Ψηφιακό «φρένο» στα πλαστά τιμολόγια

Ψηφιακό «φρένο» στα πλαστά και εικονικά τιμολόγια, που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά, μπορεί να βάλει η ηλεκτρονική τιμολόγηση (e-invoicing), λειτουργώντας ως ένα σημαντικό «όπλο» στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής.

Όπως αναφέρεται σε έρευνα που διενήργησε πρόσφατα ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ) η χρήση του ηλεκτρονικού τιμολογίου μπορεί να μειώσει τα πλαστά και εικονικά φορολογικά στοιχεία σε ποσοστό έως και 80%, συνδράμοντας την εθνική προσπάθεια κατά της φοροδιαφυγής, αλλά και στην τόνωση της διαφάνειας στις οικονομικές συναλλαγές.

Ενδεικτικά των ωφελειών που μπορεί να φέρει στην ελληνική οικονομία η καταπολέμηση της μάστιγας των πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων, είναι τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων. Σύμφωνα με αυτά, κατά τους ελέγχους του ΣΔΟΕ διαπιστώθηκε ότι την περίοδο 2009-2012 εκδόθηκαν 503.203 πλαστά και εικονικά τιμολόγια, αξίας άνω των 5 δισ. ευρώ.

Τα διαφυγόντα έσοδα για το Δημόσιο εκτιμώνται σε 2 δισ. ευρώ από τη μη απόδοση ΦΠΑ και τη χαμηλότερη φορολόγηση των επιχειρήσεων σε κάθε οικονομικό έτος.

Τα οφέλη για την ελληνική οικονομία από την ηλεκτρονική τιμολόγηση καταγράφει μελέτη με τίτλο “Επιχειρήσεις και ψηφιακή οικονομία: Νέες θέσεις εργασίας, καλύτερες υπηρεσίες”, η οποία μετρά την επίδραση της ψηφιακής οικονομίας στην ανάπτυξη και στις θέσεις εργασίας.

Σύμφωνα με τη μελέτη, που εκπόνησε το Εργαστήριο Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστήμιου Αθηνών για τον ΣΕΒ, με την υποστήριξη της Google, τα επιπρόσθετα δημοσιονομικά και οικονομικά οφέλη για το Δημόσιο, από την ενσωμάτωση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης στις ηλεκτρονικές προμήθειες, εκτιμώνται σε 5 εκατ. ευρώ ετησίως, υπολογίζοντας ως μέση εξοικονόμηση, ανά συναλλαγή, τα €10 λόγω της αυξημένης γραφειοκρατίας του Δημοσίου.

Στο παραπάνω όφελος δεν συνυπολογίζονται επιπρόσθετες εξοικονομήσεις από την ηλεκτρονικοποίηση λοιπών παραστατικών (π.χ. δελτίων αποστολής), κόστη διαχείρισης των εντολών πληρωμής και “κρυφά” κόστη από λάθη στην τιμολόγηση και επανέκδοση των τιμολογίων.

Το όφελος για τις επιχειρήσεις

Η ίδια έρευνα υπογραμμίζει ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να προσβλέπουν σε μια ετήσια εξοικονόμηση, η οποία κυμαίνεται από 992 εκατομμύρια έως 1,4 δισ. ευρώ (ανάλογα με το ποσοστό χρήσης ηλεκτρονικών τιμολογίων σε σχέση με την έντυπη μορφή τους). Οι εκτιμήσεις λαμβάνουν υπόψη μέση εξοικονόμηση ανά τιμολόγιο €4,8 συνυπολογίζοντας και το κόστος συμμετοχής σε πλατφόρμες υποστήριξης ηλεκτρονικής τιμολόγησης.

Το χαμηλό επίπεδο διείσδυσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης αποδίδεται σε ένα πλέγμα παραγόντων, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του εργαστηρίου ELTRUN σε 120 ελληνικές επιχειρήσεις.

Οι ίδιες οι εταιρείες επικαλούνται ως πιο σημαντικούς λόγους: την έλλειψη ζήτησης από τους πελάτες, την αδυναμία των υφιστάμενων συστημάτων να υποστηρίξουν την ηλεκτρονική ανταλλαγή τιμολογίων, καθώς και την έλλειψη γνώσης για την ύπαρξη λύσεων, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ηλεκτρονικοποίηση της διαδικασίας ανταλλαγής τιμολογίων.

Ωστόσο, σύμφωνα με την έρευνα, οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν γνώση για τα πλεονεκτήματα της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, αναγνωρίζοντας, ως σημαντικότερα, τη βελτιστοποίηση των διαδικασιών διαχείρισης της εφοδιαστικής αλυσίδας και την επίτευξη διαφάνειας και αποτελεσματικότητας στις ηλεκτρονικές αγορές.

Ουραγός η Ελλάδα

Η Ελλάδα είναι ανάμεσα στους ουραγούς στη χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικής τιμολόγησης, παρουσιάζοντας απόκλιση επτά ποσοστιαίων μονάδων έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Οι εκτιμήσεις της Ε.Ε. αναφέρουν ότι η ηλεκτρονική τιμολόγηση εφαρμόζεται σε 4%-15% του συνολικού όγκου των ανταλλασσόμενων τιμολογίων μεταξύ των επιχειρήσεων. Πρόσφατες εκτιμήσεις αναφέρουν υψηλότερη διείσδυση της τάξης του 24% για τις Β2Β/ B2G συναλλαγές και 14% για τις B2C συναλλαγές.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, σταδιακά οι επιχειρήσεις ανταλλάσσουν ή στέλνουν ηλεκτρονικά τιμολόγια. Οι δείκτες του ψηφιακού θεματολογίου της Ε.Ε. δείχνουν ότι τουλάχιστον μία στις τρεις επιχειρήσεις με παραπάνω από 10 υπαλλήλους δέχονται ή στέλνουν ηλεκτρονικά τιμολόγια. Η μέση λήψη ή αποστολή ηλεκτρονικών τιμολογίων στην Ε.Ε. εκτιμάται σε 28,7%.

Πρωτοπόρες στην υιοθέτηση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης είναι οι Φινλανδία και Δανία με ποσοστά χρήσης, που αγγίζουν το 73,5% και 58,9% αντίστοιχα.

Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στους ουραγούς της Ε.Ε. με εκτιμώμενο ποσοστό 21,7%, ήτοι επτά ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όπως είναι αναμενόμενο, οι μεγάλες επιχειρήσεις (άνω των 250 υπαλλήλων) αποστέλλουν ή λαμβάνουν ηλεκτρονικά τιμολόγια σε σχεδόν διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (41,8% έναντι 21,4%).

Το πιο διαδεδομένο μοντέλο υποστήριξης υπηρεσιών ηλεκτρονικής τιμολόγησης στην Ελλάδα σήμερα είναι το μοντέλο Software as a Service, σύμφωνα με το οποίο η ενδιαφερόμενη επιχείρηση αποκτά άδεια χρήσης της υπηρεσίας ηλεκτρονικής τιμολόγησης.

Η υπηρεσία, συνήθως, προσφέρεται κεντρικά από έναν πάροχο, που αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση της διαδικασίας τιμολόγησης μεταξύ των συναλλασσόμενων μερών. Προϋπόθεση χρήσης της υπηρεσίας είναι οι συναλλασσόμενες επιχειρήσεις να είναι εγγεγραμμένες στον πάροχο της υπηρεσίας.

(ΠΗΓΗ: Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδας – ΣΕΠΕ)

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα