΝΑΤΟ και τη «συμπεριφορά» του στα ελληνο-τουρκικά, μόνο ως συμμαχική προς την Ελλάδα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί.

Οπότε, το στοίχημα δεν είναι να διαλέξει η Ελλάδα τον καλύτερο «σωματοφύλακα» έναντι της τουρκικής απειλής. Είναι να αξιοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της (βλ. μέλος της Ε.Ε. και της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, σταθερό πολιτικό σύστημα, ανθεκτική οικονομία παρά το πανδημικό χτύπημα) και να «ψηφιστεί» εκείνη από τους συμμάχους της ως υπερασπιστής των συμφερόντων της Δύσης και του ευρωπαϊκού κεκτημένου στην ευρύτερη γειτονιά.

Θα τα καταφέρει; Μέχρι σήμερα, πάντως, τα πάει καλά…

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα