«Επιστράτευση» λιγνίτη για να κερδηθεί ο ενεργειακός πόλεμος

Διπλασιάζεται η παραγωγή - Το σχέδιο τεσσάρων σημείων που παρουσιάστηκε στο Μαξίμου για να μην μείνει η χώρα στα κρύα του λουτρού αν η Μόσχα κλείσει οριστικά και επ’ αόριστον τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη

«Είμαστε σε πόλεμο». Αυτό είπε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης την Παρασκευή κι όπως γίνεται σε κάθε πολεμική σύρραξη οι εμπλεκόμενοι επιστρατεύουν έστω και με… δόσεις όλο το διαθέσιμο οπλοστάσιο τους.

Του Νίκου Τσαγκατάκη

Στην περίπτωση της Ελλάδα -αλλά όχι μόνο– «εισβολέας» είναι η παγκόσμια πρόκληση της ενεργειακής ακρίβειας και του πληθωρισμού που πυροδοτείται από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία. Όσο για τον «αμυνόμενο», αυτός είναι η εγχώρια οικονομία που καλείται και τα πληθωριστικά κύματα να αντέξει και τις απαραίτητες εναλλακτικές λύσεις ενεργειακής επάρκειας να βρει, για ένα χειμώνα που θα είναι εξαιρετικά βαρύς αν παραμείνει κλειστή όπως εικάζεται η στρόφιγγα του ρωσικού αερίου.

Για μεν το πρώτο σκέλος, την μάχη κόντρα στον καλπασμό του πληθωρισμού, είναι ξεκάθαρο ότι στην κυβέρνηση θα συνεχίσουν τη συνταγή των υποστηρικτικών δράσεων ώστε να αποκρουστούν οι πληθωριστικές πιέσεις και να προστατευτεί στο μέτρο του δυνατού η αγοραστική δύναμη των πολιτών.

Σε ό,τι αφορά, τώρα, το πώς θα εξελιχθεί το μπρα-ντε-φερ της Ρωσίας με τη Δύση για την απρόσκοπτη ή μη ροή του ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη, δεν υπάρχει για την ώρα κάτι που να κάνει την ελληνική κυβέρνηση και τις υπόλοιπες της Γηραιάς Ηπείρου να αισιοδοξούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη τελευταία τοποθέτησή της για το θέμα η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, είπε νέτα-σκέτα ότι το μέλλον του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 1 προς τη Γερμανία θα εξαρτηθεί από τη ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη, αλλά και από τις δυτικές κυρώσεις κατά της χώρας της.

Με το ημέρωμα της… στρίγγλας Ρωσίας να μην μοιάζει ορατό ενδεχόμενο στον ορίζοντα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέστη στο «πολεμικό συμβούλιο» της Επιτροπής Διαχείρισης Ενεργειακών Κρίσεων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που έγινε προχθές Πέμπτη προκειμένου να συμφωνηθεί ποιο σχέδιο (απ)εμπλοκής θα ακολουθήσει η Ελλάδα και με ποια όπλα θα κληθεί να δώσει αυτή τη μάχη. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι από τις ενεργειακές εφεδρείες της χώρας «επιστρατεύεται» ο λιγνίτης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την άτυπη ενημέρωση που προέρχεται από τους διαύλους ενημέρωσης της Ηρώδου Αττικού, την έχει αποφασιστεί να τεθεί σε εφαρμογή ένα σχέδιο τεσσάρων σημείων που θα έχει για αιχμή τον διπλασιασμό της λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ, φτάνοντας στις 10 τερραβατώρες. Πιο ειδικά σχεδιάζεται:

1] Να ενταχτούν κατά προτεραιότητα οι λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ στον ημερήσιο προγραμματισμό για την κάλυψη του φορτίου, δεδομένων των τεχνικών τους χαρακτηριστικών που δεν επιτρέπουν την συνεχή αυξομείωση της παραγωγής τους.

2] Να διασφαλιστεί επαρκής χρόνος προκειμένου να αποπληρωθούν οι επενδύσεις που θα απαιτηθούν για την εντατική εκμετάλλευση των υφιστάμενων λιγνιτωρυχείων και τη διάνοιξη νέων. Πρόκειται για επενδύσεις οι οποίες σύμφωνα με τις εκτιμήσεις προσεγγίζουν, αν δεν ξεπερνούν τα 150 εκατ. ευρώ.

3] Να υπάρξει εγγύηση της κάλυψης των δαπανών στις οποίες θα προβεί η ΔΕΗ και οι εργολάβων στην περίπτωση που υπάρξει ανατροπή του σκηνικού και αποκλιμακωθούν οι τιμές του φυσικού αερίου.

4] Να  καταργηθεί η ρήτρα που προβλέπει ότι η ΔΕΗ θα διαθέτει ως το 2023 το 40%-50% της λιγνιτικής παραγωγής ως αντιστάθμισμα για την υπόθεση της μονοπωλιακής πρόσβασης της ΔΕΗ στον λιγνίτη (Anti-Trust Case) της περιόδου του 2007.

Η μέρα με τη νύχτα από πλευράς κόστους…

Όλα τα παραπάνω οδηγούν πρακτικά στην αντικατάσταση της καθαρής μεν πανάκριβης δε παραγωγής ενέργειας από φυσικό αέριο με την ρυπογόνο αλλά αισθητά φθηνότερη λιγνιτική παραγωγή ενέργειας. Τα νούμερα είναι αποκαλυπτικά του χάους του χωρίζει κοστολογικά τις δύο επιλογές: δεδομένου ότι από τις αρχές του Ιουλίου έχει επιβληθεί πλαφόν στην αποζημίωση των ηλεκτροπαραγωγών, κάθε λιγνιτική μεγαβατώρα αποζημιώνεται με €208 ενώ η αντίστοιχη ποσότητα ενέργειας από τις μονάδες φυσικού αερίου με τις σημερινές διεθνείς τιμές του καυσίμου εκτιμάται ότι ξεπερνά τα €400. Έτσι για τις επιπλέον 5 τεραβατώρες που καλείται να καλύψει ο λιγνίτης το κόστος περιορίζεται στο 1 δισεκατομμύριο ευρώ, ενώ για το φυσικό αέριο θα ήταν 2 δισ. ευρώ. Κι όλα αυτά χωρίς να μπαίνει στην εξίσωση το όφελος που θα «γεννηθεί» στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και στις τοπικές οικονομίες από την… ανάσταση της λιγνιτικής δραστηριότητας στις αντίστοιχες περιοχές.

Υπό αυτές τις «πολεμικές» συνθήκες το επόμενο βήμα για την κυβέρνηση συνοψίζεται επί το λαϊκότερον στο «τρεχάτε ποδαράκια μου». Κι αυτό διότι θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ ανάγκη οι απαιτούμενες εργασίες ανάπτυξης και εκμετάλλευσης των λιγνιτωρυχείων να αρχίσουν όσο ο καλοκαιρινός καιρός είναι σύμμαχος και δεν θα δυσχεράνει –με βροχές και καταιγίδες– τις εκσκαφές. Για δε τη γραφειοκρατία δεν θέλουν να ακούν ούτε λέξη στο Μαξίμου για αυτό και θα επιδιωχθεί να τρέξουν σε χρόνο dt οι απαιτούμενες εγκρίσεις.

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα