Οι προκλητικές… υπερπτήσεις των τιμών στα εισιτήρια των αεροπορικών εταιρειών

Ελλείψει ουσιαστικού ανταγωνισμού, οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς δεν λειτουργούν προς όφελος του Έλληνα ταξιδιώτη πoυ μπορεί να «πετάξει» φθηνά εκτός συνόρων, αλλά στις πτήσεις εσωτερικού πληρώνει το… Airbus για αηδόνι

Μπορεί μέχρι σήμερα Σάββατο (26/6) η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας να είχε υψώσει υγειονομικό φραγμό στους επιβάτες πτήσεων εξωτερικού αλλά και σε όσους ημεδαπούς ταξιδιώτες σχεδίαζαν να «πετάξουν» σε εγχώριους νησιωτικούς προορισμούς, ωστόσο η… πτητική πορεία των τιμών των αεροπορικών εισιτηρίων στους αιθέρες συναγωνίζονται σε πρόκληση τις παραβιάσεις των τουρκικών μαχητικών στο Αιγαίο. Για το πώς αυτό αφήνεται να συμβαίνει, οι εξηγήσεις είναι περίπλοκες…  

Τι κάνει ο ενημερωμένος και συνειδητοποιημένος καταναλωτής πριν ψωνίσει το προϊόν της αρεσκείας του; Προχωρά σε μία έρευνα αγοράς, συγκρίνει τις τιμές πώλησης και καταλήγει στη value-for-money επιλογή, αγοράζοντας το προϊόν που ανταποκρίνεται στην κάλυψη της καταναλωτικής ανάγκης δίχως να αιμορραγήσει το πορτοφόλι του.

Το παραπάνω σκεπτικό δεν διαφοροποιείται είτε το προϊόν έχει την κλασική «απτή» μορφή –π.χ. ένα παπούτσι, ένα ένδυμα κ.λπ.– είτε έχει την άυλη μορφή μίας υπηρεσίας. Εκεί που αρχίζει να… στραβώνει το πράγμα είναι όταν από την έρευνα αγοράς ο καταναλωτής έρχεται αντιμέτωπος με μία ανορθολογική τιμολόγηση προϊόντων και υπηρεσιών που αντίκειται όχι μόνο στους όρους του ελεύθερου ανταγωνισμού αλλά και της ίδιας της λογικής.

Τέτοιο κλασικό παράδειγμα… βλάβης που θα έλεγε και ο κωμικός Κώστας Τσάκωνας είναι η τιμολόγηση των εισιτηρίων στον κλάδο των αερομεταφορών. Μάλιστα, στη συγκεκριμένη αγορά παρατηρείται συχνά το φαινόμενο ένα αεροπορικό ταξίδι, που λόγω απόστασης θα ήταν λογικό να κοστίζει στον επιβάτη πολύ ακριβά, φτάνει να κοστίζει σε κάποιες περιπτώσεις πολύ φθηνότερα από ένα εσωτερικό αεροπορικό δρομολόγιο διάρκειας μόλις 35-45 λεπτών.

Μια επίσκεψη σε γνωστή διαδικτυακή πλατφόρμα αναζήτησης αεροπορικών εισιτηρίων αρκεί για να πείσει και τον πλέον δύσπιστο ότι αν σκεφτόταν να αποδράσει αυτό το Σαββατοκύριακο από τον καύσωνα του αττικού άστεως θα του ήταν οικονομικότερο να «πετάξει» στο νεφελώδες Λονδίνο, παρά λ.χ. στην ηλιόλουστη Μύκονο.

Στην «Α» κάναμε το «πείραμα» και το αποτέλεσμα ήταν αποκαλυπτικό καθώς:

>>Αν ένας επίδοξος ταξιδιώτης επέλεγε ως προορισμό του την πρωτεύουσα του Ηνωμένου Βασιλείου, τότε θα είχε διαθέσιμες περίπου 100(!!!) επιλογές δρομολογίου με το aller-retour εισιτήριο για έναν ενήλικο να κυμαίνεται σε ένα εύρος τιμών από €58,75 το φθηνότερο έως €199,44 το ακριβότερο.

>>Αν, τώρα, ο ίδιος ταξιδιώτης επέλεγε να περάσει το Σαββατοκύριακό του στη Μύκονο ως προορισμό του, τότε θα είχε κι εδώ διαθέσιμες 100  επιλογές πιθανού δρομολογίου, με τη διαφορά ότι το μετ’ επιστροφής εισιτήριο για έναν ενήλικο θα ήταν κατά 81,72% ακριβότερο στη χαμηλή εκδοχή του (€106,76 γα να «πετάξει» και να γυρίσει από τη Μύκονο έναντι €58,75 για να πάει και να επιστρέψει από το Λονδίνο) και κατά 55,55% ακριβότερο στην υψηλότερη τιμολόγηση (€310,22 για Μύκονο, €199,44 για Λονδίνο).

Κι επειδή είναι εύλογο να ισχυριστεί κάποιος ότι η Μύκονος «δικαιολογεί» τα ακριβά αεροπορικά της ως η ναυαρχίδα του ελληνικού τουρισμού κι ως ένας από τους τοπ τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως, απλώς να συμπληρώσουμε ότι αν το ίδιο Σαββατοκύριακο του Ιουνίου ο ταξιδιώτης του παραδείγματός μας επέλεγε την περίφημη Ίμπιζα των δεκάδων εκατομμυρίων τουριστών, αυτός θα πλήρωνε για το αεροπορικό του εισιτήριο από €156,08 έως €304,43, τουτέστιν μόλις 4,5 ως 50 ευρώ ακριβότερα από το να πήγαινε στη Μύκονο.

Τι ξεχνούν να πουν οι αεροπορικές εταιρείες 

Όπως προαναφέρθηκε και στον πρόλογο του ρεπορτάζ, το πώς προκύπτει τέτοια στρέβλωση στην τιμολόγηση των αεροπορικών εισιτηρίων στη χώρα μας είναι δυσδιάκριτο. Για παράδειγμα, αληθεύει ότι οι διοικήσεις των αεροπορικών εταιρειών βγάζουν στην αγορά εκατοντάδες προσφορές φθηνών αεροπορικών εισιτηρίων για ποικίλους τουριστικούς προορισμούς υψηλής επισκεψιμότητας, αρκεί ο ταξιδιώτης να έχει προγραμματίσει εγκαίρως την κράτηση του εισιτηρίου του.

Άλλο τόσο αληθεύει ότι ισχύει ο απαράβατος κανόνας της αγοράς ότι σε high season περιόδους η υψηλή ζήτηση και η χαμηλότερη προσφορά ωθεί τις τιμές σε υψηλότερα επίπεδα, γεγονός που απαντάται σε όλες τις χώρες του κόσμου, αλλά και σε άλλες προϊοντικές αγορές.

Αυτό, όμως, που ξεχνούν να αναφέρουν στην επιχειρηματολογία τους οι αεροπορικές εταιρείες είναι ότι ελεύθερη αγορά δεν σημαίνει ανεξέλεγκτη τιμολογιακά αγορά. Δεν σημαίνει, δηλαδή, ότι επειδή το αεροπορικό εισιτήριο δεν υπόκειται σε καθεστώς διατίμησης ή δεν αναγράφει πάνω του προτεινόμενη τιμή λιανική πώλησης, όπως στα μπουκαλάκια του εμφιαλωμένου νερού, «δικαιούται» η κάθε αεροπορική να πουλάει τα εισιτήριά της με όσα ευρώ τής… λείπουν.

Εξάλλου, όταν η επιχειρηματική δραστηριοποίηση γίνεται σε μία αγορά όπως η ελληνική, με τις ιδιαιτερότητες που αυτή παρουσιάζει, είναι αναγκαίο να γίνει και μία ειλικρινής συζήτηση, που το ένα σκέλος της αφορά την ουσιαστική  έλλειψη ανταγωνισμού στον εγχώριο κλάδο των αερομεταφορών και το άλλο την κοινωνική πολιτική που οφείλει να ασκήσει το Κράτος και μέσω των αεροπορικών εταιρειών.

Ειδικά το τελευταίο γίνεται εύκολα αντιληπτό, δεδομένου ότι στα πανέμορφα ελληνικά νησιά δεν πηγαινοέρχονται το καλοκαίρι μόνο ξένοι και ημεδαποί τουρίστες, αλλά νησιώτες εργαζόμενοι και μόνιμοι κάτοικοι που δεν «πετούν» για χόμπι στην Κρήτη την Κέρκυρα, τη Ρόδο και αλλού. Κι αυτοί οι νησιώτες είναι κοινωνικά –και εθνικά–  αναγκαίο να παραμένουν αεροπορικά διασυνδεμένοι με την ηπειρωτική ραχοκοκαλιά της χώρας χωρίς να ματώνουν οικονομικά σε κάθε πτήση.

Ανταγωνισμός για τα μάτια του κόσμου 

Όσο για την έλλειψη ανταγωνισμού στις ελληνικές αερομεταφορές, ούτε αυτή αποτελεί «βουλεμένο γράμμα». Δυστυχώς, όπως έλεγε στις αρχές της δεκαετίας του 2010 ο εμβληματικός πρόεδρος της Αlpha Bank, Γιάννης Κωστόπουλος, ότι «η Ελλάδα δεν χωράει πάνω από δυόμισι τράπεζες», η ιστορία απέδειξε ότι το εύρος της χώρας δεν «σήκωνε» τελικά ούτε δύο αεροπορικές.

Έτσι, η Aegean του Ευθύμη Βασιλάκη έμεινε επί της ουσίας να παίζει μπάλα μόνη της στους ελληνικούς αιθέρες έπειτα από την  απορρόφηση σε ποσοστό 100% της Ολυμπιακής Αεροπορίας, έχοντας ως μόνους ανταγωνιστές μία δική της θυγατρική –την Olympic Air– και μετρημένες στα δάχτυλα μικρές αεροπορικές των οποίων το πτητικό έργο περιορίζεται κυρίως σε charter πτήσεις.

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι όταν την άνοιξη του 2020 η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να εξαγγείλει το πρόγραμμα στήριξης των αεροπορικών εταιρειών από την πανωλεθρία που υπέστησαν λόγω κορωνοϊού, η εταιρεία του Ευτύχη Βασιλάκη ενισχύθηκε με κονδύλια της τάξης 120 εκατ. ευρώ.

Μάλιστα, το πακέτο δεν χαρακτηρίστηκε εξόχως γενναιόδωρο μόνο ως προς το ύψος του ζεστού κρατικού χρήματος, αλλά και γιατί η εταιρεία κατάφερε να εξασφαλίσει τη χορήγηση πενταετούς ομολογιακού δανείου ύψους  150 εκατ. ευρώ από τις συστημικές τράπεζες με εγγυητή το Δημόσιο την ώρα που:

>>Δεν βγήκε ούτε ευρώ από τα «σεντούκια» της Aegean, της οποίας η ρευστότητα στο τέλος του 2019 ξεπερνούσε το μισό δισεκατομμύριο ευρώ.

>>Η διοίκηση της Aegean δεν σήκωνε κουβέντα για το ενδεχόμενο μερικής κρατικοποίησής της, όπως συνέβη στη Γερμανία με την περίπτωση της επίσης «αιμορραγούσας» από τις συνέπειες της πανδημίας Λουφτχάνσα.

Αν αυτό λογίζεται ως υγιής ανταγωνισμός, κάποιος γιαλός είναι στραβός…

Και στη Βουλή

Το θέμα για το ύψος των τιμών των αεροπορικών εισιτηρίων δεν έχει μείνει μόνο στο πεδίο του κοινωνικού διαλόγου ή της δημοσιογραφικής καταγραφής. Πριν από περίπου μία διετία πέρασε και το κατώφλι του ελληνικού Κοινοβουλίου. Συγκεκριμένα, στις αρχές Νοεμβρίου του 2019 ο βουλευτής Δωδεκανήσου της Νέας Δημοκρατίας, ΒασίλειοςΝικόλαος Υψηλάντης, κατέθεσε σχετική ερώτηση με αποδέκτες τους αρμόδιους υπουργούς Άδωνι Γεωργιάδη (Ανάπτυξης και Επενδύσεων) και Κώστα Αχ. Καραμανλή (Υποδομών και Μεταφορών).

Σε εκείνη την κοινοβουλευτική παρέμβασή του ο Ροδίτης πολιτικός και διαπρεπής δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω κατ’ αρχάς περιέγραφε το πρόβλημα του υψηλότατου κόστους των εισιτηρίων που υποχρεούνται να πληρώσουν όσοι θέλουν να μεταβούν ή να αναχωρήσουν από το Νησί των Ιπποτών, καθώς και την κατ’ ουσίαν παγίωση ενός καθεστώτος που –όπως λέει ο ίδιος στην ερώτησή του– παραπέμπει σε ολιγοπωλιακές καταστάσεις στον τομέα των αερομεταφορών.

Τα κρίσιμα ερωτήματα που έθεσε ο «γαλάζιος» βουλευτής ήταν δύο:

1] Αν είναι σε γνώση της Επιτροπής Ανταγωνισμού η παραπάνω κατάσταση και εάν έχει ελέγξει το ενδεχόμενο εναρμονισμένης πρακτικής από πλευράς των κατεχουσών (το μεγάλο μερίδιο της αγοράς) αεροπορικών εταιρειών στη γραμμή Ρόδου-Αθήνας και Αθήνας -Ρόδου για τυχόν παραβάσεις των άρθρων 1 και 2 του Ν.3959/2011, 101 και 102 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2] Αν η κυβέρνηση προτίθενται να λάβει μέτρα προκειμένου να υπάρξει ικανοποιητικό επίπεδο και χαμηλού κόστους αεροπορικές υπηρεσίες, ιδιαίτερα προς τα νησιά, δεδομένου ότι ακόμα και σε επιδοτούμενες γραμμές τους θερινούς μήνες ούτε θέσεις μπορεί να βρει κανείς, το δε κόστος των εισιτηρίων είναι πολύ μεγάλο.

Περίπου έναν μήνα αργότερα, στις αρχές Δεκεμβρίου του 2019, η πρώτη εκ των δύο αναρωτήσεων του κ. Υψηλάντη μάλλον παραμένει… αναρώτηση, αν κρίνουμε από την απάντηση που έλαβε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Κι αυτό διότι η εν λόγω μη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξάρτητη αρχή επέλεξε να εξηγήσει νομοτεχνικά το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της επί του θέματος, επεσήμανε τα δύο κριτήρια που καθιστούν υπερβολική μία τιμολόγηση, χωρίς όμως να λέει αν όντως προκύπτει κάτι τέτοιο στην επίδικη περίπτωση της αεροπορικής σύνδεσης Αθήνα-Ρόδος και Ρόδος-Αθήνα. «Υπόσχεται» δε στο τέλος ότι θα εντάξει το περιεχόμενο της κοινοβουλευτικής ερώτησης «στο πλαίσιο οποιασδήποτε σχετικής αυτεπάγγελτης έρευνας της Υπηρεσίας, η οποία θα διενεργηθεί κατά τη σειρά των προτεραιοτήτων της».

Αναλυτικά, η Επιτροπή Ανταγωνισμού απάντησε στον κ. Υψηλάντη τα εξής:

«Αξιότιμε κ. Βουλευτά, σε απάντηση της υπό ανωτέρω σχετ. διαβιβασθείσας ερώτησης, σας γνωρίζουμε ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού (Ε.Α.) είναι αποκλειστικώς αρμόδια για τη διαπίστωση παραβάσεων των άρθρων 1 και 2 του ν. 3959/2011 περί “Προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού”, όπως ισχύει, καθώς και των άρθρων 101 και 102 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

»Στο πλαίσιο αυτό, η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού διερευνά είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν τεκμηριωμένης καταγγελίας συμπεριφορές επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, για να διαπιστώσει τυχόν παραβάσεις του ανωτέρω αναφερόμενου νόμου, καθώς και των άρθρων 101 και 102 της ΣΛΕΕ, ήτοι απαγορευμένες συμπράξεις μεταξύ των επιχειρήσεων ή καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης που κατέχουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις στην αγορά.

»Σχετικά με τα όσα αναφέρετε στην ερώτησή σας, αναφορικά με το υψηλό κόστος των εισιτηρίων που όπως αναφέρετε καλούνται να πληρώσουν οι κάτοικοι της Ρόδου προκειμένου να επισκεφθούν την Αθήνα, και ειδικότερα για το ενδεχόμενο εναρμονισμένων πρακτικών των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην αεροπορική γραμμή Ρόδου-Αθήνας (και Αθήνας-Ρόδου) σημειώνουμε τα εξής:

»Η πρακτική αυτή εξ απόψεως δικαίου του ανταγωνισμού θα μπορούσε να αφορά είτε παράβαση του άρθρου 1 του ν. 3959/2011 (ή/και 101 ΣΛΕΕ) περί οριζόντιας σύμπραξης των αεροπορικών εταιρειών με την επιβολή υπερβολικών τιμών είτε του άρθρου 2 του ν. 3959/2011 (ή/και 101 ΣΛΕΕ) περί κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης.

»Επισημαίνεται ότι προκειμένου να διαπιστωθεί η εφαρμογή τυχόν υπερβολικής τιμολόγησης:

α) θα πρέπει να εκτιμηθεί αν υφίσταται υπερβολική δυσαναλογία μεταξύ των δαπανών που έγιναν από τη δεσπόζουσα επιχείρηση (ήτοι του κόστους) και της τιμής που ζητήθηκε και

β) σε περίπτωση που προκύπτει τέτοια δυσαναλογία, θα πρέπει να εξετασθεί αν η επιβληθείσα τιμή ήταν μη δίκαιη είτε κατ’ απόλυτη έννοια είτε σε σύγκριση με την τιμή των ανταγωνιστικών προϊόντων.

»Στο πλαίσιο αυτό και συγκεκριμένα στο ζήτημα του τρόπου διαμόρφωσης των τιμών, θα εντάξουμε και το περιεχόμενο της εν λόγω Ερώτησης, κατά το μέρος που εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανταγωνισμού, στο πλαίσιο οποιασδήποτε σχετικής αυτεπάγγελτης έρευνας της Υπηρεσίας, η οποία θα διενεργηθεί κατά τη σειρά των προτεραιοτήτων της.

»Σε κάθε περίπτωση σημειώνεται ότι ο κλάδος των αεροπορικών μεταφορών έχει απασχολήσει και απασχολεί την Επιτροπή Ανταγωνισμού».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα