Στη συνέχεια τα εν λόγω στοιχεία αντιπαραβάλλονται αυτόματα με τις φορολογικές δηλώσεις των «υπόπτων» προκειμένου να διαπιστωθεί αν το ύψος της κινητής περιουσίας και οι δαπάνες διαβίωσης δικαιολογούνται από τα εισοδήματα που εμφανίζουν και στην περίπτωση που δεν καλύπτονται θα θεωρείται αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας και το υπερβάλλον ποσό θα φορολογείται με συντελεστή 33%.

Ουσιαστικά με το νέο Σύστημα ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης γίνεται πολύ πιο εύκολη υπόθεση και ανοίγει ο δρόμος για να μπει φρένο σε φαινόμενα εκτεταμένης φοροδιαφυγής τα οποία αναδείχθηκαν και κατά τις διασταυρώσεις στοιχείων 3,8 εκατομμυρίων δηλώσεων με δηλωθέντα εισοδήματα κάτω των 10.000 ευρώ.

H διαδικασία του εντοπισμού των ποσών που έχουν κατατεθεί για πρώτη φορά στους τραπεζικούς λογαριασμούς κάθε ελεγχόμενου φορολογούμενου και η διασταύρωσή τους με τα δεδομένα των φορολογικών του δηλώσεων για τον εντοπισμό των πρόσθετων διαφορών που πρέπει να δικαιολογηθούν από τον ελεγχόμενο, απαιτούσε έως και 1,5 χρόνο για να ολοκληρωθεί, με τα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους οι ελεγκτές πριν εφοδιαστούν με το ειδικό αυτό λογισμικό. Τώρα πλέον, με τη χρήση του λογισμικού, η διαδικασία αυτή μπορεί να ολοκληρώνεται σε διάστημα λιγότερο από μία εβδομάδα ή κάποιων εβδομάδων, αναλόγως της δυσκολίας της κάθε υπόθεσης.