ΤτΕ: Σήμερα η παρουσίαση της έκθεσης για το 2023 – Τα εύσημα και τα «καμπανάκια» Στουρνάρα

Στις καλές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, αλλά και στις προκλήσεις – ενδογενείς και εξωγενείς- θα εστιάσει ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος

Την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για το 2023 παρουσιάζει σήμερα, Δευτέρα, ο διοικητής, κ. Γιάννης Στουρνάρας, εστιάζοντας αφενός, στις καλές επιδόσεις της οικονομίας, οι οποίες κατέστησαν τη χώρα ένα διεθνές «success story» και αφετέρου, στις προκλήσεις – ενδογενείς και εξωγενείς – που αναδύονται.

Ειδικότερα, από το βήμα της 91ης ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων, ο κ. Στουρνάρας αναμένεται, μεταξύ άλλων, να αναφερθεί στα δεδομένα εκείνα που καθιστούν την ελληνική οικονομία πιο ανθεκτική εν συγκρίσει με την υπόλοιπη Ευρώπη, έχοντας πέρυσι επιτύχει ρυθμό ανάπτυξης 2% έναντι 0,4% στην ευρωζώνη. Όσον αφορά στην επόμενη τριετία, η ΤτΕ εκτιμά πως το εγχώριο ΑΕΠ θα «τρέξει» με 2,3% το 2024, 2,5% το 2025 και 2,3% το 2026 έναντι 0,6%, 1,5% και 1,6% αντίστοιχα στην ΕΕ.

Ο πληθωρισμός, η απότομη επιτάχυνση του οποίου προκάλεσε τη μεταστροφή της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), προβαίνοντας σε διαδοχικές αυξήσεις των βασικών επιτοκίων, διαμορφώθηκε πέρυσι στο 4,2% για την Ελλάδα και στο 5,4% για την ευρωζώνη, με τις προβλέψεις της ΤτΕ να κάνουν λόγο για περαιτέρω αποκλιμάκωση μέχρι το 2026 και συγκεκριμένα στο 2,8% το 2024, 2,2% το 2025 και 2,1% το 2026 για την Ελλάδα και στο 2,3%, 2% και 1,9% αντίστοιχα στην ΕΕ. Εν όψει και της νέας συνεδρίασης της ΕΚΤ την προσεχή Πέμπτη δε, τα στοιχεία που «μαρτυρούν»… προσγείωση του πληθωρισμού στα επίπεδα του 2% θα «ξεκλειδώσουν» τις αποφάσεις για μείωση των επιτοκίων. Όπως, άλλωστε, τόνισε σε συνέντευξή του στο «Πρώτο Θέμα» ο διοικητής της ΤτΕ, «η μείωση των επιτοκίων τέσσερις φορές εφέτος, από 25 μονάδες βάσης κάθε φορά, είναι εφικτή».

Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με την ΤτΕ, η διατήρηση, στο διηνεκές, πρωτογενούς πλεονάσματος 2% του ΑΕΠ στη γενική κυβέρνηση θα πρέπει να είναι εκ των ων ουκ άνευ. Στο πλαίσιο αυτό, «βλέπει» πλεόνασμα 2,1% το 2024 – από 1,4% το 2023 – και 2,3% τη διετία 2025 – 2026 έναντι πρωτογενούς ελλείμματος 1,1%, 0,9% και 0,8% στην ευρωζώνη. Όσον αφορά στο χρέος, αυτό το 2023 παρέμεινε σταθερό σε ονομαστικούς όρους, αλλά ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε από 172,6% του ΑΕΠ το 2022 σε 161,9% το 2023, ενώ στο τέλος του 2026 αναμένεται να πέσει στο 138,9%.

Ως προς τις ξένες άμεσες επενδύσεις (ΞΑΕ), αυτές, σύμφωνα με πρόσφατη τοποθέτηση του κ. Στουρνάρα στο LSE, «άγγιξαν» το 2% το 2023 από 1,7% προηγουμένως (2015 – 2020), με τον λόγο των επενδύσεων προς ΑΕΠ να διαμορφώνεται στο 14,3% πέρυσι από 16,6 % το 2010. «Οι επιχειρηματικές επενδύσεις έχουν ανακάμψει πλήρως και έχουν επανέλθει στα προ του 2010 επίπεδα. Ο λόγος των συνολικών επενδύσεων προς το ΑΕΠ, ωστόσο, εξακολουθεί να υπολείπεται του αντίστοιχου της ΕΕ (22%), κυρίως λόγω της μείωσης των επενδύσεων σε κατοικίες την τελευταία 10ετία, οι οποίες, όμως, ανακτούν πολύ γρήγορα το χαμένο έδαφος. Η χρηματοδότηση μέσω του RRF θα συμβάλει στην αύξηση του λόγου επενδύσεων προς ΑΕΠ, ώστε να συγκλίνει προς το μέσο όρο της ΕΕ. Η πλήρης υλοποίηση των επενδύσεων του RRF και των συναφών μεταρρυθμίσεων αναμένεται να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 10% την επόμενη 10ετία», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ερωτηθείς, πάντως, εάν αυτό θα δημιουργήσει ένα μη βιώσιμο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ο ίδιος απάντησε αρνητικά, στο βαθμό που οι δραστικές μεταρρυθμίσεις θα ενισχύσουν την παραγωγική ικανότητα στους τομείς των εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, η ανταγωνιστικότητα θα συνεχίσει να βελτιώνεται και θα υπάρχουν επαρκή δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας. «Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαίο οι ΞΑΕ να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλών ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών», πρόσθεσε. Αξίζει να αναφερθεί πως την τριετία 2024 – 2026 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να διαμορφωθεί στο -6,5% το 2024, -5,9% το 2025 και στο -5,8% το 2026 έναντι -6,4% το 2023.

Στην πρόοδο που έχει συντελεστεί στον τραπεζικό κλάδο, τόσο σε επίπεδο «κόκκινων» δανείων, όσο και κερδοφορίας, αναμένεται να επικεντρωθεί στην ομιλία του ο διοικητής της ΤτΕ, κάνοντας ειδική μνεία στις πρόσφατες κινήσεις αποεπένδυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από τους συστημικούς Ομίλους.

Πιο αναλυτικά, «χαρτογραφώντας» τη σημερινή εικόνα των τραπεζών, με την αυξημένη κερδοφορία, τους υψηλούς – πάνω από τα ελάχιστα εποπτικώς απαιτούμενα επίπεδα – δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και την επαρκή ρευστότητα, ο κ. Στουρνάρας θα εστιάσει στις προοπτικές που ανοίγονται για τον κλάδο, με «όχημα» και το RRF. Η αξιοποίηση των επίμαχων κεφαλαίων, άλλωστε, θα συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων για πιστωτική επέκταση, περιορίζοντας τις όποιες απώλειες από τις επικείμενες μειώσεις των επιτοκίων.

Στον αντίποδα, παρά την όποια πρόοδο έχει επιτευχθεί στο σκέλος των «κόκκινων» δανείων, ο ίδιος θα επαναλάβει το γεγονός ότι μεγάλο μέρος αυτών παραμένουν στην οικονομία, επισημαίνοντας το νέο πλαίσιο που διέπει πλέον τις εταιρείες διαχείρισης. Στις προκλήσεις συγκαταλέγεται, επίσης και η ποιότητα κεφαλαίου, με το 53,6% του CET 1 να αποτελεί σήμερα οριστική και εκκαθαρισμένη αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (DTC).

Αναφορικά με τις προκλήσεις που αναδύονται για την ελληνική οικονομία ο διοικητής της ΤτΕ θα αναφερθεί αναλυτικά σε αυτές και συγκεκριμένα:

Ανταγωνιστικότητα: Παρά τη μείωση του σχετικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και των σχετικών τιμών, η οποία συνεπάγεται βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα παραμένει χαμηλή, λόγω διαρθρωτικών δυσκαμψιών.

Συνοπτικά αυτές είναι: καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, γραφειοκρατία, υστέρηση σε βασικές υποδομές, καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του εθνικού κτηματολογίου και του χωροταξικού πλαισίου, χαμηλή συμμετοχή των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας και παράλληλα, αναντιστοιχίες μεταξύ προσφερόμενων/ζητούμενων δεξιοτήτων, αυξημένη στενότητα στην αγορά εργασίας, δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις, φοροδιαφυγή, αδυναμίες στο «τρίγωνο της γνώσης» (εκπαίδευση-έρευνα-καινοτομία), ολιγοπώλια (π.χ. τρόφιμα, καύσιμα, τράπεζες, ιδιωτική νοσοκομειακή περίθαλψη).

Εξωγενείς παράγοντες: Αβεβαιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, γεωπολιτικοί κίνδυνοι, τάσεις στασιμοπληθωρισμού, επεισόδια χρηματοπιστωτικής αστάθειας, προβλήματα δημόσιου χρέους. Η διαφορά επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης (snowball effect) πιθανότατα θα διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο παγκοσμίως την προσεχή περίοδο.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα