Χωρίς plan B η Γερμανία

Τη χρυσή ευκαιρία σε μια Ευρώπη που πιέζει για αλλαγές προσπαθεί να εκμεταλλευθεί η ελληνική κυβέρνηση, διεκδικώντας πολιτικές λύσεις σε ένα άκρως οικονομικό πρόβλημα, που όμως προκλήθηκε από πολιτικές αποφάσεις. Και στο πλευρό της βρίσκεται  η γερμανική οικονομία, που πλέον ασφυκτιά.

Ρεπορτάζ: Θεοδόσης Παπανδρέου

Την ίδια ώρα που το καλό παιδί της Ευρώπης, η Πορτογαλία, δηλώνει έτοιμη να αποπληρώσει τα δάνειά της νωρίτερα, η Ελλάδα ζητά νέο κούρεμα και αλλαγές στο Μνημόνιο. Δεν είναι οι δύο διαφορετικές όψεις του ίδιου προβλήματος αλλά ακριβώς η ίδια.

Η Πορτογαλία μπορεί μεν να υποστηρίζει πως βγαίνει από την κρίση, όμως τα ποσοστά ανεργίας στη χώρα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, η κατανάλωση σε χαμηλά, η ανάπτυξη δεν προκύπτει, οι αποκρατικοποιήσεις προχωρούν με όχι ικανοποιητικά έσοδα για τα δημόσια ταμεία, ενώ στο στόχαστρο τώρα έχει μπει και ο εθνικός αερομεταφορέας. Οι μισθοί είναι καθηλωμένοι στα 480€ και η κυβέρνηση προσπαθεί να κερδίσει επικοινωνιακά το παιχνίδι στέλνοντας στη Δικαιοσύνη πολιτικούς του παρελθόντος και γόνους ισχυρών οικογενειών. Δεν πείθει όμως τους πολίτες, που βλέπουν ακόμα και το σύστημα υγείας να καταρρέει.

Μόνο που η κυβέρνηση της χώρας πλέον έχει άλλον έναν πονοκέφαλο: τους Podemos στη γειτονική Ισπανία και τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο πως τα ΜΜΕ στρέφονται πλέον κατά της κυβέρνησης ειδικά μετά τη στάση που τήρησε στη Σύνοδο Κορυφής.  Αντίστοιχη είναι η εικόνα –αν όχι χειρότερη– στη γειτονική Ισπανία, η οποία διανύει μακρά προεκλογική περίοδο με τους Podemos να έχουν πάρει κεφάλι παγιώνοντας τα ποσοστά τους.

Λίγο διαφορετική είναι η εικόνα στη Φινλανδία, όπου το ακροδεξιό και αντιευρωπαϊκό κόμμα, «Γνήσιοι Φινλανδοί», απειλεί κάθε μελλοντική κυβερνητική συνεργασία μετά τις επερχόμενες εκλογές του Απριλίου. Και εκεί η Ελλάδα μονοπωλεί τις συζητήσεις. Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί η Ουκρανία και οι κακές σχέσεις της Ε.Ε. με τη Ρωσία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η νέα κυβέρνηση επέλεξε να κινηθεί επιθετικά προκαλώντας αστάθεια στο σύνολο της Ε.Ε., αλλά και με συνέπειες ακόμα και στις ΗΠΑ, καθώς ο Μπαράκ Ομπάμα σε καμία περίπτωση δεν θέλει ένα ισχυρότερο του ευρώ δολάριο.

Το νέο ελληνικό «όπλο»
Στη φαρέτρα της Ελλάδας προστέθηκε ως όπλο και η νεότερη ενημέρωση από την οικονομική κατάσταση της Γερμανίας. Οι γερμανικές τιμές καταναλωτή διολίσθησαν βαθιά σε αρνητικό επίπεδο τον Ιανουάριο για πρώτη φορά σε μεγαλύτερο διάστημα των πέντε ετών, με οδηγό κυρίως τη ραγδαία υποχώρηση των τιμών του πετρελαίου, όπως ανακοίνωσε η ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία όταν ανακοίνωσε την τελική μέτρηση του Ιανουαρίου. Η στατιστική υπηρεσία Destatis επιβεβαίωσε τα αρχικά στοιχεία, τα οποία είναι συμβατά με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, αλλά αναθεώρησε καθοδικά την πρώτη ανάγνωση με βάση την εθνική μεθοδολογία.

Με άλλα λόγια, η οικονομία έχει ναρκωθεί. Τον κίνδυνο αυτό είχε επισημάνει αρκετά νωρίτερα  μεταξύ άλλων ο επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Γιάννης Παπαδόπουλος: «Μετά τη σοβαρή προειδοποίηση της μείωσης του ΑΕΠ κατά 0,2% κατά το δεύτερο τρίμηνο, τα νέα δεδομένα μιλούν πλέον για μία μακροχρόνια στασιμότητα της γερμανικής οικονομίας. Δύο δείκτες προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία στους παράγοντες της αγοράς και τους πολιτικούς όλης της Ευρώπης: Οι παραγγελίες της βιομηχανίας κατακρημνίστηκαν κατά 5,7% τον περασμένο Αύγουστο (η μεγαλύτερη συρρίκνωση των βιομηχανικών παραγγελιών από το απόγειο της κρίσης, τον Ιανουάριο του 2009) και η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 4% τον ίδιο μήνα (και εδώ πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση εδώ και πέντε χρόνια). Υποτίθεται ότι η Γερμανία λειτουργούσε ως η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας. Όμως τώρα διαπιστώνουμε ότι το μεγάλο καμάρι της, η βιομηχανία, και ιδιαίτερα τα ενδιάμεσα κεφαλαιουχικά αγαθά, που προμηθεύει σε όλο τον κόσμο, δεν είναι πια ικανό να τη βγάλει από τη στασιμότητα (…) Η γερμανική οικονομία υποφέρει, όπως ήταν αναμενόμενο, από την ουκρανική κρίση και το ρωσικό εμπάργκο, αλλά και από την αύξηση της αστάθειας στη Μέση Ανατολή. Ακόμη περισσότερο όμως φταίει η στασιμότητα στην Ευρώπη, ιδίως στους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της Γερμανίας, ήτοι στη Γαλλία, την Ισπανία και την Ολλανδία», εκτιμά ο Γ. Παπαδόπουλος, συμπληρώνοντας πως «ακόμη και εν μέσω κρίσης το 40% των γερμανικών εξαγωγών κατευθύνεται στην Ευρωζώνη. Και ουδέποτε υπήρξε καλή εμπορική πολιτική να πυροβολείς τους πελάτες σου στα πόδια».

Και κάπου εδώ έρχεται να προστεθεί και η προσωπική κόντρα των Γιουνκέρ – Μέρκελ (περισσότερα στη σελ. 5). Ο πρόεδρος της Κομισιόν θα μπορούσε (αν ήθελε) ακόμα και να ανακόψει την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που όμως δεν έκανε. Με ένα και μόνο στόχο: Να πιέσει και αυτός από την πλευρά του για πολιτικές αλλαγές. Δεν πρόκειται για σύμμαχο της Ελλάδας αλλά για υπερασπιστή των συμφερόντων του, που δεν είναι άλλα από την ανάπτυξη στην Ευρώπη.

Στην κυβέρνηση δεν φαίνεται να τρέφουν αυταπάτες πως θα κερδίσουν όσα ζητούν, έστω και αν το γενικότερο κλίμα τους ευνοεί. Θέλουν μόνο κάποια από τα αιτήματά τους να ικανοποιηθούν, ώστε να μην αντιμετωπίσουν πρόβλημα στο εσωτερικό της χώρας. Γνωρίζουν ακόμα πως οι διαπραγματεύσεις θα κρατήσουν μήνες, παρά την όποια συμφωνία θα επιτευχθεί το προσεχές διάστημα. Ορόσημο για πολλούς είναι οι αρχές του καλοκαιριού, οπότε και θα τεθεί εκ νέου ζήτημα για σκληρά μέτρα.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα