Το «Ελ Ντοράντο» της επενδυτικής βαθμίδας

Τι σημαίνει η ανάκτηση του «Investment Grade» για τον δανεισμό των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τη μείωση σε μονοψήφιο αριθμό της ανεργίας και τη ρευστότητα των ελληνικών ομολόγων  

Έχοντας στο… δισάκι της τις δύο απανωτές αναβαθμίσεις που ήρθαν στην ντάλα του καλοκαιριού θα κάνει ποδαρικό στο φθινόπωρο η ελληνική οικονομία προσδοκώντας ότι η πολυαναμενόμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δεν θα μείνει όνειρο θερινής νυκτός.

Του Νίκου Τσαγκατάκη

Στα ισπανικά «Ελ Ντοράντο» σημαίνει «ο χρυσός» αλλά για τους Ευρωπαίους θαλασσοπόρους κατακτητές του 16ου αιώνα η λέξη δεν ήταν απλώς ένα ουσιαστικό. Ήταν γεωγραφικός τόπος κάπου στα βόρεια της νότιας Αμερικής στα σπλάχνα του οποίου υπήρχε κρύβοντας μυθικά –κι ως τέτοια τελικά ανύπαρκτα– κοιτάσματα του επονομαζόμενου «βασιλιά των μετάλλων» που όσοι τα ανακάλυπταν θα γίνονταν Μίδες.

Τέτοιος τόπος σε επίπεδο πλουτοπαραγωγικών πηγών δεν υπήρξε ποτέ η Ελλάδα, ωστόσο με τη διασταλτική ερμηνεία του όρου και υπό προϋποθέσεις που η χώρα πληροί οι διεθνείς αγορές διαβλέπουν ψήγματα επενδυτικού Ελ Ντοράντο στην ελληνική οικονομία, ειδικά όταν το αξιόχρεο του ελληνικού Δημοσίου πάρει αργά ή γρήγορα προβιβάσιμο βαθμό και περάσει στο στάτους της επενδυτικής βαθμίδας.

Δεν είναι παράλογο να υποστηριχθεί ότι η Ελλάδα έχει ουσιαστικά ήδη κατακτήσει τον στόχο της επενδυτικής βαθμίδας υπό την έννοια ότι από το καλοκαίρι του 2019 μέχρι και πριν από τις φετινές διαδοχικές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου η πιστοληπτική ικανότητας της χώρας μας έχει αναβαθμιστεί 12 φορές!!!

Σε αυτές πρέπει να προστεθούν η απόφαση του ιαπωνικού οίκου αξιολόγησης R&I να τοποθετήσει στις 31 Ιουλίου την Ελλάδα στην επενδυτική κατηγορία BBB- με σταθερές προοπτικές, από την BB+ που την είχε κατατάξει προηγουμένως και η αντίστοιχη «ετυμηγορία» του γερμανικού οίκου αξιολόγησης Scope Ratings που στις 4 Αυγούστου «έδωσε» κι αυτός στην Ελλάδα την πιστοληπτική βαθμίδα BBB- με σταθερό outlook.

Τα χαρμόσυνα για την ελληνική οικονομία νέα που ήρθαν τη Γερμανία και από τη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου αποτελούν το ιδανικό… ορντέβρ για όσα αναμένεται να «σερβίρουν» στο επόμενο τετράμηνο οι ελίτ αξιολογητές που αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ. Την αρχή θα κάνει στις 8 Σεπτεμβρίου η DBRS, για να ακολουθήσει λίγες ημέρες αργότερα προς τα μέσα του μήνα η Moody’s. Στις 20 Οκτωβρίου η Αθήνα περιμένει να ακούσει την δεύτερη αξιολόγηση του οίκου Standard & Poor’s, ενώ η αγωνία των αποτελεσμάτων θα λάβει τέλος με την αξιολόγηση της Ελλάδας από τον οίκο Fitch την 1η Δεκεμβρίου.

Απτά και μετρήσιμα τα οφέλη

Το να αναρριχηθεί η ελληνική οικονομία σε επενδυτική βαθμίδα αφήνοντας πίσω της 13 χρόνια «καταδίκης» στην κατηγορία «junk» (σ.σ. πρώτη μας είχε υποβιβάσει η Standard & Poor’s τον Απρίλιο του 2010) θα αποτελέσει από μόνο του ένα στοιχείο επιτυχίας που θα λειτουργήσει ευεργετικά και αναπτυξιακά για όλους τους δείκτες. Αυτή, λοιπόν, η επιστροφή στην πλήρη κανονικότητα θα έχει απτά και μετρήσιμα οφέλη που επιγραμματικά συνίστανται στα εξής:

>> Στην αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης της οικονομίας, τόσο για τις τράπεζες και το επιχειρείν όσο και για τα νοικοκυριά.

>> Στη βελτίωση της ρευστότητας για τα ελληνικά ομόλογα αφού ο κύκλος των επενδυτών θα διευρυνθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2020 μέχρι σήμερα η πτώση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων που οφείλεται στην προεξόφληση των δανειστών ότι η Ελλάδα ήδη πατάει με το ένα πόδι στο «σκαλί» της επενδυτικής βαθμίδας οδήγησε σε κέρδος περίπου 7 δισ. ευρώ τα οποία γλυτώσαμε από τόκους.

 >> Στην εισροή νέων κεφαλαίων για τις ελληνικές μετοχικές αξίες καθώς η ανάκτηση του investment grade θα άρει την απαγόρευση που έχουν εκ του καταστατικού τους οι περισσότεροι θεσμικοί επενδυτές να «χτίζουν» θέσεις σε περιουσιακά στοιχεία μη επενδυτικής διαβάθμισης.

 >> Στη διευκόλυνση των άμεσων ξένων επενδύσεων –κυρίως αυτών που είναι παραγωγικές και λιγότερο εκείνων που σχετίζονται με τον κλάδο των υπηρεσιών–, η προσέλκυση των οποίων θα λειτουργήσει ως έξτρα καύσιμο της αναπτυξιακής πορείας της χώρας.

 >> Στο άνοιγμα νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας από επιχειρήσεις που δεν θα φοβούνται το ρίσκο να επενδύσουν στην Ελλάδα. Θυμίζεται ότι παρά την εμφατική μείωση που έχει σημειώσει η ανεργία τα τελευταία χρόνια, ο ελληνικός δείκτης είναι σύμφωνα με τα στοιχεία Μαρτίου της ΕΛΣΤΑΤ στο 10,9%. Πρόκειται για την δεύτερη χειρότερη επίδοση στην Ε.Ε. (σ.σ. προηγείται η Ισπανία) που εκτός από τους ίδιους τους ανέργους επηρεάζει και τους εργαζόμενους, καθώς βάσει νόμου οι τριετίες θα παραμένουν «παγωμένες» μέχρι η ανεργία να υποχωρήσει κάτω από το 10%. Σημειωτέον, για να συμβεί αυτό πρέπει να δημιουργηθούν επιπλέον 400.000 θέσεις εργασίας!!!

Το διπλό στοίχημα της επόμενης ημέρας

Αν όπως όλοι οι εγχώριοι και διεθνείς αναλυτές εικάζουν η επενδυτική βαθμίδα είναι απλώς θέμα χρόνου, το στοίχημα για την ελληνική κυβέρνηση μετατίθεται για την επόμενη ημέρα της αναβάθμισης και είναι διπλό. Καταρχάς να εξασφαλίσει ότι γαλανόλευκο success story των τελευταίων ετών θα έχει βιώσιμη συνέχεια και δεν θα είναι διάττοντας αστέρας. Κατά δεύτερον να επικοινωνήσει με σχέδιο και πειστικό λόγο στο εσωτερικό ακροατήριο ότι το μέρισμα αυτής της αναβάθμισης θα φτάσει στα «ισόγεια» και στους «ημιώροφους» της πραγματικής οικονομίας που θα δυσκολευτούν να δουν άμεσα και να κατανοήσουν τα πιο μακροπρόθεσμα οφέλη της νέας εποχής.

Αν αυτά τα δύο στοιχήματα κερδηθούν, τότε η Νέα Δημοκρατία θα πιστωθεί το ορθόν της επιμονής της να θέτει την επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας ως τοπ προτεραιότητα και της προηγούμενης και την τωρινής «γαλάζιας» διακυβέρνησης, ενώ ταυτόχρονα θα έχει αποδομήσει πλήρως τους ισχυρισμούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης ότι η ελληνική οικονομία δεν είναι τόσο ισχυρή όσο παρουσιάζεται.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα