Ιστορικές «κλοπές»: Από την «Λεωφόρο» στην Φιλαδέλφεια

Οι ποδοσφαιριστές που  έκαναν το δρομολόγιο από τον Παναθηναϊκό στην ΑΕΚ και προκάλεσαν ντόρο γύρω από την μεταγραφή τους…

O Μιγιάτ Γκατσίνοβιτς, ο 27χρονος Σέρβος που μέχρι πρότινος αγωνιζόταν ως δανεικός με τη φανέλα του Παναθηναϊκού μετακόμισε στην ΑΕΚ αφού η Χοφενχάιμ αρνήθηκε να συνεχίσει τον δανεισμό του  στους «πράσινους» και  δέχτηκε την προσφορά της «κιτρινόμαυρης» ΠΑΕ για την αγορά του.

Ο Γκατσίνοβιτς δεν είναι ο πρώτος ποδοσφαιριστής που θα έχει βγάλει τα πράσινα για να ντυθεί στα κιτρινόμαυρα. Πριν από αυτόν και στο βάθος του ελληνικού ποδοσφαίρου είχαν προηγηθεί άλλοι ποδοσφαιριστές και μάλιστα μεγαλύτερου μεγέθους .

Μια αναδρομή στο παρελθόν, θα φέρει στο φως κάμποσες περιπτώσεις, με πιο τρανταχτές εκείνες των Μίμη Δομάζου, Δημήτρη Σαραβάκου, Γιάννη Καλλιτζάκη και Νίκου Λυμπερόπουλου οι οποίοι μεταπήδησαν απευθείας από τον Παναθηναϊκό στην ΑΕΚ. Υπήρξαν κι άλλοι, όπως ο Γιώργος Δώνης, ο Γιώργος Αλεξόπουλος και ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος που έκαναν ενδιάμεσες στάσεις πριν φορέσουν τα ‘κιτρινόμαυρα’ έχοντας πρώτα παίξει με τα “πράσινα”.

Ο πρώτος που έκανε το δρομολόγιο από τον Παναθηναϊκό στην ΑΕΚ ήταν ο Aνδρέας Παπαεμμανουήλ. Ο «κούνελος» έπαιξε δώδεκα χρόνια στον Παναθηναϊκό, είχε 196 συμμετοχές στην Α’ Εθνική και πέτυχε 80 γκολ.

Με το «τριφύλλι» κατέκτησε έξι πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα.

Το 1969 είχε αναλάβει τη διοίκηση της ομάδας η τριανδρία των Κίτσιου, Πηλιχού, Μπραβάκου, που ήταν αξιωματικοί του στρατού και τους είχε ορίσει η κυβέρνηση της χούντας, όπως συνέβη σε όλες τις ομάδες. Άρχισαν οι μαζικές εκκαθαρίσεις, ενώ κάποιοι παίκτες του Παναθηναϊκού θεωρήθηκαν προδότες για την απώλεια του τίτλου το 1968 από την ΑΕΚ.

Ο Παπαεμμανουήλ πήγε για έξι μήνες στην Αυστραλία και όταν γύρισε στην Ελλάδα, το φθινόπωρο του 1969, υπέγραψε στον Ικαρο Νέας Ιωνίας. Ωστόσο με παρέμβαση του χουντικού γενικού γραμματέα Αθλητισμού Ασλανίδη, ακυρώθηκε το δελτίο και κατέληξε στην ΑΕΚ. Στην επιστροφή του στη «Λεωφόρο» με τη φανέλα της «Ένωσης» έτυχε θερμής υποδοχής από τους οπαδούς της πρώην ομάδας του…

Ο Μίμης Δομάζος έγινε ο δεύτερος μεγάλος του κλαμπ.Ο «στρατηγός» του Παναθηναϊκού επέστρεψε στην «Λεωφόρο» αλλά με τα χρώματα της ΑΕΚ σε ένα ντέρμπι με τους «πράισνους»  τον Δεκέμβριο του 1978 κόντρα στην ομάδα με την οποία έπαιξε σχεδόν είκοσι χρόνια και έγραψε ιστορία.

Για πρώτη φορά μετά το 1959, ο Δομάζος μπήκε στο γήπεδο χωρίς να φορά την πράσινη φανέλα.

Οι αντιδράσεις των οπαδών του Παναθηναϊκού ήταν ανάμεικτες.

«Ο Μίμης Δομάζος αποδοκιμάστηκε από πολλούς και χειροκροτήθηκε από λίγους» θα γράψει την επόμενη ημέρα η εφημερίδα «Αθλητική Φωνή». «Γνώριζα ότι θα με αποδοκίμαζαν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού και για αυτό τον λόγο δεν με στενοχώρησε η στάση τους» θα πει ο Δομάζος, ο οποίος πανηγύρισε το δεύτερο γκολ της ΑΕΚ προκαλώντας αντιδράσεις.

«Έχω παράπονο από λίγους ευτυχώς οπαδούς του Παναθηναϊκού που ξέχασαν τόσο γρήγορα την προσφορά μου. Δεν με αιφνιδίασαν όμως. Το περίμενα. Δεν επηρεάστηκα. Μόνο πικράθηκα» ήταν οι δηλώσεις του «στρατηγού» στα «ΝΕΑ» εκείνη την εποχή…

Τον ανάποδο δρόμο, δηλαδή από την ΑΕΚ στον Παναθηναϊκό είχε πάρει ο Βαγγέλης Βλάχος. Άρχισε την επαγγελματική καριέρα του στην ΑΕΚ το καλοκαίρι του 1979, προερχόμενος από τις ακαδημίες της, και έμεινε στην ομάδα πέντε χρόνια, αφού κατέκτησε το κύπελλο το 1983 και όντας αρχηγός μέχρι το 1985. Η απόφασή του να φύγει προκάλεσε σάλο και οδήγησε στην απόπειρα εμπρησμού της καφετέριας που διατηρούσε στα Πατήσια. Ο Βλάχος τελικά πήγε στον Παναθηναϊκό, με τον οποίο κατέκτησε τρία πρωταθλήματα και τέσσερα κύπελλα στα έξι χρόνια που αγωνίστηκε.

Τον ακολούθησε ο Λύσανδρος Γεωργαμλής που ήταν συμπαίκτης του στην ΑΕΚ και προερχόταν από τις ακαδημίες της ομάδας.Στην  Ένωση ήταν από το 1980 μέχρι το 1985, στον Παναθηναϊκό από το 1986 μέχρι το 1992 κατακτώντας τρία πρωταθλήματα, τέσσερα Κύπελλα, ένα Σούπερ Καπ και συμμετέχοντας στις καταπληκτικές ευρωπαϊκές παρουσίες του «τριφυλλιού» τη σεζόν 1987-88 φτάνοντας μέχρι τα προημιτελικά του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ και έχοντας αποκλείσει τις Γιουβέντους, Οσέρ και Χόνβεντ.

Ο μεγάλος «μικρός»

Δέκα χρόνια στον Παναθηναϊκό (1984-94), 252 αγώνες, 125 γκολ, τρία πρωταθλήματα, επτά Κύπελλα. Το καλοκαίρι του 1994 ο  Δημήτρης Σαραβάκος  ήταν 34 χρόνων και ο Παναθηναϊκός δεν δείχνει διάθεση να ανανεώσει το συμβόλαιο μαζί του.

Ο ίδιος άρχισε να σκέφτεται μήπως αυτή ήταν η στιγμή να αποσυρθεί. Ο ποδοσφαιρικός… μύθος θέλει τον Δημήτρη Μελισσανίδη να τον παίρνει τηλέφωνο και να τον παροτρύνει να πάει στην ΑΕΚ. Ακόμα κι αν αυτό δεν συνέβη, ο Σαραβάκος φόρεσε τα «κιτρινόμαυρα».

Η ζωή τα έφερε έτσι και λίγους μήνες αργότερα ΑΕΚ και Παναθηναϊκός θα τεθούν αντιμέτωποι στον τελικό του Κυπέλλου.

Στο 6ο λεπτό, η «Ένωση» θα κερδίσει πέναλτι, ο Σαραβάκος θα αναλάβει την εκτέλεση (αυτή ήταν η εντολή του προπονητή Ντούσαν Μπάγεβιτς) αλλά θα αστοχήσει υπό τις ιαχές των φίλων του «τριφυλλιού» που φώναζαν «Μητσάρα βαζέλα, βγάλε τη φανέλα».

 

«Αν ήταν τώρα ή αύριο, δεν θα πήγαινα ποτέ να εκτελέσω το πέναλτι στον τελικό διότι ήταν άδικο και για τους δύο. Αν το έβαζα θα ήταν δυσαρεστημένοι οι Παναθηναϊκοί. Το έχασα και ήταν ευχαριστημένοι οι Παναθηναϊκοί και δυσαρεστημένοι οι ΑΕΚτζήδες. Ειπώθηκαν πολλά, δεν ισχύει τίποτα απ’ όλα αυτά» δήλωσε προ μηνών στην «Πράσινη»…

Ο Νίκος Λυμπερόπουλος  ήταν το μήλον την έριδος για τις δύο ομάδες το καλοκαίρι του 1996. Είχε παίξει δύο σεζόν στην Καλαμάτα και ήταν έτοιμος να έρθει σε μια μεγάλη ομάδα της πρωτεύουσας. Ο Παναθηναϊκός θα είναι νικητής σε αυτή την πρώτη μάχη, ο «Λύμπε» θα ντυθεί στα πράσινα, τα οποία θα φορέσει μέχρι το 2003.

Το συμβόλαιό του δεν ανανεώθηκε και έτσι θα πάει στην ΑΕΚ με την οποία θα παίξει μέχρι το 2008, πριν ακολουθήσει η διετής παρουσία του στην Άιντραχτ για να επιστρέψει και να τελειώσει την καριέρα του με τη φανέλα της «Ένωσης».

Φορώντας τα κιτρινόμαυρα πέτυχε επτά γκολ εις βάρος του Παναθηναϊκού, αλλά δεν πανηγύρισε κανένα. Κάτι που εκτίμησαν οι οπαδοί των «πρασίνων», οι οποίοι πάντοτε τον χειροκροτούσαν.

Kαθώς ολοκληρωνόταν το συμβόλαιό του με την Παναχαϊκή, το καλοκαίρι του 2002, ο Κατσουράνης συζητούσε και με τους τρεις μεγάλους της Αθήνας. Κατέληξε στην ΑΕΚ, με την οποία υπέγραψε τριετές συμβόλαιο, και αποτέλεσε στα χρόνια που ακολούθησαν ένα από τα πιο σημαντικά… γρανάζια στη μηχανή της ομάδας. Έκανε την καλύτερη σεζόν του το 2004-05, πέτυχε 12 γκολ, ενώ την επόμενη βοήθησε στο να κερδίσει η «Ένωση» το εισιτήριο για το Τσάμπιονς Λιγκ. Ακολούθησαν τα τρία χρόνια της Μπενφίκα για να γυρίσει, στη συνέχεια, στην Ελλάδα, να φορέσει τελικά τη φανέλα του Παναθηναϊκού, το καλοκαίρι του 2009, να αποδοκιμαστεί από τους οπαδούς της «Ένωσης» στο ντέρμπι των δύο ομάδων και στην πρώτη χρονιά του να κατακτήσει το νταμπλ. Ήταν μικρός Παναθηναϊκός και μετά έγινε ΑΕΚ;

«Άλλο νιώθεις στην 6η δημοτικού και άλλο να είσαι μέσα στα πράγματα, να βάζεις γκολ με την ΑΕΚ, να πανηγυρίζεις με τους συμπαίκτες σου, τον κόσμο, να φωνάζουν το όνομά σου, να σε σέβονται. Ήμουν ΑΕΚ και όταν πήγα στον Παναθηναϊκό. Ήμουν όμως επαγγελματίας. Στον Παναθηναϊκό έδωσα ό,τι είχα και δεν είχα. Άλλοι το σεβάστηκαν, άλλοι όχι» θα απαντήσει ο ίδιος σε συνέντευξή του στον Sport-fm.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα