Σε… επιθανάτιο ρόγχο η αγορά

«Η λέξη ασφυξία μάλλον είναι μικρή για να αποτυπώσει το πρόβλημα της αγοράς. Όσο η στασιμότητα με την αξιολόγηση καλά κρατεί και η φημολογία για νέα μέτρα, τόσο διατηρείται η αβεβαιότητα στους καταναλωτές και η αγορά είναι πριν από τον επιθανάτιο ρόγχο». Με αυτά τα λόγια παράγοντας της αγοράς περιέγραψε την κατάσταση στο εμπόριο, λίγα 24ωρα μετά την έλευση του νέου έτους που φορτώνει με νέα χαράτσια τους ελεύθερους επαγγελματίες.

Της Ευαγγελίας Τζαβάρα

Στο ήδη βεβαρυμμένο παρελθόν της ελληνικής οικονομίας έρχεται να προστεθεί και όσα είδαν το φως της δημοσιότητας, πως η πλειοψηφία των ρυθμίσεων που έχουν κάνει μέχρι σήμερα οι δανειολήπτες έχει χαθεί και πλέον τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να προχωρήσουν σε νέο διακανονισμό. Η εικόνα πάντως θα ήταν ακόμη δυσμενέστερη εάν οι τράπεζες δεν είχαν προχωρήσει σε προληπτικές ρυθμίσεις, δηλαδή ακόμη και για τα δάνεια που δεν έχουν μπει σε καθυστέρηση. Πρόκειται για τα δάνεια που χαρακτηρίζονται αβέβαιης είσπραξης, τα οποία ανέρχονται σε 30 δισ. ευρώ και έχουν ήδη ρυθμιστεί σε ποσοστό 72,4%.

Τα στοιχεία αυτά που είναι άκρως επιβαρυντικά για επιχειρήσεις και νοικοκυριά προκύπτουν από την έκθεση για την επισκόπηση του χρηματοπιστωτικού τομέα που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος, βάσει της οποίας τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, δηλαδή τα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται, αλλά και αυτά που έχουν χαρακτηριστικά αβέβαιης είσπραξης, ανήλθαν στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2016 στο 45,2% του συνολικού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, δηλαδή σε 108 δισ. ευρώ. Από την ανάλυση των ανοιγμάτων σε καθυστέρηση που έχουν οι τράπεζες προκύπτει ότι δάνεια:

• 30 δισ. ευρώ είναι σε καθυστέρηση μεγαλύτερη από 90 ημέρες. Από αυτά περίπου τα μισά (ποσοστό 48%) έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των δύο ετών.
• 47,7 δισ. ευρώ έχουν καταγγελθεί από τις τράπεζες.
• 13,2 δισ. ευρώ είναι σε καθυστέρηση έως τρεις μήνες.
• 16,6 δισ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι δεν είναι σε καθυστέρηση, είναι αβέβαιης είσπραξης.

Τα στεγαστικά δάνεια είναι αυτά με τις περισσότερες ρυθμίσεις, ενώ ακολουθούν τα καταναλωτικά και τα επιχειρηματικά. Η αποτυχία των ρυθμίσεων –εκτός από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης– οφείλεται και στις ατελέσφορες λύσεις που δόθηκαν από τις τράπεζες.

Μία από τις βασικές αιτίες είναι η δυσκολία που έχουν οι τράπεζες να προχωρήσουν σε διαγραφές, στον βαθμό που κάτι τέτοιο θα μπορούσε να φέρει τα τραπεζικά στελέχη αντιμέτωπα με ποινικές ευθύνες. Η σχετική διάταξη που θα παρείχε προστασία σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν έχει ακόμη κατατεθεί στη Βουλή και είναι χαρακτηριστικό ότι απουσία αυτής της ρύθμισης, οι τράπεζες σε αρκετές περιπτώσεις προκρίνουν το κλείσιμο και τη ρευστοποίηση μιας επιχείρησης από τη διάσωσή της. Η ΤτΕ καλεί την κυβέρνηση να προωθήσει τα νομοθετικά μέτρα για την ενεργητική διαχείριση απαιτήσεων, όπως η τιτλοποίηση, την αναμόρφωση του πλαισίου για τον εξωδικαστικό διακανονισμό χρέους τόσο προς τους ιδιώτες όσο και προς το Δημόσιο και την επίλυση προβλημάτων που σχετίζονται με τη φορολογική μεταχείριση διαγραφών και σχηματισμού προβλέψεων.

Οι επιβαρύνσεις
Όμως δεν είναι μόνο τα δάνεια που προκάλεσαν ένα σοκ στην αγορά. Είναι και οι φορολογικές υποχρεώσεις άνω των 4 δισ. ευρώ που κλήθηκαν να πληρώσουν οι φορολογούμενοι τον Δεκέμβριο, οι οποίες στέρησαν από την αγορά την περίοδο των γιορτών κάθε δυνατότητα να επωφεληθεί από τους τζίρους της αγοράς τον τελευταίο μήνα του έτους, που παραδοσιακά είναι αυτός που πυροδοτεί την καταναλωτική δαπάνη. Η έρευνα της ΕΣΕΕ με στοιχεία από 83 εμπορικούς συλλόγους της χώρας δείχνει ότι οι πωλήσεις των καταστημάτων λιανεμπορίου στο διάστημα των φετινών εορτών εμφάνισαν πτωτική τάση στη συντριπτική πλειονότητα των περιοχών. Τρεις στις τέσσερις (76%) επιχειρήσεις παρουσίασαν χαμηλότερα επίπεδα τζίρου από τα αντίστοιχα της προηγούμενης χρονιάς, ενώ το 28% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι η μείωση ανέρχεται σε ποσοστό άνω του 40%.

Την ίδια ώρα οι έμποροι ανησυχούν για το μέλλον, καθώς οι τρύπες στα δημοσιονομικά μάλλον θα κλείσουν με νέες επιβαρύνσεις. Οι έμποροι φοβούνται ότι πέραν του αφορολόγητου που θα θυσιάσει η κυβέρνηση επιβάλλοντας ένα πρόσθετο χαράτσι της τάξης των €300 έως €500, ανάλογα με το σενάριο που θα επιλεγεί, σε κάθε μισθωτό και συνταξιούχο, στο τραπέζι βρίσκεται και η αύξηση του μεσαίου συντελεστή ΦΠΑ από το 13% στο 14%. Οι δύο αυτές παρεμβάσεις θα αποτελέσουν τη χαριστική βολή στα ήδη εξουθενωμένα από την υπερφορολόγηση μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, ενώ θα αποτελειώσουν και την αγορά καθώς ό,τι αφαιρεθεί από τα εισοδήματα θα λείψει αυτομάτως από την κατανάλωση.

Και όπως επισημαίνουν θα πληγεί το καλάθι της νοικοκυράς, καθώς θα επιβληθεί σε όλα τα νωπά τρόφιμα, όπως είναι το κρέας, τα λαχανικά και τα φρούτα, αλλά και στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και της ύδρευσης. Επιπλέον, η αύξηση του συντελεστή θα πλήξει και την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος καθώς ο μεσαίος συντελεστής επιβάλλεται και στις διανυκτερεύσεις των ξενοδοχείων.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα