Ο ημιμαραθώνιος της κυβέρνησης

Η μακρά προεκλογική περίοδος που έστω και άτυπα ξεκίνησε με το τέλος της ΔΕΘ βάζει δύσκολα στον Κυριάκο Μητσοτάκη

Μας άφησε χρόνους και η φετινή ΔΕΘ και, παρά το γεγονός ότι ο δημοσιογραφικός μπαξές έχει πολλά «λουλούδια» –από τις αέναες τουρκικές προκλήσεις ως τους ψεκασμένους αντιεμβολιαστές που τραβολογάνε στα τμήματα τους εκπαιδευτικούς–, εμείς θα επιμείνουμε λίγο στις εμφανίσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη.

Δεν θα σταθούμε στις αυτάρεσκες αξιολογήσεις (σ.σ. εξαιρώντας το «αυτογκόλ» Κούλογλου που άνοιξε ακόμη έναν κύκλο εσωστρέφειας στην Κουμουνδούρου) που έκαναν τα κόμματα για τους αρχηγούς τους.

Η ουσία βρίσκεται στο πώς οι πολίτες είδαν τις επιδόσεις των δύο πολιτικών αντιπάλων και εκεί η πλάστιγγα της ευαρέσκειας έγειρε ξανά προς την πλευρά τού νυν πρωθυπουργού. Απόδειξη η τελευταία έρευνα της MRB, που στην ερώτηση «ποιου αρχηγού οι προτάσεις πείθουν περισσότερο», πειστικότερος εμφανίζεται ο πρωθυπουργός με 27,1% έναντι του 23,7% των ερωτηθέντων που δηλώνουν ότι πείστηκαν από τον Αλέξη Τσίπρα.

Αυτό που, ωστόσο, πρέπει να προβληματίσει και τους δύο είναι το γεγονός ότι νικητής αυτής της άτυπης κόντρας βγαίνει τελικά ο «Κανένας από τους δύο» τον οποίο… ψήφισε σχεδόν το 36% των ερωτηθέντων στο γκάλοπ της MRB.

Και μόνο οι συγκρίσεις τού τι υποσχέθηκε ο καθένας να μοιράσει καθιστά αυταπόδεικτο ότι με την ανακοίνωση του «πακέτου» Μητσοτάκη στη ΔΕΘ και τη ρελάνς πλειοδοσίας του Αλέξη Τσίπρα από το ίδιο βήμα, ξεκίνησε άτυπα μία μακρά προεκλογική περίοδος.

Τι κι αν ο πρόεδρος της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας δεσμεύτηκε (σ.σ. για πολλοστή φορά) από τη συμπρωτεύουσα ότι η κυβέρνησή του θα εξαντλήσει τη συνταγματική θητεία της; Τι κι αν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιμένει ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη πρέπει να πέσει αλλά ο ίδιος δεν ζητά εκλογές;

Οι εκλογές αχνοφαίνονται στον ορίζοντα, είτε προκηρυχθούν για την άνοιξη ή το φθινόπωρο του ’22 είτε για το τέλος της τετραετίας, το 2023. Υπό αυτό το πρίσμα δεν είναι παράλογος ο φόβος πολλών ότι ο προεκλογικός χαρακτήρας αυτής της παράξενης πολύμηνης περιόδου θα «διαστρεβλώσει» και τις πολιτικές επιλογές των κομμάτων, που με το ένα μάτι θα βλέπουν το σήμερα και με το άλλο θα αλληθωρίζουν στην κάλπη, όποτε κι αν τελικά αυτή στηθεί.

Ενώ όμως αυτό το ενδεχόμενο δεν είναι προβληματικό για τα κόμματα της αντιπολίτευσης στο σύνολό τους που θα πλειοδοτούν σε προεκλογικές υποσχέσεις, είναι εξαιρετικά ακανθώδες για την κυβέρνηση. Σε έναν ημιμαραθώνιο όπως είναι ο δρόμος προς τις επόμενες εκλογές, ο πρωθυπουργός θα πρέπει να σταθμίζει κάθε βήμα του, ακροβατώντας ανάμεσα:

>>Στην πορεία της πανδημίας και τον κίνδυνο να ξανακλείσουν π.χ. τα σχολεία. >>Στην αντοχή της οικονομίας όχι μόνο απέναντι στην υγειονομική κρίση αλλά και στο επίπεδο των (προεκλογικών ή μη) παροχών. Διότι καλός ο διαμοιρασμός του αναπτυξιακού πλούτου στη μεσαία τάξη και στους μη έχοντες, αλλά το ελληνικό χρέος από το 176,6% του ΑΕΠ που βρέθηκε το 2019 είχε σκαρφαλώσει τον Μάρτιο του 2021 στα 380,80 δισ. ευρώ, ήτοι στο 229,6% του ΑΕΠ.

>>Στη συνέχιση δύσκολων μεταρρυθμίσεων, που δεν είναι πάντα εύκολο να «τρέξουν» σε προεκλογική περίοδο.

>>Στην όχι πάντα δεδομένη προθυμία των κυβερνητικών στελεχών να… ιδρώσουν τη φανέλα, καθώς θα υπάρχει και το άγχος της επανεκλογής.

Εύκολο το εγχείρημα; Σαφέστατα όχι! Θα ισχυριστεί, βέβαια, κάποιος ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεπέρασε με επιτυχία αρκετές «κακοτοπιές» στη διετία της πρώτης πρωθυπουργίας του. Και πως όσο φρέσκος κι αν είναι ως πρωθυπουργός, μόνο χθεσινός δεν είναι στην πολιτική. Το θέμα, όμως, είναι να παραμείνει και… αυριανός! Και με το αύριο δεν έχει υπογράψει κανείς συμβόλαιο.

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα