Ελληνοτουρκικά: Στο ίδιο έργο θεατές…

Κατευναστικά και δίχως απτά κέρδη επιμένει να απαντά η Αθήνα στις συνεχείς προκλήσεις της Άγκυρας, «ματώνοντας» οικονομικά για να εξοπλίσει την άμυνά της έναντι ενός υποτιθέμενου συμμάχου

Μπορεί επισήμως η τουρκική κυβέρνηση να προετοιμάζει πυρετωδώς τα της υποδοχής του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σε Άγκυρα και Καππαδοκία στις 11 Μαΐου, αλλά σε ό,τι αφορά τις προκλήσεις εναντίον της χώρας μας ουδεμία… προετοιμασία χρειάζονται οι γείτονες, δεδομένου ότι το ανθελληνικό-αναθεωρητικό δόγμα τους παραμένει ίδιο κι απαράλλαχτο, αιώνες τώρα.

Υπό το πρίσμα της παραπάνω αυταπόδεικτης παραδοχής, κανείς μπορεί να ισχυριστεί ότι εξεπλάγη από την καινούργια αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο με αφορμή τη δημοσιοποίηση της πρόθεσης της Ελλάδας να κηρύξει ως το τέλος του τρέχοντος έτους δύο νέα εθνικά θαλάσσια πάρκα, το ένα στο Αιγαίο και το άλλο στο Ιόνιο Πέλαγος.

Συγκεκριμένα, οι Τούρκοι ανασύρουν την ανιστόρητη θεωρία τους περί δήθεν γκρίζων ζωνών υποστηρίζοντας ότι η αιγοπελαγίτικο περιβαλλοντικό πάρκο θα «στηθεί» σε ορισμένα νησιά των οποίων η κυριαρχία –σύμφωνα με την Άγκυρα– δεν έχει μεταβιβαστεί στην Ελλάδα με διεθνείς συμφωνίες. Μάλιστα, η τουρκική διπλωματία αφενός εγκαλεί τη χώρα μας ότι εκμεταλλεύεται περιβαλλοντικά ζητήματα για να προωθήσει την εθνική της ατζέντα, αφετέρου προειδοποιεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να μην γίνει εργαλείο για «πολιτικές κινήσεις της Ελλάδας προς τα περιβαλλοντικά προγράμματα».

Αναμενόμενη η απάντηση. Είναι αρκετή;

Η απάντηση της Αθήνας ήρθε άμεσα, με το ελληνικό ΥΠΕΞ να υποστηρίζει ότι η Άγκυρα πολιτικοποιεί ένα αμιγώς περιβαλλοντικό ζήτημα προς δημιουργία εντυπώσεων και πως η κυβέρνηση της χώρας θα συνεχίσει να υποστηρίζει απαρέγκλιτα την κυριαρχίακαι τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας βασιζόμενη στα όσα προβλέπει το διεθνές δίκαιο και η σύμβαση του ΟΗΕ για το δίκαιο της θάλασσας, της οποίας η Ελλάδα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος.

Ήταν, ωστόσο, και μία απάντηση εκ των ων ουκ άνευ, μια απάντηση που έπρεπε να δοθεί έστω και για την τιμή των όπλων, που όπως δεν παράγει κανένα κερδοφόρο αποτέλεσμα. Όπως δεν παράγει –κατά δυστυχή διαπίστωση– κανένα ουσιαστικό κέρδος για τα ελληνικά εθνικά δίκαια όλη αυτή η πορεία μασκαρεμένης νηνεμίας που βιώνουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις από τον Φεβρουάριο του 2023. Προφανώς και συγκαταλέγεται στα θετικά ότι λ.χ. τα ελληνικά πολεμικά μαχητικά δεν «σηκώνονται» κάθε τρεις και λίγο για να αναχαιτίσουν του ιέρακες με την ημισέληνο.

Αλλά δεν μπορεί και να προβάλλεται ως μέγιστη επιτυχία η υπογραφή ενός μη δεσμευτικού κειμένου όπως είναι η Διακήρυξη των Αθηνών της 7ης Δεκεμβρίου του 2023, στην οποία ο Ερντογάν συνυπέγραψε με το ένα χέρι τη δέσμευσή του για ειρηνική συνύπαρξη με την Ελλάδα και καταφυγή στο Διεθνές Δίκαιο ως βάση επίλυσης των διαφορών που προκύπτουν και με το άλλο χέρι την καταστρατηγεί με κάθε τρόπο και μέσο: από τις παράνομες NAVTEX, τις επαίσχυντες επικλήσεις της καταστροφής της Σμύρνης και της εισβολής στην Κύπρο, τους ψευτοτσαμπουκάδες ότι θα «έρθουν ξαφνικά ένα βράδυ», μέχρι το τωρινό τουρκικό «βέτο» με τα θαλάσσια πάρκα.

Η «αγριάδα» κερδίζει τη μετριοπάθεια

Το γιατί η Ελλάδα παραμένει προσκολλημένη σε μία στάση μόνιμου κατευνασμού, ανεξαρτήτως του μεγέθους των προκλήσεων που δέχεται από την απέναντι πλευρά, η κυβέρνηση αποπειράται συχνά-πυκνά να το εξηγήσει με το επιχείρημα ότι δεν είμαστε αφελείς, ότι δεν τίθεται ζήτημα υποχώρησης από τις εθνικές «κόκκινες» γραμμές κι ότι σε αυτό πλαίσιο κάθε ενέργεια στην οποία προβαίνει η Τουρκία αξιολογείται χωριστά. Αυτό όμως δεν απαντά πειστικά στο ερώτημα τι ακριβώς έχει κερδίσει όλο αυτό το διάστημα η Ελλάδα από την διαδικασία προσέγγισης με την Τουρκία. «Κέρδισε περισσότερη ασφάλεια» θα μπορούσε να είναι μία εκδοχή. Αλλά ο αντίλογος λέει ότι αυτή την εθνική ασφάλεια η Ελλάδα ματώνει οικονομικά να την εξασφαλίσει όχι υπογράφοντας ψευδεπίγραφες διακηρύξεις αλλά καταβάλλοντας σχεδόν 10 δισ. ευρώ προκειμένου να ενισχύσει την άμυνα της με Rafal, με φρεγάτες και εν καιρώ με πανάκριβα αμερικανικά μαχητικά F-35.

«Επιδεικνύοντας μετριοπάθεια η Ελλάδα έχει πείσει τους συμμάχους για τα δίκαιά της που πλέον καταδικάζουν τις πειρατικές ενέργειες της Τουρκίας» είναι μία δεύτερη εκδοχή. Κι εδώ όμως υπάρχει το αντεπιχείρημα ότι οι σύμμαχοι είναι ουσιαστικά απόντες όταν το τουρκικό λιμενικό παρενοχλεί Έλληνες ψαράδες στα Ίμια ή όταν τα ερευνητικά σκάφη της Τουρκία σουλατσάρουν ανενόχλητα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.

Για να μην θυμηθούμε ότι με αγριάδες κι όχι με «yes» η Τουρκία αντάλλαξε ένα απλό «ναι» στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ με την προμήθεια σύγχρονων F-16, μαζί με στρώσιμο του χαλιού για τα απαγορευμένα μέχρι πρότινος F-35.

Τι έκανε στο ίδιο διάστημα η Ελλάδα; Καταρχάς, δεν «άκουσε» το αξίωμα που διατύπωσε το 2020 ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς (και η πραγματικότητα τον δικαίωσε) ότι «διάλογο με “πειρατές” δεν κάνει κανείς!», αντιθέτως πρόσφερε στην Τουρκία τον μανδύα τού δήθεν εξημερωμένου γείτονα μέσω των διερευνητικών επαφών. Είπε, επίσης, «ναι» σε κάθε απόφαση των συμμάχων (μεταναστευτικό, Ουκρανία), ενώ έγινε και το απάνεμο λιμάνι κάθε διεθνιστικού δικαιωματισμού και woke κουλτούρας (βλ. γάμος/τεκνοθεσία  ομόφυλων ζευγαριών), για να εξασφαλίσει την φιλελεύθερη και εκσυγχρονιστική υστεροφημία της που είναι πάντα χρήσιμη στην πολιτική.

Για την ώρα πάντως η μόνη «ανταμοιβή» των Βρυξελλών προς την Αθήνα είναι το καταδικαστικό ψήφισμα για το Κράτος Δικαίου.

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα