ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ Εθνική γραμμή (το έθνος λείπει…)

Τελικά η συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ είναι καλή για τα ελληνικά συμφέροντα, ή είναι μία άνευ όρων παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας; Είναι ένα παράθυρο ελπίδας για ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, ή είναι μία εθνική μειοδοσία;

 Του Μιχάλη Κωτσάκου

 Αναμφίβολα αυτά τα ερωτηματικά απασχολούν όλους τους Έλληνες, που από τη μία βλέπουν την κυβέρνηση να πανηγυρίζει και από την άλλη την αξιωματική αντιπολίτευση να μιλάει ότι η κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να κάνει συμφωνίες σε ένα τόσο κρίσιμο εθνικό θέμα. Ταυτόχρονα και οι αντιδράσεις των πολιτών καλά κρατούν, με τις παμμακεδονικές οργανώσεις να διοργανώνουν συλλαλητήρια, τόσο στην Αθήνα, όσο και στις Πρέσπες, όπου είναι προγραμματισμένη η υπογραφή της συμφωνίας από τον Έλληνα και τον Σκοπιανό πρωθυπουργό.

Με βάση τη συμφωνία που δημοσιοποιήθηκε, η Ελλάδα θα ενημερώσει το ΝΑΤΟ, την Ε.Ε. και τον ΟΗΕ ότι αποδέχεται ως νέο όνομα της FYROM για κάθε χρήση (erga omnes) το «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας». Με τη σειρά τους οι Σκοπιανοί θα επικυρώσουν στο Kοινοβούλιό τους τη συμφωνία, εν συνεχεία θα προχωρήσουν –εφόσον θεωρηθεί αναγκαίο– σε δημοψήφισμα, σε συνταγματική αναθεώρηση για να απαλείψουν όλα όσα αλυτρωτικά αναφέρονται και μετά θα γίνει η κύρωση της συμφωνίας από το ελληνικό Κοινοβούλιο. Φυσικά, οι εναρκτήριες ενταξιακές διαδικασίες για τους γείτονες σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε. θα σταματήσουν, εάν δεν κάνουν τα απαραίτητα βήματα που αναφέρονται στη συμφωνία.

Βέβαια, ουδείς μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει μετά από 10 χρόνια, εάν μία άλλη κυβέρνηση στα Σκόπια προχωρήσει σε νέα αναθεώρηση του Συντάγματος κι επαναφέρει τις αλυτρωτικές διεκδικήσεις. Αυτό βέβαια κανείς δεν το γνωρίζει, παρά μόνο εάν διαθέτει μαντικές ικανότητες και το πιο σημαντικό είναι ότι δεν έχουν μπει ασφαλιστικές δικλείδες από την ελληνική πλευρά, όπως το ίδιο έχει γίνει και από τους γείτονες, εάν μία άλλη ελληνική κυβέρνηση σε βάθος χρόνου αποφασίσει να ακυρώσει την εν λόγω συμφωνία. Το πιθανότερο είναι ότι λειτουργούν ως εγγυητές η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, οι οποίοι μαζί με τις ΗΠΑ πίεσαν αφόρητα τις δύο πλευρές.

 Τα θετικά

Αναμφίβολα ένα θετικό είναι ότι λύνεται ένα χρόνιο ζήτημα, μία πληγή στα βόρεια σύνορα. Λύνει το πρόβλημα της ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό. Εξαλείφει εν μέρη κάποιες αλυτρωτικές διεκδικήσεις, όπως ότι ο αρχαίος Μακεδονικός πολιτισμός είναι ελληνικός. Επίσης ότι οι Σκοπιανοί δεν έχουν καμία σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο, τον Φίλιππο και γενικά δεν είναι απόγονοι της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας. Βέβαια αποδέχεται το status quo για την υπηκοότητα – δυστυχώς για μας όλος ο κόσμος «Μακεδόνες» λέει τους Σκοπιανούς. Και λέμε εν μέρει, καθώς από την συμφωνία ουδείς διασφαλίζει ότι δεν θα αλλάξουν όλα αυτά σε δέκα ή είκοσι χρόνια. Με τη συμφωνία, η Ελλάδα θα επιτρέψει την είσοδο των γειτόνων στους ευρωατλαντικούς θεσμούς, δηλαδή στην παρέα μας. Θα αποτρέψει διάφορους περίεργους, οι οποίοι απεργάζονται ιδέες όπως εκείνη της «Μεγάλης Αλβανίας», θα ανοίξει εμπορικό δρόμο από τα λιμάνια μας προς την Ευρώπη, θα δώσει στις ελληνικές επιχειρήσεις ένα νέο προνομιακό πεδίο δράσης. Και πέρα από αυτά, θα λειτουργήσει θετικά για την εικόνα της χώρας, καθώς όλος ο πλανήτης χαιρέτισε τη συμφωνία. Επίσης αναγνωρίζεται ότι οι Σκοπιανοί δεν μπορούν πλέον να σφετερίζονται την ιστορία της ελληνικής Μακεδονίας και τον πολιτισμός της, όπως έκαναν επί Γκρούεφσκι, ο οποίος είχε μετατρέψει τα Σκόπια σε μία Ντίσνεϊλαντ του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού με διάφορα κιτς αγάλματα.

Τα αρνητικά

Φυσικά υπάρχουν και πολλά αρνητικά. Το ένα είναι ότι από τις αμέσως προσεχείς ημέρες όλος ο πλανήτης μάλλον θα αποκαλεί τα Σκόπια σκέτο «Μακεδονία» (κάτι που γίνεται και τώρα), καθώς τις επόμενες ημέρες το μακρόσυρτο «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» (Republic of North Macedonia) ή η σύντομη εκδοχή του «Βόρεια Μακεδονία» (North Macedonia) σύντομα θα απαλειφθεί.

Ένα άλλο αρνητικό είναι πως η αλλαγή στα διεθνή έγγραφα των Σκοπίων θα γίνει σταδιακά και πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί σε μία πενταετία, ενώ η αλλαγή για τα έγγραφα που προορίζονται για εσωτερική χρήση συνδέεται με την εξέλιξη της ενταξιακής διαδικασίας της ΠΓΔΜ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δηλαδή μετατίθεται σε αβέβαιο μακρινό μέλλον, όπως ακριβώς επεδίωκε εξ αρχής η σκοπιανή πλευρά.

Πολλά ερωτηματικά εγείρονται, επίσης, και στο θέμα της διευθέτησης των εμπορικών ονομασιών και σημάτων και επωνυμιών. Αυτές θα τις κρίνει μια διεθνής ομάδα ειδικών εντός τριετίας, χωρίς κανείς να μπορεί να προεξοφλήσει σήμερα τις αποφάσεις της. Και βέβαια τα αστειάκια του Δημήτρη Τζανακόπουλου για τον Μακεδονικό Χαλβά, μάλλον μπορεί να θεωρηθούν απλά άνοστα.

 Σημαντική υποχώρηση για εθνότητα και γλώσσα

Η πιο σημαντική υποχώρηση της κυβέρνησης είναι η παραχώρηση της χρήσης του επιθέτου «Μακεδονική» για την εθνότητα και τη γλώσσα. Είναι η πρώτη φορά που αναγνωρίζεται από την Ελλάδα δήθεν «μακεδονική» εθνότητα και δήθεν «μακεδονική» γλώσσα. Πόσο προβληματική είναι η εκχώρηση της Μακεδονικής εθνότητας επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η Βουλγαρία, αν και από τους πρώτους που αναγνώρισαν τη γείτονα με την συνταγματική της ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ουδέποτε αναγνώρισε «μακεδονική» εθνότητα και «μακεδονική γλώσσα». Και τούτο διότι θεωρούσε τους Σκοπιανούς τμήμα του ευρύτερου βουλγαρικού έθνους και τη γλώσσα τους ως βουλγαρική διάλεκτο. Αυτό άλλωστε εξηγεί και την ανακοίνωση του βουλγαρικού ΥΠ.ΕΞ., που κάλεσε την Ελλάδα και τα Σκόπια να δεσμευθούν ότι η συμφωνία «δεν θα ερμηνευθεί ως βάση για μελλοντικές αλλαγές στα υπάρχοντα σύνορα ή για αξιώσεις έναντι γειτονικών κρατών ως προς τη γλώσσα, τον Πολιτισμό, την ιστορία και την ταυτότητα».

Και, τέλος, αυτό που προκαλεί τεράστια ερωτηματικά είναι η παράγραφος 5 του άρθρου 8, όπου προβλέπει ότι θα συσταθεί διεπιστημονική επιτροπή, η οποία θα εξετάσει τον τρόπο διδασκαλίας της Ιστορίας και των δύο χωρών, ώστε να αρθούν αλυτρωτικές αναφορές. Με άλλα λόγια, η συγκεκριμένη επιτροπή δεν θα εξετάσει μόνο τον τρόπο διδασκαλίας της ιστορίας των Σκοπίων, αλλά και της Ελλάδας. Εν ολίγοις, δηλαδή, η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου με το άρθρο αυτό αποδέχεται ότι και η Ελλάδα θα πρέπει να ελεγχθεί για πιθανή αλυτρωτική προπαγάνδα στην ιστορία που διδάσκονται τα παιδιά στα σχολεία.

Φυσικά, από τη στιγμή που υπάρχει Βόρεια Μακεδονία, εύλογα κάποιος υποθέτει και την ύπαρξη Νότιας Μακεδονίας. Φυσικά και δεν υπάρχει, καθώς εντός της ελληνικής επικράτειας υπάρχει το γεωγραφικό διαμέρισμα Μακεδονία. Όμως ποιος μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να βρεθεί κάποιος «τρελός» ζητώντας την αυτονόμηση του εν λόγω γεωγραφικού διαμερίσματος με τη μετονομασία του σε «Νότια Μακεδονία»; Ουδείς. Απλά όλοι ελπίζουμε ότι δεν θα συμβεί, καθώς ο ελληνικός πληθυσμός είναι συμπαγής.

 Τα παιχνίδια του Τσίπρα

Από την πρώτη στιγμή που ο Ζόραν Ζάεφ ανέλαβε τη διακυβέρνηση των Σκοπίων, όλοι παραδέχθηκαν ότι μπορούν να γίνουν βήματα για να επιλυθεί μία διένεξη που κρατούσε από την ημέρα που διασπάστηκε η πρώην ενωμένη Γιουγκοσλαβία και στην πολιτική σκηνή των δύο χωρών κυριαρχούσαν οι αείμνηστοι Κωνσταντίνος Μητσοτάκης – Ανδρέας Παπανδρέου και οι Κίρο Γκλιγκόροφ και Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.

Σε όλη την περίοδο της διαπραγμάτευσης ο Τσίπρας κινήθηκε με πολιτικό καιροσκοπισμό, με στόχο να έχει πολιτικά οφέλη. Φυσικά ο κ. Τσίπρας, επειδή με την ιστορία δεν τα πάει και τόσο καλά, αγνοεί πως κανένας πρωθυπουργός που χειρίστηκε μείζονα εθνικά θέματα δεν είχε εκλογικά οφέλη. Αντίθετα όλοι από την εποχή του Ελευθέριου Βενιζέλου μέχρι και τον Κώστα Καραμανλή γνώρισαν την ήττα στις επόμενες εθνικές εκλογές, καθώς οι αντίπαλοί τους χρησιμοποίησαν συνθήματα για μειοδοσία κι εθνικές καταστροφές.

Ο μόνος που διεσώθη ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου (υπέγραψε την ενδιάμεση συμφωνία με τα Σκόπια), καθώς λόγω της ασθένειάς του παραιτήθηκε και παρέδωσε την πρωθυπουργία στον Κώστα Σημίτη, ο οποίος εξελέγη από την Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ. Ο μεν Κ. Σημίτης, όπως θυμόμαστε, πέτυχε μαζί με τον Γιώργο Παπανδρέου την εισδοχή της Κύπρου στην Ε.Ε. δίχως να έχει λυθεί το Κυπριακό. Κι όμως, το ΠΑΣΟΚ ηττήθηκε στις εκλογές του 2004. Ανάλογη ήταν και η τύχη του Κ. Καραμανλή, ο οποίος ένα χρόνο μετά το Βουκουρέστι (2008) έχασε πανηγυρικά τις εκλογές από τον Γ. Παπανδρέου με 10 ποσοστιαίες μονάδες διαφορά, τον Οκτώβριο του 2009.

Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι η Νέα Δημοκρατία δεν έχει άδικο όταν θέτει θέμα πολιτικής νομιμοποίησης. Και το ισχυρίζεται αυτό, διότι, πριν στηρίξει η αντιπολίτευση μία συμφωνία, οφείλει να τη στηρίξει η κυβέρνηση. Και αυτή τη στιγμή δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Και δεν μπορεί ο Καμμένος να στηρίζει την κυβέρνηση, αλλά όχι τις συμφωνίες που αυτή υπογράφει. Δεν γίνεται, είναι παράλογο. Διότι σε λίγες ημέρες ο Μακεδονομάχος κ. Καμμένος μαζί με τους κ.κ. Τσίπρα και Κοτζιά θα βρεθούν στη σύνοδο του ΝΑΤΟ κι εκεί ο λαλίστατος υπουργός Εθνικής Άμυνας, ή θα στηρίξει ενώπιων των συμμάχων τη συμφωνία, ή θα πάθει αφωνία, ή στην ελληνική αποστολή θα μετάσχει ο αναπληρωτής του Φώτης Κουβέλης. Βέβαια προηγουμένως θα τα έχουμε δει όλα, όπως ο κ. Καμμένος και οι ΑΝ.ΕΛ. να δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, αλλά όχι στις συμφωνίες της, όπως ανακοίνωσε την Πέμπτη ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος για τη σημερινή ψηφοφορία. Ο διασυρμός σε όλο του μεγαλείο.

Η λογική αντιμετώπιση του θέματος ήταν ο πρωθυπουργός να συγκαλέσει το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών υπό την προεδρία του Προκόπη Παυλόπουλου. Και φυσικά να ενημερώνει τους αρχηγούς, ειδικά τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κυριάκο Μητσοτάκη, σε όλα τα στάδια των διαπραγματεύσεων. Είτε τηλεφωνικά, είτε διά ζώσης. Αντίθετα, η κυβέρνηση Τσίπρα χειρίστηκε ένα εθνικό θέμα με διχαστικό τακτικισμό και με το βλέμμα στραμμένο στους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς.

Οι ενστάσεις του Βενιζέλου για τον προσδιορισμό της γλώσσας και της ιθαγένειας

Προβληματική ως προς την αποτροπή κάθε αλυτρωτισμού καθώς και στα ζητήματα του προσδιορισμού της γλώσσας και της ιθαγένειας, χαρακτηρίζει με άρθρο του τη συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ, ο Ευάγγελος Βενιζέλος.

Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος στο παρελθόν έχει χειριστεί το Σκοπιανό ως υπουργός Εξωτερικών, διαπιστώνει επίσης πρόβλημα συγχρονισμού των διαδικασιών αφενός μεν θέσης σε ισχύ της συμφωνίας, αφετέρου δε ένταξης της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ και έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της με την Ε.Ε.

Μάλιστα ο κ. Βενιζέλος έγραψε και άρθρο στην προσωπική του ιστοσελίδα όπου αναλύει τη συμφωνία και τις ενστάσεις του. Μεταξύ άλλων ο κ. Βενιζέλος τονίζει: «Το σχέδιο συμφωνίας είναι προδήλως προβληματικό, με βάση το παραπάνω κριτήριο, γιατί αποδέχεται ανακριβείς και εσφαλμένους χαρακτηρισμούς ως προς δυο κρίσιμα ζητήματα υψηλού συμβολισμού: τη γλώσσα και την ιθαγένεια. Σε συνδυασμό μάλιστα με την αποδοχή, στο άρθρο 7 του σχεδίου, ως εξίσου αποδεκτών των αντιλήψεων των δύο πλευρών ως προς το τι σημαίνουν οι όροι “Μακεδονία” και “Μακεδόνας”. Ρήτρα που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή γιατί στην πράξη μπορεί να αλλοιώνει κάθε συμφωνία για την ονομασία και την erga omnes χρήση της. Η ιθαγένεια, που προσδιορίζεται σε σχέση με συγκεκριμένο κράτος, πρέπει να παραπέμπει στο όνομα του κράτους αυτού. Στην προκειμένη περίπτωση η ιθαγένεια πρέπει να προσδιορίζεται όχι ως “Macedonian / citizen of the Republic of North Macedonia”, αλλά ως “βορειομακεδονική” ή απλώς ως ιδιότητα του “citizen of the Republic of North Macedonia”. Στην αγγλική μάλιστα διατύπωση του σχεδίου αυτό δεν αφορά τη citizenship, αλλά τη nationality, δηλαδή τη διεθνή όψη της ιθαγένειας. Είναι παράδοξο ένας πολίτης της γειτονικής χώρας που ανήκει στην αλβανική κοινότητα να προσδιορίζεται διεθνώς ως Macedonian και όχι ως citizen of the Republic of North Macedonia.

»Η γλώσσα, ενώ κατατάσσεται ρητά στις Νότιες Σλαβικές γλώσσες (και μάλιστα γράφεται με κυριλλική γραφή), δεν ονομάζεται «σλαβομακεδονική”, αλλά “Μακεδονική/Macedonian”. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο διάγγελμά του της 12.6.2018 ο κ. Τσίπρας αναφέρεται σε “Ελληνομακεδονική γλωσσική κληρονομιά: από την οποία διακρίνεται η γλώσσα του γειτονικού κράτους. Η ελληνική γλωσσική κληρονομιά ονομάζεται ατυχώς “ελληνομακεδονική” από τον Έλληνα πρωθυπουργό, προφανώς σε αντιδιαστολή προς τη σλαβομακεδονική γλώσσα της γείτονος που πρέπει να ονομάζεται ακριβώς έτσι και όχι “Μακεδονική”. Το χειρότερο δε είναι ότι η ελληνική πλευρά δέχεται στο σχέδιο συμφωνίας ότι η γλώσσα αυτή έχει αναγνωρισθεί διεθνώς και από την Ελλάδα ως “Μακεδονική” ήδη από το 1977. Κατά τη λογική όμως αυτή και η ομόσπονδη τότε “Δημοκρατία της Μακεδονίας” στους κόλπους της Γιουγκοσλαβίας μπορεί κάποιοι να ισχυριστούν ότι είχε αναγνωριστεί με το όνομα “Μακεδονία”».

Οι φόβοι του Συρίγου για τους σπόρους της αστάθειας

«Έντιμο συμβιβασμό σε γενικές γραμμές» χαρακτηρίζει τη συμφωνία Ελλάδας-πΓΔΜ ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Άγγελος Συρίγος, υποστηρίζοντας ότι ένα σημείο στο οποίο αυτή πάσχει είναι η χρήση του όρου «Μακεδόνες» για τους κατοίκους των Σκοπίων. «Το αρνητικό σημείο είναι η χρήση του όρου “Μακεδόνες” για τον προσδιορισμό της ιθαγένειας/υπηκοότητας των κατοίκων της πΓΔΜ. Δεχόμαστε ότι η ιθαγένεια του γειτονικού μας κράτους θα είναι “μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας”. Στην πραγματικότητα, όμως, κανένας δεν πρόκειται να πει ποτέ όλα αυτά. Θα λέει είμαι “Μακεδόνας”».

Ένα δεύτερο αρνητικό στοιχείο σχετίζεται, σύμφωνα με τον κ. Συρίγο, με την αναγνώριση της εθνοτικής ταυτότητας. «Μέσα στο Σύνταγμα των Σκοπίων υπάρχουν τουλάχιστον πέντε άρθρα, τα οποία αναφέρονται σε εθνοτική ταυτότητα Μακεδόνα, τα οποία εμμέσως πλην σαφώς τα δεχόμαστε». Το λογικό θα ήταν, σύμφωνα με τον κ. Συρίγο, «αφού η χώρα θα λέγεται Βόρεια Μακεδονία, οι κάτοικοί της να αποκαλούνται Βορειομακεδόνες και η γλώσσα τους βορειομακεδονική. Δεν μας πολυαρέσει, αλλά εκεί θα ήταν ο πραγματικά έντιμος συμβιβασμός. Φοβούμαι ότι όλη αυτή η προσπάθεια κουβαλά μέσα της τον σπόρο της αστάθειας. Θα μου πείτε, θα έχουμε άμεσο πρόβλημα; Όχι βέβαια! Ακούγεται αστείο. Δυστυχώς, όμως, αυτά τα πράγματα διαιωνίζονται. Το πρόβλημα δεν λύνεται. Παραμένει πίσω ως αγκάθι και ίσως κάποια στιγμή το βρούμε μπροστά μας στο μέλλον».

 

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα