Ο Καύκασος (ξανα)φλέγεται 

Πώς συνδέονται οι προσπάθειες ειρήνευσης μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάνμε την «τσαλακωμένη» ως εγγυήτρια δύναμη Ρωσία και την εξάρτηση της Ευρώπης από το αζέρικο αέριο

Ένα τραύμα που γεννήθηκε πολλές δεκαετίες πίσω στην εύφλεκτη περιοχή του Καυκάσου και συχνά πυκνά πυορροεί μοιάζει να κακοφορμίζει και να φέρνει στα πρόθυρα του πολέμου δύο παλιούς εχθρούς, την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν.

Του Νίκου Τσαγκατάκη

Το σβήσιμο της φωτιάς που «έκαψε» για 6 χρόνια –από το 1988 έως τον Μάιο του 1994– Αρμένιους και Αζέρους στο περίκλειστο έδαφος του Ναγκόρνο Καραμπάχ στο νοτιοδυτικό Αζερμπαϊτζάν, δεν ήταν οριστικό. Έτσι, μετά από τις σοβαρές συγκρούσεις του 2020 η ιστορία επαναλαμβάνεται και μάλιστα με ιδιαίτερη ένταση.

Στο τελευταίο πολεμικό επεισόδιο τουλάχιστον 49 Αρμένιοι και 50 Αζέροι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια εχθροπραξιών, με τις δύο χώρες να κατηγορούν η μία την άλλη για casus belli. Πέτρα του πολεμικού σκανδάλου είναι πάλι το Ναγκόρνο-Καραμπάχ που βρίσκεται σε διεθνώς αναγνωρισμένο έδαφος του Αζερμπαϊτζάν, αλλά η Αρμενία υποστηρίζει ότι σχεδόν με το που «γύρισε» η μέρα από την 12η στην 13η Σεπτεμβρίου αρμενικές πόλεις δέχθηκαν επίθεση. Συγκεκριμένα, το υπουργείο Άμυνας της Αρμενίας ανακοίνωσε ότι «στις 00:05 της 13ης Σεπτεμβρίου, οι ένοπλες δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν εξαπέλυσαν σφοδρές επιθέσεις με πυροβολικό και όπλα μεγάλου διαμετρήματος κατά θέσεων του αρμενικού στρατού κοντά στις περιοχές Γκορίς, Σοτκ και Τζερμούκ».

Απαντώντας στις κατηγορίες, το Αζερμπαϊτζάν δεν αρνείται την ανάληψη στρατιωτικής δράσης αλλά την αιτιολογεί υποστηρίζοντας ότι οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας εξαπέλυσαν τις επιθέσεις ως αντίποινα στην κίνηση των Αρμενίων να ναρκοθετήσουν περιοχές στο Ντασκασάν, το Καλμπατζάρ και το Λατσίν.

Εκεχειρία του… λεπτού

Το καλό είναι ότι με το πρώτο φως του ήλιου της 13ης Σεπτεμβρίου οι αντιμαχόμενοι συμφώνησαν σε κατάπαυση του πυρός. Το χειρότερο; Ότι η εν λόγω συμφωνία αποδείχτηκε θνησιγενής καθώς η εκεχειρία κρατήθηκε εν ζωή μόνο για μερικά λεπτά της ώρας. Υπό το βάρος των εχθροπραξιών που συνεχίστηκαν κλήθηκε στα διπλωματικά όπλα και η διεθνής κοινότητα, με την ελπίδα ότι θα καταλαγιάσει η φονική όπως αποδεικνύεται νέα ένταση στον επί δεκαετίες διαφιλονικούμενο θύλακα.

Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός της Αρμενίας Νικόλ Πασινιάν συνομίλησε γιο το θέμα με διάφορους ξένους ηγέτες μεταξύ των οποίων οι πρόεδροι της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν και της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν ζητώντας τους να αντιδράσουν. Ο τελευταίος τάχθηκε υπέρ της άμεσης κατάπαυσης του πυρός στα σύνορα Αρμενίας – Αζερμπαϊτζάν, με παράλληλη έναρξη των συνομιλιών μεταξύ των εμπόλεμων αλλά και με σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας της Αρμενίας. Μάλιστα από το Ελιζέ γνωστοποιήθηκε ότι ο πρόεδρος Μακρόν είναι ανοιχτός στο ενδεχόμενο να συνομιλήσει και με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίγιεφ. Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκεται και η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, (σ.σ. είναι επικεφαλής μεσολαβητικής προσπάθειας μεταξύ του Γερεβάν και του Μπακού που ξεκίνησε το καλοκαίρι) να ανακοινώνει συζητήσεις και με τις δύο πλευρές. Σε κάθε περίπτωση, οι νέες φλόγες στον Καύκασο θα έρθουν από το Παρίσι στο τραπέζι του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

 

Ο παράγοντας Ρωσία

Όσο για τον Βλαντιμίρ Πούτιν, το Κρεμλίνο υποστήριξε ότι «εμπλέκεται ο ίδιος προσωπικά» και καταβάλλει «κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να βοηθήσει να μειωθούν οι εντάσεις». Μάλιστα την ημέρα που έσπασε η ολιγόλεπτη εκεχειρία ο «τσάρος» μίλησε τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό της Αρμανίας, Νικόλ Πασινιάν, ενώ εντός των προσεχών ημερών θα συναντηθεί με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίγιεφ.

Για αυτό τις πρωτοβουλίες, πάντως, αλλά και συνολικά για τη στάση της Μόσχας στο θέμα έχουν τις σφοδρές δεύτερες σκέψεις στην Ουάσινγκτον. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα είπε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος μιλώντας σε δημοσιογράφους στο πλαίσιο εκδήλωσης στην Ιντιάνα ανέφερε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την επιρροή της στην περιοχή για να βοηθήσει να «ηρεμήσουν τα νερά», έχοντας ωστόσο προλάβει να υπογραμμίσει τα εξής: «Το κατά πόσον η Ρωσία θα προσπαθήσει με κάποιον τρόπο να ανακατέψει το τσουκάλι, για να αποσπάσει την προσοχή από την Ουκρανία, είναι κάτι που μας ανησυχούσε πάντοτε».

Θυμίζεται ότι το σύμφωνο ειρήνευσης που τερμάτισε τον πόλεμος των 44 ημερών στο Ναγκόρνο Καραμπάχ το φθινόπωρο του ’20 έγινε πραγματικότητα χάρη στη ρωσική διαμεσολάβηση, ωστόσο το 2022 δεν είναι 2020. Κι αυτό διευκρινίζεται διότι σήμερα υπάρχει ο παράγοντας του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία. Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που σημειώνουν ότι η εισβολή της Ρωσίας στη γειτονική της Ουκρανία μουτζούρωσε το προφίλ της χώρας του Πούτιν ως δύναμης που εγγυάται την περιφερειακή ασφάλεια στην περιοχή. Ανάμεσα σε αυτούς του αναλυτές συγκαταλέγεται και ο ερευνητής του ινστιτούτου Chatham House, με ειδίκευση στη Ρωσία και την Ευρασία, Λόρενς Μπρουρ, o οποίος εξέφρασε την εκτίμηση ότι «τα νέα δεδομένα άνοιξαν ένα παράθυρο ευκαιρίας για το Αζερμπαϊτζάν, που θεωρεί ότι ο πόλεμος του 2020 άφησε μισοτελειωμένες δουλειές».

Υπο αυτό το πρίσμα, είναι άραγε τυχαίο ότι θα μετέχει μόνο η Αρμενία και θα απουσιάζει το Αζερμπαϊτζάν από την διαδικτυακή διάσκεψη του συμβουλίου του Οργανισμού Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO) που συγκάλεσε εκτάκτως η Ρωσία στις αρχές της εβδομάδας; Τελευταίο αλλά όχι έλασσον: ας σημειωθεί ότι όλα τα παραπάνω συμβαίνουν σε μία περίοδο mega ενεργειακής κρίσης και με την Ευρώπη δέσμια της εξάρτησής της από το αζέρικο αέριο.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα