Ο… σπρίντερ σκόνταψε στα εμπόδια

Κάτι παραπάνω από αναμενόμενο ήταν το λουκέτο στα Sprider. Το μόνο που δεν ήταν ξεκάθαρο ήταν η στιγμή. Η πληροφορία δεν είχε προκύψει μέσα από την επιχειρηματική κατασκοπία, αλλά ευθέως από τον ίδιο τον ιδιοκτήτη Σάκη Χατζηιωάννου.

Πριν από περίπου ένα χρόνο (σ.σ.: στις 30 Αυγούστου 2012) ο Σ. Χατζηιωάννου είχε ξεκαθαρίσει: «Θα κλείσω καταστήματα…». «Και καταστήματα θα κλείσω, και προσωπικό θα απολύσω, ενώ –και φέτος– οι επενδύσεις θα είναι μηδενικές. Μπορεί τα λόγια μου να ακούγονται σκληρά», σημείωνε τότε στο e-marketdeals.gr ο Σ. Χατζηιωάννου, συνεχίζοντας: «Όμως δεν υπάρχουν άλλες επιλογές σε ένα σύστημα που καταρρέει, με ένα κράτος που ναι μεν έχει τη διάθεση να βρει λύσεις αλλά κινείται απίστευτα αργά και με ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που μας έχει γυρίσει την πλάτη».

«Όλοι οι παίκτες του λιανεμπορίου ελπίζαμε στις εκπτώσεις για να κλείσουμε έστω και λίγο την τρύπα των εσόδων μας. Όμως, όταν ο άλλος έχει φθάσει στο σημείο να πεινάει, δεν τον ενδιαφέρουν τα ρούχα και τα παπούτσια. Η σημερινή προτεραιότητα του Έλληνα καταναλωτή δεν είναι να ντυθεί αλλά να φάει αυτός και η οικογένειά του», συμπλήρωνε τότε. Σύμφωνα με τα περσινά στοιχεία, αν και οι εκπτώσεις έφθασαν στο 80% οι απώλειες των εσόδων ήταν 30%.

Έκλεισαν οι κάνουλες της ρευστότητας

Σήμερα, η διοίκηση υποστηρίζει ότι βασικός λόγος αυτής της εξέλιξης ήταν η αδιάλλακτη στάση και η άρνηση των τραπεζών να συνεχίσουν την υφιστάμενη έως τώρα χρηματοδότηση, ενώ πλέον «η εταιρεία θα εστιάσει όλες της τις προσπάθειες και θα συμπράξει με κάθε τρόπο στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών της προς το προσωπικό», λέει στην ανακοίνωσή της η Sprider, η οποία συνεχίζει ως εξής:

«Η παρατεταμένη ύφεση της ελληνικής οικονομίας, η οποία έχει πλήξει σημαντικότατα και τον κλάδο μας, ο περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών, η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης, οι καταστροφικές συνέπειες της πυρκαγιάς στις κεντρικές αποθήκες και εγκαταστάσεις της εταιρείας (σ.σ. για την οποία πολλή συζήτηση έχει γίνει), η άρνηση των ασφαλιστικών εταιρειών να μας αποζημιώσουν έστω και μερικώς, αλλά και η αίτηση πτώχευσης που κατέθεσε προμηθευτής της Sprider Stores, επιδείνωσαν επιπρόσθετα την κατάσταση και οδήγησαν την εταιρεία στη συγκεκριμένη απόφαση».

Η αρχή του τέλους

Η εταιρεία πριν από ενάμισι περίπου χρόνο κατηγορήθηκε για μια σειρά πυρκαγιών στα καταστήματά της. Πιο συγκεκριμένα, η καταστροφική πυρκαγιά είχε εκδηλωθεί τα ξημερώματα της 13ης Φεβρουαρίου 2012 και είχε αποδοθεί σε «κουκουλοφόρους ταραξίες» που είχαν προκαλέσει επεισόδια ως αντίδραση στην ψήφιση του μνημονίου. Οι πρώτες πληροφορίες για το περιστατικό ανέφεραν ότι οι «κουκουλοφόροι», αφού χτύπησαν και έδεσαν τον φύλακα του χώρου, προκάλεσαν εστίες φωτιάς. Από τη φωτιά καταστράφηκε ολοσχερώς το κτίριο, υπόγειο, ισόγειο και ο 1ος όροφος, συνολικής επιφάνειας 20.000 τ.μ. Βάσει των στοιχείων της δικογραφίας, ο εισαγγελέας θεώρησε ότι στόχος της όλης καταστροφικής επιχείρησης εμπρησμού ήταν η είσπραξη ασφαλιζόμενου ποσού ύψους 16 εκατ. ευρώ εκ μέρους των ιδιοκτητών. Η έρευνα λοιπόν των Αρχών έφθασε στο σημείο να στοιχειοθετήσει κατηγορίες εις βάρος της διοικητικής ομάδας αξιοποιώντας και το υλικό της Πυροσβεστικής που ήγειρε ερωτηματικά για τις κινήσεις των υψηλόβαθμων στελεχών. Πολύ περισσότερο υποψίες κινήθηκαν από το γεγονός πως η πυρκαγιά στο κτίριο της Ανθούσας ήταν η τέταρτη που είχε σημειωθεί σε εγκαταστάσεις της Sprider Stores, ενώ απορίας άξιο ήταν τι έκαναν οι κουκουλοφόροι στην περιοχή.  Από τη μεριά της πάντως η διοίκηση της εταιρείας είχε αρνηθεί τα παραπάνω, καταθέτοντας μάλιστα σειρά στοιχείων αλλά κι ερωτημάτων.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ

Έστησαν έναν κολοσσό από το πουθενά

Για τα ελληνικά δεδομένα, τα Sprider κάλλιστα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κολοσσός. Άλλωστε και μόνο το γεγονός πως στήθηκαν από το πουθενά συνηγορεί σε αυτό. Επιχειρηματίες αυτοδημιούργητοι, οι Σάκης και Σάββας Χατζηιωάννου ξεκίνησαν με δυσκολίες τη ζωή τους, με αποτέλεσμα να διαμορφώσουν από τότε τον συνήθως «σκληρό μα δίκαιο» όπως λένε πηγές χαρακτήρα τους. Ήδη στη δεκαετία του ’50 οι γονείς τους αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Κοζάνη για να πάνε μετανάστες στη Γερμανία. Ο μεγαλύτερος γιος, ο Σάκης, σύντομα ξεκινά να δουλεύει δεξιά κι αριστερά, ενώ με την επιστροφή της οικογένειας στην Ελλάδα μετά από μια δεκαετία ξενιτιάς, ο πατέρας του Δωρόθεος μένει ξανά άνεργος, αφού απολύεται από μια μονάδα παραγωγής καλτσών όπου εργαζόταν. Τότε ο πολυμήχανος πατριάρχης της οικογένειας αποφασίζει να ρισκάρει. Ρίχνει την αποζημίωσή του στην αγορά μιας μεταχειρισμένης μηχανής και με ορμητήριο το σπίτι του στήνει μια μικρή μονάδα παραγωγής καλτσών. Ο γιος του Σάκης μπαίνει δυναμικά στη δουλειά, εγκαταλείπει το σχολείο και συνδράμει τους γονιούς του. Ξεκινά να πουλά στο Mοναστηράκι την πραμάτεια της οικογένειας, με «τσιλιαδόρο» τον αδελφό του Σάββα.

Το 1974 η εταιρεία αγοράζει αποθήκη στα Λιόσια και τη μετατρέπει σε μονάδα με τον τίτλο Venus. Στα 1979 ο Δωρόθεος Χατζηιωάννου αξιοποιεί τα κίνητρα μετεγκατάστασης των εργοστασίων που δίνει η Πολιτεία και μεταφέρει τις δραστηριότητές του στην Ξάνθη. Η εταιρεία σταδιακά εκτοξεύεται και το 1987 δημιουργείται και το δεύτερο σήμα της, το Diana. Επίσης εισάγονται τα προϊόντα της για πρώτη φορά στα σούπερ μάρκετ, ενώ ξεκινούν και κάποιες παράλληλες δραστηριότητες, όπως η συμμετοχή στο καζίνο της Ξάνθης μαζί με τον γνωστό παράγοντα του ποδοσφαίρου Κανελλάκη κι έναν Ξανθιώτη επιχειρηματία ονόματι Κοζάνη. Η εταιρεία παράλληλα εισάγεται στο Χρηματιστήριο, ενώ η μία επιτυχία συνεχίζεται πίσω από την άλλη.

Χαρακτηριστικό πάντως δείγμα της οικογένειας Χατζηιωάννου είναι οι στενοί δεσμοί που έχουν μεταξύ τους και η αλληλεγγύη. Ακόμα και στα δύσκολα η οικογένεια λειτουργεί ομαδικά και σπάνια ο Σάββας Χατζηιωάννου βγαίνει στο προσκήνιο, καθώς η δημόσια εικόνα του γκρουπ είναι ο πιο επικοινωνιακός Σάκης. Ένας πολυβραβευμένος επιχειρηματίας, ο οποίος πάντοτε είναι το ζωντανό δείγμα των προϊόντων που παράγει, καθώς δεν φορά ποτέ άλλα ρούχα εκτός από αυτά που η Sprider παράγει. Πολύ συχνά ο κ. Χατζηιωάννου μάλιστα επαίρεται εκτός από την ποιότητα των ρούχων που φοράει και για τη χαμηλή τους τιμή, καθώς χωρίς κόμπλεξ ακόμα και σε κοινωνικά σουαρέ δεν διστάζει να πει πως τα κοστούμια του κοστίζουν το πολύ 300 ευρώ.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα