Τα στοιχήματα των αρχηγών και των κομμάτων

Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ ετοιμάζονται για την μάχη των ευρωεκλογών που θα σηματοδοτήσει εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό

Εδώ και πολύ καιρό έχει ανοίξει η συζήτηση στα κόμματα της Κεντροαριστεράς με βασικό ερώτημα το «απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος;». Το ίδιο ερώτημα επί της ουσίας θέτουν και οι ψηφοφόροι σε όλες τις δημοσκοπήσεις στο ερώτημα για την καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, όπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ως αντίπαλο τον «κανένα» και όχι τους κ.κ. Κασσελάκη και Ανδρουλάκη. 

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Τη στιγμή κατά την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζεται με ένα διαρκές και χαοτικό προβάδισμα, συγκεντρώνοντας ποσοστά καταλληλότητας τα οποία σε κάποιες έρευνες υπερβαίνουν και τα αντίστοιχα της Ν.Δ., στη δεύτερη θέση και με απόσταση υπερδιπλάσια από τους υπόλοιπους αρχηγούς παγιώνεται το κενό εναλλακτικής λύσης.

Η πρώτη αντικειμενική διαπίστωση, σύμφωνα με τους πολιτικούς αναλυτές, είναι ότι ένα σημαντικό τμήμα των δημοσκοπικών δειγμάτων δεν είναι ικανοποιημένο, ούτε από τον σημερινό Πρωθυπουργό και στον πέμπτο χρόνο της θητείας του έχει αρχίσει να παίρνει αποστάσεις. Και αυτό είναι ανησυχητικό για το κυβερνών κόμμα, καθώς οι οπαδοί του «κανένας» προέρχονται από το ακροατήριο του Κυριάκου Μητσοτάκη και λόγω δυσαρέσκειας έχει περάσει στην γκρίζα ζώνη. Κάτι που σημαίνει ότι είτε θα ψηφίσει κάποιο άλλο κόμμα, είτε θα απέχει από την εκλογική διαδικασία του Ιουνίου.

Το θετικό για το κυβερνών κόμμα είναι ότι μέχρι στιγμής δεν εμφανίζει δυναμική πρωθυπουργοποίησης κάποιος από τους βασικούς αντιπάλους, δηλαδή ο Στέφανος Κασσελάκης και ο Νίκος Ανδρουλάκης. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι και οι δύο δημοσκοπικά καταγράφουν μικρότερα ποσοστά έναντι των κομμάτων τους. Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Βέβαια εδώ θα πρέπει αν σημειωθεί ότι γενικά οι ευρωεκλογές αντιμετωπίζονται με χαλαρότητα, ενώ συνήθως η αποχή είναι αυξημένη. Αυτό είναι κάτι που εξορκίζει το Μαξίμου, καθώς πληγώθηκε από αυτή την αποχή την δεύτερη Κυριακή των αυτοδιοικητικών εκλογών, όπου από όλες τις μονομαχίες κέρδισε μόνο την Περιφέρεια Πελοποννήσου με τον Δημήτρη Πτωχό, χάρη και στην κινητοποίηση του Αντώνη Σαμαρά. Από εκεί και πέρα έχασε όλες τις άλλες Περιφέρειες, όπως και τους δύο μεγάλους δήμους (Αθήνα-Θεσσαλονίκη) με την ήττα του Κώστα Μπακογιάννη να είναι εκκωφαντική.

Αυτό δεν σημαίνει ότι ο προβληματισμός στο Μαξίμου για το αποτέλεσμα των εκλογών μπορεί να οδηγήσει σε ήττα της Νέας Δημοκρατίας. Όλοι εκτιμούν (ακόμη και οι πολιτικοί αντίπαλοι), ότι το κυβερνών κόμμα θα είναι ο νικητής των εκλογών. Όμως η αγωνία υπάρχει στο ποσοστό που θα λάβει. Γι’ αυτό τον λόγο και ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Σκάι την Τρίτη το πρωί απέφυγε να θέσει τον πήχη για τις ευρωεκλογές. Δεν είπε ούτε πως ο στόχος είναι να επαληθευθεί το 33% των προηγούμενων ευρωεκλογών τον Μάιο του 2019.

Στο κυβερνητικό επιτελείο επιδιώκουν οι ευρωεκλογές να πάρουν χροιά εθνικών εκλογών και να αυξηθεί ει δυνατόν η πόλωση, ακόμη και η σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων. Κάτι ανάλογο επιθυμούν και στα υπόλοιπα κόμματα και ήδη ετοιμάζουν τα πλάνα τους για την προεκλογική περίοδο.

Ο Μητσοτάκης

Ήδη ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει διαμηνύσει τουλάχιστον τρεις φορές το τελευταίο διάστημα ενώπιον διαφορετικού ακροατηρίου ότι «το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν θα είναι κομβικό μόνο για τη διεθνή θέση της Ελλάδας αλλά επιπλέον θα καθορίσει και την εσωτερική ζωή της». Εξ ου και έρχεται από τώρα στο προσκήνιο το αφήγημα της «πολιτικής σταθερότητας» στη χώρα.

Το μίνιμουμ ποσοστό που βρίσκεται στη σκέψη της Πειραιώς είναι το 33% που πέτυχαν οι γαλάζιοι στις ευρωεκλογές του 2019. Στην πραγματικότητα όμως ο στόχος είναι πιο φιλόδοξος, ένα ποσοστό που, όπως λένε κομματικές πηγές, θα δίνει χωρίς αμφισβήτηση την εικόνα πολιτικής ηγεμονίας της Ν.Δ. Είναι ο λόγος που η κυβέρνηση δεν αρκείται στην πρωτιά, ούτε στέκεται μόνο στη δική της επίδοση. Εκείνο για το οποίο θα παλέψει, ξορκίζοντας την έκφραση δυσαρέσκειας, είναι ταυτόχρονα η μεγαλύτερη δυνατή «ψαλίδα» από τον δεύτερο. Σε έξι μήνες κλείνει ένας εκλογικός κύκλος που θα δώσει τους πολιτικούς συσχετισμούς της επόμενης τριετίας

Ο Κασσελάκης

Από την πλευρά του ο Στέφανος Κασσελάκης μετά από παλινωδίες σχετικά με το ποιος είναι ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ, προς ώρα έχει καταλήξει ότι στοχεύει στο ίδιο ποσοστό που έλαβε το κόμμα στο οποίο ηγείται κατά την διάρκεια των εθνικών εκλογών του Ιουνίου του 2023. Για την Κουμουνδούρου και προσωπικά για τον πρόεδρό της η ευρωκάλπη αποτελεί την σημαντικότερη πρόσκληση, με την προσοχή στραμμένη και προς την πλευρά του ΠΑΣΟΚ.

Παράλληλα στο «παιχνίδι» υπάρχουν η Νέα Αριστερά και το – ενισχυμένο δημοσκοπικά – ΚΚΕ, που στοχεύουν σε αποτελεσματικά σινιάλα προς κομμάτια του συριζαϊκού εκλογικού κοινού.

Ο Ανδρουλάκης

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αντιμετωπίζει την ευρωκάλπη ως σημαντικό βήμα, έναν σταθμό στη διαδρομή προς τη διεκδίκησης της κυβέρνησης στις εθνικές εκλογές του 2027. Εξ ου και η ηγετική ομάδα της Χαριλάου Τρικούπη διαμηνύει ότι η αγωνία δεν είναι απλώς μια προσπέραση του ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ άρα θέλει με το εκλογικό αποτέλεσμα του ερχόμενου Ιουνίου – με ένα καλό διψήφιο δηλαδή – να εδραιώσει την κατάκτηση της δεύτερης θέσης.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης έθεσε καθαρά αυτό τον στρατηγικό στόχο: «Το ΠΑΣΟΚ να είναι, ο αξιόμαχος αντίπαλος της Ν.Δ.», καθώς ο αγώνας δεν δίνεται για μια «πρόσκαιρη ηγεμονία» στον χώρο της Κεντροαριστεράς.

Είναι δευτερευούσης σημασίας, στην πραγματικότητα, εάν το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να εδραιώνει την προοπτική να εκθρονίσει τον ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εφόσον μιλάμε για ποσοστά –αυτήν τη στιγμή– που επ’ ουδενί μπορούν να απειλήσουν την κυβερνητική παράταξη. Φυσικά και ο κομματικός ανταγωνισμός μεταξύ των όμορων κομμάτων έχει –ιδίως για τις ηγεσίες και τους ψηφοφόρους τους– ιδιαίτερη πολιτική σημασία μεν, αλλά αποτύπωμα… τεκτονικών αλλαγών στον πολιτικό χάρτη της χώρας δεν αφήνουν.

Μετά την καταβαράθρωση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις εθνικές εκλογές και την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ, καίτοι άλλαξε αρχηγό με την αξίωση να είναι πιο ανταγωνιστικός ώστε να απειλήσει την κυβερνητική παράταξη και να ανασυγκροτηθεί διεκδικώντας επαναφορά στα κραταιά ποσοστά που συγκέντρωνε έως το 2019, ως αναμφίβολο αντίπαλο δέος της Ν.Δ. με στόχευση απορρόφησης του ΠΑΣΟΚ, παρακολουθεί με αμηχανία, εκνευρισμό και μη πειστικές απαντήσεις την περαιτέρω συρρίκνωσή του.

Το επίσημο αφήγημα στον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως για τη δημοσκοπική κατάρρευση ακόμα και κάτω του διψήφιου ποσοστού ευθύνεται η ενασχόλησή του εδώ και μήνες με τα εσωκομματικά του, η διάσπαση, οι εσωτερικές αρρυθμίες και πως, εν πάση περιπτώσει, όλα αυτά θα θεραπευτούν με την εξωστρέφεια και την παρουσίαση πειστικού προγράμματος και θέσεων που θα επικυρωθούν στο έκτακτο συνέδριό του.

Ανεπισήμως, είναι διάχυτη ακόμα και σε κορυφαία και έμπειρα κοινοβουλευτικά στελέχη του κόμματος η ανησυχία πως όχι μόνο πως δεν διαφαίνονται οι προϋποθέσεις για άνοδο, αλλά, αντιθέτως, ο κίνδυνος περαιτέρω συρρίκνωσης είναι και υπαρκτός και πιθανότατα το επικρατέστερο σενάριο εφεξής, με πρώτο σταθμό τις ευρωκάλπες.

Ο κ. Κασσελάκης έχει εσχάτως καταλήξει (έπειτα από πολλαπλές μετακινήσεις του πήχη) ότι στόχος στις ευρωεκλογές είναι η πρωτιά. Στελέχη του, περισσότερο συμφιλιωμένα με την πολιτική πραγματικότητα, βάζουν το κατώτατο αποδεκτό όριο (για την ηγεσία) στο να μην απολέσει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να παραμείνει τουλάχιστον στη δεύτερη θέση.

Επισήμως, η Χαριλάου Τρικούπη έχει προφανώς άλλη ανάγνωση, και δη πιο αισιόδοξη: Η αξιοπιστία και οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ αντανακλούν στην άνοδο των ποσοστών του, αντίπαλος είναι η Ν.Δ., εμείς θα είμαστε το αντίπαλο δέος, κερδίζοντας πόντους στην κοινωνία. Πρώτος σταθμός οι ευρωεκλογές, όπου το στοίχημα είναι να περάσει για πρώτη φορά έπειτα από πλέον της δεκαετίας το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη θέση, αυτήν της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Στις συνεντεύξεις του ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει αποφύγει να θέσει αριθμητικό στοίχημα: «Θα αγωνιστούμε να πάμε όσο το δυνατόν καλύτερα στις ευρωεκλογές, για να είμαστε ισχυρή δύναμη, και προσωπικά θα αναλάβω όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες, προγραμματικού περιεχομένου και σε επίπεδο κοινωνίας, για να υπάρχει μια ισχυρή Δημοκρατική Παράταξη πριν τις επόμενες εθνικές εκλογές, ώστε να αντιμετωπίσει την υπεροψία και την αλαζονεία της Νέας Δημοκρατίας».

Οι συσπειρώσεις και οι απώλειες

Με βαριά πολιτική επικαιρότητα και «φορτωμένη» ατζέντα, προσέρχονται στη τελική ευθεία για τη μάχη των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Οι εσωκομματικές «παθογένειες» σε συνδυασμό με τα «αντανακλαστικά» που έχουν επιδείξει τα κόμματα στα σοβαρά ζητήματα που απασχολούν, ορίζονται πλέον ως  κοινός συντελεστής για την επίτευξη της υψηλότερης συσπείρωσης, ενός καθοριστικού παράγοντα για τα εκλογικά αποτελέσματα, ειδικότερα για τον χώρο του κέντρου, όπου οι καταστάσεις παραμένουν ιδιαιτέρως ρευστές και εύθραυστες.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η στρατηγική που έχει χαράξει η χώρα στα πλαίσια των ευρωπαϊκών πολιτικών επιλογών, το θέμα της ακρίβειας, τα Τέμπη, οι αγρότες, καθώς και τα δυο πολυσυζητημένα νομοσχέδια της κυβέρνησης -με βαθιές τομές στον κοινωνικό ιστό- που έφερε προς ψήφιση και που αφορούν τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, έχουν νικητές και χαμένους, ή λόγω των συγκυριών θα μπορούσε να πει κανείς, μόνο χαμένους.

Παραδοσιακά, η πολιτική φθορά και το «βάρος» των επιλογών, επηρεάζει σε σημαντικότερο βαθμό το κυβερνών κόμμα, κάτι που στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας, μέχρι αυτή την ώρα φαίνεται να μην έχει αλλάξει δραματικά τις «επιδόσεις» και με τις απώλειες που μετρά να είναι λιγότερες του αναμενόμενου. Η Ν.Δ. σύμφωνα με την δημοσκοπήσεις διατηρεί ένα υψηλό ποσοστό συσπείρωσης της τάξης του 74,8%.

Ένα από τα διαχρονικά -πλέον- ζητήματα που αντιμετωπίζει η σημερινή κυβέρνηση και το οποίο είχε αρχή τα μέσα της πρώτης τετραετίας είναι αυτό της ακρίβειας. Το θέμα αυτό «πυροδότησε» άλλωστε και τις μεγάλες κινητοποιήσεις των αγροτών που έφτασαν με τα τρακτέρ τους μέχρι το Σύνταγμα. Παρά τα όποια μέτρα έχουν ληφθεί και τα οποία προσθέτουν ένα θετικό πρόσημο στην προσπάθεια, το κυβερνών κόμμα έχει απολέσει 8,9% προς την αριστερή πτέρυγα και ειδικότερα στο κεντροαριστερό χώρο με το ΠΑΣΟΚ (5,5%) να βγαίνει περισσότερο κερδισμένο, λόγω και της μεγαλύτερης δυναμικής που είχε παρουσιάσει δημοσκοπικά έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, αμέσως μετά την αλλαγή ηγεσίας στην Κουμουνδούρου και τη «μεταβατική» περίοδο που ακολούθησε.

Στη «δίνη» του ΣΥΡΙΖΑ

Ακριβώς τρεις μήνες πριν στηθούν οι κάλπες, μοιραία η μεγαλύτερη πληγή του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να αιμορραγεί προς τα αριστερά με την συσπείρωση να βρίσκεται μόλις στο 54,1%. Ο Στέφανος Κασσελάκης βγήκε κερδισμένος -ίσως θα πουν κάποιοι και ενισχυμένος- από την εσωκομματική κρίση που δημιουργήθηκε κατά το θυελλώδες 4ο συνέδριο, όπου αποφεύχθηκε ακόμα μια εκλογική σύγκρουση για την ηγεσία του κόμματος. Όμως τα βασικά προβλήματα στην Κουμουνδούρου και οι εσωτερικές παθογένειες, παραμένουν και όπως έχει δείξει η ιστορία «αναφλέγονται» με την πρώτη ευκαιρία.

Η «απόσχιση» από τον την Κουμουνδούρου, βασικών στελεχών όπως Αλέξης Χαρίτσης, η Έφη Αχτσιόγλου και ο Νάσος Ηλιόπουλος, με τον νεοσύστατο πολιτικό φορέα «Νέα Αριστερά» έχουν κοστίσει στον ΣΥΡΙΖΑ αισίως το 10,2% της συσπείρωσης του. Στο ποσοστό αυτό έρχονται να προστεθούν και οι απώλειες από την μάχη της Κεντροαριστεράς με το ΠΑΣΟΚ να λαμβάνει ένα 5,2% το ΜέΡΑ 25 ένα 3,2% ενώ και η Πλεύση Ελευθερίας, πριμοδοτείται με 3,0%.

Οι μη ξεκάθαρες θέσεις και παρεμβάσεις του κόμματος, καθώς και οι εντόνως διαφωνίες στελεχών που πολλές φορές έφτασαν σε σημείο αμφισβήτησης της εκλεγμένης από τη βάση ηγεσίας, όπως και τα απανωτά συντροφικά μαχαιρώματα, συνέθεσαν κατά το πρόσφατο παρελθόν εικόνα διάλυσης στον ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που επηρέασε σε μέγιστο βαθμό την «αριστερή» του βάση η οποία μετακινήθηκε προς το ΚΚΕ σε ποσοστό 6%.

Η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ

Ενδιαφέροντα πολιτικά συμπεράσματα από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις μπορούν να εξαχθούν και για το ΠΑΣΟΚ. Ναι μεν κερδίζει στη μάχη της συσπείρωσης, αλλά δεν καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει επαρκώς την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την δυσαρέσκεια από την κυβέρνηση.

Εάν υπάρχει νικητής στην έως τώρα μάχη της Κεντροαριστεράς, τότε το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να θεωρηθεί εκείνο, όμως με πολλούς «αστερίσκους». Η πύρρειος νίκη του ΠΑΣΟΚ έχει χαρακτηριστικά οκνηρίας μαρτυρώντας ότι δεν έχει ωφεληθεί όσο θα περίμενε από τα μεγάλα εσωκομματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει τους τελευταίους μήνες η  Κουμουνδούρου.  Στα θετικά της εξίσωσης για την Χαριλάου Τρικούπη είναι το γεγονός πώς έχει μηδενίσει σχεδόν τις απώλειες προς τον ΣΥΡΙΖΑ.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα