Ευθύνες Βγενόπουλου για τους θανάτους στη Marfin διερευνά η Εισαγγελία

Τις ευθύνες της κεντρικής διοίκησης της τράπεζας Μarfin, ακόμη και του ίδιου του προέδρου της, Ανδρέα Βγενόπουλου, για τον τραγικό θάνατο που βρήκαν τρεις υπάλληλοι στο υποκατάστημα της οδού Σταδίου, μετά από εμπρηστική επίθεση (τον Μάιο του 2010), διερευνά η εισαγγελία Πρωτοδικών Αθήνας. Κι αυτό καθώς πριν από περίπου δύο μήνες διαβιβάστηκαν στην εισαγγελία τα πρακτικά της δίκης που διεξήχθη πριν ένα χρόνο και κατέληξε στην καταδίκη τριών στελεχών της τράπεζας οι οποίοι κρίθηκαν ένοχοι για τα ελλιπή μέτρα ασφαλείας του υποκαταστήματος. Η διαβίβαση των πρακτικών έγινε με απόφαση του δικαστηρίου προκειμένου να συνεχιστεί η έρευνα και να αναζητηθούν περαιτέρω ποινικές ευθύνες στελεχών της τράπεζας και μη. Στην απόφαση αυτή φαίνεται πως συνέβαλαν οι μαρτυρικές καταθέσεις, κατά τις οποίες καταλογίστηκαν ευθύνες, που έφτασαν έως τον πρόεδρο της τράπεζας, Ανδρέα Βγενόπουλο.

 

Το πόρισμα της Επιθεώρησης Εργασίας

Υπενθυμίζεται ότι σχετικά με τις ευθύνες για τον εγκλωβισμό των υπαλλήλων μετά τον εμπρησμό το σχετικό πόρισμα της Επιθεώρησης Εργασίας ανέφερε ότι «η επιχείρηση δεν είχε το απαιτούμενο πιστοποιητικό πυρασφαλείας που εκδίδεται από την Πυροσβεστική Υπηρεσία».
Η μοναδική έξοδος κινδύνου στο υποκατάστημα της Μarfin στην οδό Σταδίου ήταν κλειδωμένη, ενώ είχε χαθεί το τηλεχειριστήριο που θα μπορούσε να την ανοίξει. Οι εργαζόμενοι, στην προσπάθειά τους να διασωθούν μετά τον εμπρησμό από τις μολότοφ, εγκλωβίστηκαν σε μια… σιδερένια κλούβα. Συμπτωματικά είχε μείνει ανοιχτή μια πόρτα διαφυγής «για να εξαερίζεται ο χώρος επειδή μύριζε μια τουαλέτα».
Στην πρωτόδικη δίκη για τις τυχόν ευθύνες των κατηγορουμένων στελεχών της τράπεζας η εισαγγελέας της έδρας είχε επισημάνει στην αγόρευσή της ότι ακόμη και την ύστατη στιγμή δεν εκκένωσαν το κατάστημα, το οποίο ήταν γυμνό και απροστάτευτο. Κατά την εισαγγελική λειτουργό, οι κατηγορούμενοι είχαν ρητή υποχρέωση να μεριμνήσουν για την πυρασφάλεια αλλά και να έχουν εκπαιδεύσει το προσωπικό, αφού το κατάστημα γινόταν συνεχώς στόχος εμπρησμών.
Ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας και ο υπεύθυνος ασφαλείας του υποκαταστήματος καταδικάστηκαν σε συνολική ποινή φυλάκισης 22 ετών (σύμφωνα με τον νόμο εκτιτέα είναι τα 10), ενώ το δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης πέντε ετών και ενός μήνα στη διευθύντρια της τράπεζας. Οι κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι καθώς η έφεση τους είχε ανασταλτικό χαρακτήρα. Η εισαγγελέας της έδρας είχε εισηγηθεί να μην δοθεί αναστολή στην έφεση των κατηγορουμένων ώστε να οδηγηθούν στη φυλακή εστιάζοντας μάλιστα και στην «αρνητική τους συμπεριφορά» μετά το τραγικό περιστατικό της απώλειας των τριών υπαλλήλων ανάμεσα στους οποίους ήταν και μια νεαρή έγκυος γυναίκα.

Kίνδυνος-θάνατος
Σύμφωνα με όσα προέκυψαν κατά την πολυήμερη ακροαματική διαδικασία , το υποκατάστημα της Σταδίου παρουσίαζε πολλά κενά ασφαλείας, όπως ανυπαρξία εξόδων κινδύνου, έλλειψη πυροσβεστήρων, απουσία συστήματος πυρανίχνευσης κλπ.
Χαρακτηριστικά, στην απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθήνας αναφέρονται τα εξής: «… εκ του γεγονότος ότι 14 υπάλληλοι κατόρθωσαν να επινοήσουν και να κατασκευάσουν αυτοσχέδια έξοδο κινδύνου αποκολλώντας με παρατεταμένες και επίπονες προσπάθειες ενός εξ αυτών, το πλέγμα της οροφής του μικρού φωταγωγού και στη συνέχεια να αναρριχηθούν στην οροφή του φωταγωγού, να διέλθουν από τη διανοιχθείσα οπή τελώντας μάλιστα σε κατάσταση πανικού, φόβου και αδυναμία λόγω μειωμένης αναπνοής συνεπεία αποπνικτικού καπνού και δίχως καμία προηγούμενη εκπαίδευση σε τέτοιου είδους αναρριχήσεις και να βρεθούν στη στέγη και εν συνεχεία στο διπλανό κτίριο και εν τέλει στην οδό Σταδίου, ήτοι σε ασφαλές χώρο, οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι εάν είχαν ληφθεί τα προβλεπόμενα από το νόμο μέτρα, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η επίθεση αυτή χωρίς νεκρούς και τραυματίες».
Στην ίδια απόφαση αναφέρεται ότι οι υπεύθυνοι της Marfin δεν είχαν λάβει κανένα μέτρο ενόψει της γενικής απεργίας, πορείας και συγκέντρωσης στο κέντρο της Αθήνας, παρά το γεγονός, ότι το συγκεκριμένο κατάστημα είχε δεχθεί επιθέσεις πολλές φορές στο παρελθόν, επειδή δεν είχε ρολά ασφαλείας.
Μετά την καθαρογραφή της απόφασης της πρώτης δίκης, αυτή μαζί με αντίγραφα όλων των εγγράφων διαβιβάστηκε, στον εισαγγελέα Πρωτοδικών.

Οι φερόμενοι ως δράστες του εμπρησμού
Τέσσερα χρόνια πάντως μετά το φονικό συμβάν η δίκη των δύο ατόμων που κατηγορούνται ο μεν ένας, 33χρονος Έλληνας, για τον εμπρησμό της Marfin και ο δε δεύτερος, ένας 29χρονος ομογενής, από το Καζακστάν, για την επίθεση στο γειτονικό βιβλιοπωλείο «Ιανός», έχει ήδη αναβληθεί δύο φορές.
Σύμφωνα όμως με νομικούς, τα στοιχεία για τους δύο νεαρούς που ανήκουν στον αντιεξουσιαστικό χώρο είναι «ασθενή» και αδύναμα, ενώ η έρευνα της ΕΛ.ΑΣ. και των δικαστικών αρχών για την επίθεση απέδωσε ελάχιστα. Οι δύο κατηγορούμενοι νεαροί είναι ήδη ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους.
Υπενθυμίζεται ότι εμπρησμός της Marfin σημειώθηκε στις 5 Μαΐου 2010 κατά τη διάρκεια μεγάλης απεργιακής κινητοποίησης εναντίον του πρώτου μνημονίου. Σύμφωνα με το δικαστικό βούλευμα, στην περιοχή κινείτο μια ομάδα αντιεξουσιαστών η οποία «έσπασε» σε εκείνο το σημείο σε δύο κομμάτια. Μία με τέσσερις δράστες οι οποίοι και επιτέθηκαν στο βιβλιοπωλείο «Ιανός» και μία ακόμα αποτελούμενη από τρεις -και υπό τον προστατευτικό κλοιό άλλων- η οποία κινήθηκε κατά του απέναντι καταστήματος της Marfin. Στην ομάδα αυτή, όπως σημειώνεται, συμμετείχε και μια ξανθιά γυναίκα.
Από τη ρίψη μολότοφ στo εσωτερικό του υποκαταστήματος εκδηλώθηκε πυρκαγιά, με 24 συνολικά υπαλλήλους της τράπεζας να εγκλωβίζονται μέσα σε αυτό και τρεις από αυτούς –η έγκυος Αγγελική Παπαθανασοπούλου, η Παρασκευή Ζούλια και ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης– να χάσουν τη ζωή τους από ασφυξία.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα