«Πράσινο φως» για τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων στα ΚΤΕΛ

«Πράσινο φως» για τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων στα ΚΤΕΛ εφόσον καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες «άναψε» ο Άρειος Πάγος, καθώς το εργατικό τμήμα έκρινε ότι τα ΚΤΕΛ δεν ανήκουν στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με το σκεπτικό των αρεοπαγιτών, τα ΚΤΕΛ ιδρύθηκαν με τη μορφή Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου και λειτουργούν με τη μορφή ανώνυμων εταιρειών. Όπως διευκρινίζουν οι ίδιοι τα ΚΤΕΛ δεν φέρουν χαρακτηριστικά τέτοια, ώστε να μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και συνεπώς δεν έχουν εφαρμογή επ’ αυτών οι περιοριστικές διατάξεις του άρθρου 103 του Συντάγματος (απαγόρευση μετατροπής συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου) και της ισχύουσας νομοθεσίας.

Όπως υπογραμμίζεται στο σκεπτικό της απόφασης τα ΚΤΕΛ δεν ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα καθώς οι μέτοχοι είναι φυσικά πρόσωπα ή ΝΠΙΔ, το Διοικητικό Συμβούλιο και η Γενική Συνέλευση των ΚΤΕΛ συγκροτούνται αποκλειστικά από μετόχους του, και το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο του δημοσίου τομέα δεν επιδοτεί ετησίως τα ΚΤΕΛ με ποσά που υπερβαίνουν το 50% των δαπανών τους. Παράλληλα, η απόφαση επικαλείται κατάλογο του Σεπτεμβρίου 2013 στον οποίον περιλαμβάνονται τα ΝΠΔΔ και τα ΝΠΙΔ που ανήκουν στον στενό και ευρύτερο Δημόσιο τομέα και στον οποίο τα ΚΤΕΛ δεν περιλαμβάνονται.

Ακόμη, στην αρεοπαγιτική απόφαση αναφέρεται ότι το έκτακτο προσωπικό των ΚΤΕΛ προσλαμβάνεται σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό Προσωπικού των ΚΤΕΛ, για ορισμένο χρόνο, που δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι μήνες. Η εξάμηνη αυτή πρόσληψη ορισμένου χρόνου μπορεί να επαναλαμβάνεται εφόσον υπάρχουν έκτακτες και απρόβλεπτες ανάγκες, αλλά δεν επιτρέπεται -σύμφωνα με τον κανονισμό- η πρόσληψη του έκτακτου αυτού προσωπικού για αόριστο χρόνο.
Όμως, τονίζουν οι αρεοπαγίτες, οι διατάξεις αυτές δεν εμποδίζουν τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, εάν «από την αποδεικτική διαδικασία προκύπτει πράγματι ότι τα μέρη απέβλεψαν στην ουσία στην κατάρτιση μιας τέτοιας σύμβασης, ο δε μισθωτός εξυπηρετούσε στην πραγματικότητα πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εργοδότη».

Η απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου εκδόθηκε εξαιτίας προσφυγής συμβασιούχου ο οποίος απολύθηκε χωρίς να του καταβληθεί αποζημίωση παρά το γεγονός ότι όπως έκρινε το δικαστήριο κάλυπτε «πάγιες και διαρκείς» ανάγκες του ΚΤΕΛ. Ο συμβασιούχος προσελήφθη το 2004 με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, ως εκδότης εισιτηρίων σε αφετηρία των λεωφορειακών γραμμών του ΚΤΕΛ. Η αρχική σύμβαση ανανεώθηκε στη συνέχεια με διαδοχικές συμβάσεις εξάμηνης διάρκειας η κάθε μία, χωρίς διακοπή μεταξύ τους, έως το Νοέμβριο του 2006, οπότε και απολύθηκε χωρίς να του καταβληθεί αποζημίωση.

Οι αρεοπαγίτες αναφέρουν ότι, όπως σαφώς προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, ο συμβασιούχος δεν προσελήφθηκε για εκτέλεση εποχικής ή έκτακτης και απρόβλεπτης εργασίας, λόγω αυξημένη κίνησης ή ασθένειας υπαλλήλου, αλλά προσελήφθη όταν ο εκδότης εισιτηρίων που υπήρχε μετακινήθηκε σε άλλη θέση οδηγού και δημιουργήθηκε εργασιακό κενό. Αντίθετα, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, κάλυπτε πάγιες και διαρκείς λειτουργικές ανάγκες του ΚΤΕΛ, ειδικά μάλιστα μετά τη συνταξιοδότηση του δεύτερου εκδότη εισιτηρίων που υπήρχε στο συγκεκριμένο ΚΤΕΛ. Δηλαδή, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, «δεν ήταν δυνατόν να καλυφθούν δύο βάρδιες από ένα και μόνο άτομο». Τελικά κρίθηκε ότι η απόλυσή του ήταν άκυρη, καθώς δεν τηρήθηκε η εργατική νομοθεσία και δεν καταβλήθηκε η νόμιμη αποζημίωση.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα