Στα αζήτητα η δίκη για τις μετοχές- φούσκες

Δεκατέσσερα χρόνια μετά το 1999 και ενώ η χώρα βρίσκεται στον αστερισμό της τρόικας, μια δίκη-σταθμός στη μεταπολιτευτική ιστορία της Ελλάδος βρίσκεται σε εξέλιξη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας. Μόνο που η δίκη αυτή βρίσκεται στα «μετόπισθεν» της δημοσιότητας, παρά τη σοβαρότητα και την ιστορική σημασία της. Πρόκειται για την υπόθεση με τις μετοχές-φούσκες του Χρηματιστηρίου.

 

Της Καίτης Kαλογήρου

 

Μια υπόθεση που έχει καταγραφεί στην κοινή γνώμη ως η πλέον αριστοτεχνική κομπίνα των τελευταίων δεκαετιών, με τελικό αποτέλεσμα την καταλήστευση των κόπων μιας ζωής εκατοντάδων χιλιάδων νεοελλήνων. Απίστευτη σύμπτωση; Η δίκη για τις μετοχές-«φούσκες», με κατηγορούμενους «αστέρες» του ελληνικού οικονομικού και επιχειρηματικού κατεστημένου, διεξάγεται στην ίδια ακριβώς αίθουσα του Εφετείου (αίθουσα πολλαπλών χρήσεων) όπου διεξάγεται και η δίκη για την υπόθεση των «χρυσών μιζών» από τα εξοπλιστικά. Τη δίκη, δηλαδή, με κεντρικό πρόσωπο τον πρώην υπουργό Άκη Τσοχατζόπουλο, στην οποία η δημοσιότητα εστιάζει συνεχώς, σε αντίθεση με την υπόθεση της χρηματιστηριακής «φούσκας» του 1999 – που, όταν έσκασε, διέλυσε και τη «ραχοκοκαλιά» της ελληνικής κοινωνίας.

Η δίκη για τις μετοχές-«φούσκες» ξεκίνησε στις 15 Απριλίου, πλην όμως το δικαστήριο μετρά μόνο 20 συνεδριάσεις. Και αυτό γιατί η αίθουσα σε καθημερινή σχεδόν βάση είναι κατειλημμένη. Εκεί συνεδριάζει το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για την υπόθεση των εξοπλιστικών. Τα μέλη του συγκεκριμένου δικαστηρίου, μάλιστα, δικάζουν με τον φόβο παρέλευσης του 18μηνου – του ανώτατου ορίου προφυλάκισης που θέτει το Σύνταγμα. Αν το διάστημα αυτό παρέλθει χωρίς η Δικαιοσύνη να έχει αποφανθεί με απόφασή της για την ενοχή ή μη των κατηγορουμένων, τότε ο Άκης Τσοχατζόπουλος και οι έξι ακόμη συγκατηγορούμενοί του, επίσης προφυλακισμένοι, θα πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι.

 

Οι… φούσκες

Στο εδώλιο για την υπόθεση του Χρηματιστηρίου και αντιμέτωποι με βαριά κακουργήματα κάθονται συνολικά 52 άτομα που αντιμετωπίζουν κατά περίσταση αδικήματα όπως «απάτη, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, υπεξαίρεση και παραβίαση χρηματιστηριακής νομοθεσίας» καθώς και «άμεση συνέργεια» στα προηγούμενα.

Οι «52» φέρονται ως οι μόνοι «ενορχηστρωτές» των όσων έλαβαν χώρα στον «ναό του χρήματος» το 1999, οι οποίοι με αρωγό πολιτικές, οικονομικές, αλλά και δημοσιογραφικές «δυνάμεις» που διαφήμιζαν το «σύγχρονο όνειρο», κατάφεραν –κατά την κατηγορία– να εξαπατήσουν το ευρύ επενδυτικό κοινό, δημιουργώντας τότε παραπλανητική εικόνα για την πορεία των μετοχών, την τιμή και την εμπορευσιμότητά τους. Και αυτό γιατί οι όποιες πολιτικές ευθύνες δεν εντοπίστηκαν ποτέ, παρά τις δημόσιες δηλώσεις κορυφαίων τότε υπουργών της κυβέρνησης Σημίτη για στήριξη του χρηματιστηριακού δείκτη και για μελλοντική θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Μεταξύ των κατηγορουμένων, είναι βαριά ονόματα του επιχειρηματικού και οικονομικού γίγνεσθαι, όπως οι Παναγιώτης Κονταλέξης, χρηματιστής, Γεώργιος Μπατατούδης, μέτοχος της Ιντερσάτ, Παναγιώτης Πανούσης, μέτοχος της Αττικατ, Κωνσταντίνος Στέγγος της Τεχνικής Ολυμπιακής, Δημήτριος Ράνιος, χρηματιστής, Ηλίας Μπογδάνος της Active Επενδυτικής, κ.ά. Ωστόσο, η δίκη διεξάγεται σχεδόν με άδεια τα εδώλια, καθώς οι κατηγορούμενοι έχουν δικαίωμα να μην προσέρχονται στο δικαστήριο αλλά να εκπροσωπούνται από τους δικηγόρους τους. Μόνη εξαίρεση αποτελούν ο Π. Κονταλέξης που παρακολουθεί τη δίκη από την πρώτη ημέρα της, ο Σπυρίδων Τασόγλου αλλά και ο Ηλ. Μπογδάνος που έδιναν το «παρών» στο δικαστήριο τις πρώτες συνεδριάσεις του.

Αξιοσημείωτο είναι ότι στη δίκη που εισέρχεται πλέον στο στάδιο των απολογιών των 52 κατηγορουμένων δεν παρίσταται πολιτική αγωγή. Το δικαστήριο δεν επέτρεψε ούτε στον Δημήτρη Αβραμίδη να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγων, αν και κατέθεσε σχετικό αίτημα, ως εξαπατηθείς.

 

Οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας

Στο δικαστήριο έχουν εξεταστεί μάρτυρες κατηγορητηρίου, ανάμεσά τους υπάλληλοι της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αλλά και υπάλληλοι του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ). «Εκείνη την εποχή το κλίμα ήταν τέτοιο, που και η κουτσή Μαρία έπαιζε στο χρηματιστήριο. Κανείς δεν επηρεαζόταν από αυτά που έλεγαν οι εταιρείες», ανέφερε στην κατάθεσή του στο δικαστήριο μάρτυρας της υπόθεσης, περιγράφοντας με λίγες λέξεις τις προσδοκίες χιλιάδων πολιτών για οικονομική ευδαιμονία, με εύκολο όμως και γρήγορο χρήμα.

Σε αυτό ακριβώς το επιχείρημα, άλλωστε, έχει οικοδομηθεί και η υπερασπιστική γραμμή που ακολουθεί στο δικαστήριο σχεδόν το σύνολο των κατηγορουμένων. Ότι, δηλαδή, η δυναμική της εποχής ήταν τέτοια που οι Έλληνες ακόμη και οι πλέον αδαείς έως τότε με το Χρηματιστήριο, ήθελαν να επενδύσουν, αυξάνοντας τις οικονομίες τους και αλλάζοντας το επίπεδο της ζωής τους. Σε αυτό το πνεύμα, η υπεράσπιση υποστηρίζει μάλιστα στο δικαστήριο, ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της απάτης, διότι «έτσι ή αλλιώς οι επενδύτες δεν μπορούσαν να αγοράσουν στη μειωμένη τιμή τις μετοχές άλλα με την τιμή του ταμπλό».

Συγκλονιστική και απόλυτα ενδεικτική για την κατάσταση των τραπεζών σήμερα, ήταν όμως και η κατάθεση που έδωσε στο δικαστήριο πανεπιστημιακός που κλήθηκε ως μάρτυρας. Απαντώντας στο ερώτημα της έδρας για το «αν ο κόσμος έχασε τότε τα λεφτά του», ο μάρτυρας ανέφερε μεταξύ άλλων: «Όλοι έχασαν, ακόμα και οι επιχειρηματίες. Τότε θεωρούσαμε τις τράπεζες σπουδαία χαρτιά και σήμερα το ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας έχει ποσοστό σε τράπεζες που θεωρούνται ασφαλείς για τον κόσμο να βάλει τα λεφτά του μέχρι και… 98%. Είναι αυτά τα χρήματα, λοιπόν, ασφαλή;».

 

H ωραία ανακρίτρια, ο έρωτας και η δωροδοκία

Η δικογραφία με τις μετοχές-«φούσκες» βρίσκονταν αρχικά στα χέρια της πρώην ανακρίτριας Κωνσταντίνας Μπουρμπούλια, η οποία όπως αποκαλύφθηκε εκ των υστέρων είχε ευνοήσει ορισμένους κατηγορουμένους στην υπόθεση. Μάλιστα, για τους χειρισμούς στην υπόθεση του Χρηματιστηρίου, η πρώην ανακρίτρια καταδικάστηκε σε 12 χρόνια φυλάκιση από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.

Η Κ. Μπουρμπούλια κρίθηκε ένοχη για κατάχρηση εξουσίας και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η πρώην ανακρίτρια δωροδοκήθηκε προκειμένου να μην ασκήσει δίωξη σε βαθμό κακουργήματος σε βάρος των υπευθύνων της εταιρείας Σ. ΣΙΓΑΛΑΣ ΑΤΕ, που φέρονται να εξαπάτησαν την περίοδο 1999-2000 χιλιάδες επενδυτές του Χρηματιστηρίου, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη. Για την ίδια υπόθεση δικαστήριο επέβαλε ποινές με ανασταλτικό χαρακτήρα σε ακόμη δέκα άτομα, μεταξύ των οποίων οι επιχειρηματίες Τρύφων Αποστολόπουλος και Παναγιώτης Πανούσης.

Η αποκάλυψη αυτή, ότι δηλαδή η ανακρίτρια χρηματιζόταν για να μην προφυλακίσει κατηγορουμένους για τις μετοχές-«φούσκες», έδωσε και το έναυσμα για την επανεξέταση της υπόθεσης. Ο εισαγγελέας Χαράλαμπος Λακαφώσης είχε ζητήσει την επανεξέταση κάποιων υποθέσεων για τις «φούσκες» τής (τότε) Σοφοκλέους και ύστερα από πρότασή του παραπέμφθηκαν αρχικά σε δίκη 67 άτομα, τα οποία στη συνέχεια έφτασαν με το εφετειακό βούλευμα που εκδόθηκε στα 52.

 

Το βούλευμα

Στο παραπεμπτικό βούλευμα, το οποίο υιοθετεί την πρόταση του εισαγγελέα Εφετών Ι. Λιακόπουλου, αναφέρεται για την υπόθεση: «Σκοπός των κατηγορουμένων ήταν με τη δημοσίευση και τη διάδοση ανακριβών και παραπλανητικών πληροφοριών προς το επενδυτικό κοινό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος. Προηγουμένως, πέτυχαν να πλήξουν την ακρίβεια και την αντικειμενικότητα των πληροφοριών της χρηματιστηριακής αγοράς, καθώς οι καταχωρημένες στους πίνακες τιμές των μετοχών αλλά και άλλοι συναλλασσόμενοι που δεν γνώριζαν τις μεθοδεύσεις, θεωρούσαν τις ανακοινωθείσες τιμές ως αντιπροσωπευτικές της πραγματικής αξίας των μετοχών».

Παράλληλα, τα μέλη του συμβουλίου επισημαίνουν τις «σοβαρότατες αδυναμίες στην οργάνωση των χρηματιστηριακών εταιρειών και τον εσωτερικό τους έλεγχο», ενώ διαπιστώνουν ότι «οι διαβεβαιώσεις για προτάσεις ξένων επενδυτών ήταν αναληθείς, αφού αποδείχτηκε πως αγοραστές δεν ήταν στην πλειοψηφία τους ξένοι θεσμικοί επενδυτές αλλά ιδιώτες και υπεράκτιες εταιρείες». Περιγράφοντας την εξαπάτηση του επενδυτικού κοινού από συγκεκριμένους κατηγορούμενους, αναφέρουν:

«Σύμφωνα πάντοτε με τις ίδιες παραδοχές των ελεγκτών, σε κάθε περίπτωση με τις ενέργειές τους αυτές εξαπατήθηκε το επενδυτικό κοινό που αγόραζε τις μετοχές σε τιμές που με τεχνάσματα διαμορφώνονταν σε υψηλότερα επίπεδα στη χρηματιστηριακή αγορά και τελικά οδήγησαν σε απαξίωση της μετοχής και απώλεια μεγάλων χρηματικών ποσών από το ευρύτερο επενδυτικό κοινό, ενώ οι ίδιοι καρπώθηκαν παράνομα ιδιαίτερα μεγάλα χρηματικά ποσά». Εάν, κατά τους δικαστές, «το επενδυτικό κοινό γνώριζε την εξωχρηματιστηριακή τιμή της μετοχής, ασφαλώς δεν θα προέβαινε σε αγορές σε τιμές μεγαλύτερες του 50% της χρηματιστηριακής αξίας».

Η δίκη για τη μεγάλη υπόθεση του σκανδάλου με τις μετοχές-«φούσκες» θα συνεχιστεί την ερχόμενη Τετάρτη, ενώ όταν ολοκληρωθεί η «δίκη Τσοχατζόπουλου» το δικαστήριο αναμένεται να συνεδριάζει τρεις φορές την εβδομάδα.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα