Γκρίνια για το θόλωμα του γαλάζιου

Ανησυχία στην βάση της Νέας Δημοκρατίας για τις πολλές μεταγραφές του Κυριάκου Μητσοτάκη από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και την αξιοποίηση τους σε κυβέρνηση και κρατικές θέσεις

Την Τρίτη το πρωί ο Γιάνης Βαρουφάκης σχολιάζοντας την πολιτική επικαιρότητα σε εκπομπή του Open είπε μεταξύ άλλων, ότι «στην Βουλή τσακώνονται ποιος είναι περισσότερο ΠΑΣΟΚ. Έχουμε το ΠΑΣΟΚ του Μητσοτάκη, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη, το ΠΑΣΟΚ του Κασσελάκη και τώρα μας προέκυψε και το ΠΑΣΟΚ της Νέας Αριστεράς».

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Μπορεί ο πρώην υπουργός Οικονομικών να προκάλεσε την θυμηδία των παρουσιαστών της εκπομπής, όμως τα όσα είπε για το ΠΑΣΟΚ του Μητσοτάκη είναι αυτό που ενοχλεί εδώ και χρόνια τη βάση της Νέας Δημοκρατίας, που κινείται παραδοσιακά στην λαϊκή δεξιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ημέρα που ανακοινώθηκε η προσχώρηση της Εύης Χριστοφιλοπούλου στο κυβερνών κόμμα, ο Νικήτας Κακλαμάνης (που ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως μέλος της λαϊκής δεξιάς) για δεύτερη φορά σε μικρό χρονικό διάστημα εξέφρασε τις αντιρρήσεις του:

«Εγώ είμαι από αυτούς που είμαι στη Βουλή σχεδόν κάθε μέρα. Ακόμα ηχούν στα αυτιά μου το τι μας έλεγε παλιά η κ. Χριστοφιλοπούλου στη Βουλή. Κατά συνέπεια άλλο είναι να επιλέγεις πολιτικές που προσελκύουν κόσμο που δεν σε ψήφιζε για να σε ψηφίσει και άλλο να παίρνεις στελέχη, τα οποία στον κόσμο αυτόν δεν αντιπροσωπεύουν σχεδόν τίποτα.

Το απέδειξαν και οι τελευταίες εκλογές, όπου δεν εξελέγησαν καν με το κόμμα που ήταν. Άλλο, λοιπόν, η διεύρυνση, η οποία πρέπει να είναι ισόρροπη, να είναι ισότιμη, ώστε να μην προσβάλλεται η πολιτική μήτρα της παράταξης που είναι η πατριωτική λαϊκή δεξιά. Είτε αρέσει είτε όχι…».

Είχε προηγηθεί συνέντευξη του πρώην υπουργού και δημάρχου Αθηναίων (Νικήτας Κακλαμάνης) σε τηλεοπτική εκπομπή, όπου τόνισε πως «δεν μπορεί η δεξιά πλευρά και φυσιογνωμία του κόμματος να οδηγείται σε συρρίκνωση και εξαφάνιση για χάρη της στροφής προς το πολιτικό Κέντρο». Συγκεκριμένα, άφησε σαφείς αιχμές κατά της στρατηγικής επιλογής του Κυριάκου Μητσοτάκη για στροφή προς το Κέντρο και της ενσωμάτωσης των στελεχών του σημιτικού ΠΑΣΟΚ, υπονοώντας πως μια τέτοια στρατηγική οδηγεί στην ήττα. Μάλιστα, δεν απέφυγε τις συγκρίσεις, τονίζοντας πως και ο Κώστας Καραμανλής είχε καταφέρει να κερδίσει το πολιτικό Κέντρο, αλλά αυτό δεν το έκανε φέρνοντας τόσα στελέχη του ΠΑΣΟΚ εντός του κόμματος.

Και ο Οικονόμου

Στην ίδια ρότα κινήθηκε και ο Γιάννης Οικονόμου, ο αποπεμφθείς υπουργός Προστασίας του Πολίτη. Ο βουλευτής Φθιώτιδας μιλώντας στην παρουσίαση του βιβλίου «Ο συντηρητισμός στην Ελλάδα»  εξέφρασε τον προβληματισμό του πως «ο υπερτονισμός της φιλελεύθερης αρχής φοβάμαι ότι στρέφει την πλάτη στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους μας. Η παραδοσιακή μας βάση είναι άνθρωποι που αγαπούν την οικογένεια, την εργασία, την τιμιότητα, τη λιτότητα, σέβονται τον νόμο, την παράδοση και τη θρησκεία. Αν εγκαταλείψουμε τα παραδοσιακά και συντηρητικά κοινά μας, τα στρώματα αυτά ενδέχεται να στραφούν εντέλει σε αντισυστημικές πολιτικές δυνάμεις με συγκεχυμένο ιδεολογικά πρόγραμμα, αλλά σαφή αντιφιλελεύθερο και εθνολαϊκίστικο προσανατολισμό».

Παρά το γεγονός ότι ολοένα κι αυξάνονται οι φωνές προς το Μαξίμου, όπου εκφράζουν την δυσαρέσκεια της βάσης εν τούτοις ο κ. Μητσοτάκης δεν φαίνεται να συμφωνεί, κάτι που φαίνεται και από τα πρόσωπα που ετοιμάζει για το γαλάζιο ψηφοδέλτιο των ευρωεκλογών. Ήδη κάποια από τα πρόσωπα που θεωρείται βέβαιο ότι θα είναι εντός ευρωλίστας προέρχονται από τον βασικό αντίπαλο του της Νέας Δημοκρατίας επί δεκαετίες που ήταν το ΠΑΣΟΚ.

Έτσι, λοιπόν, έχουμε τον Δημήτρη Τσιόδρα, τον διευθυντή του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού. Μία θέση στην οποία και είχε θητεύσει επί πρωθυπουργού του Λουκά Παπαδήμου στη συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – Ν.Δ. – ΛΑΟΣ με πρόταση του ΠΑΣΟΚ. Αργότερα ήταν εκπρόσωπος Τύπου του Ποταμιού. Ο Πύρρος Δήμας εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Μαΐου 2012. Η Εύη Χριστοφιλοπούλου ήταν Βουλευτής ΠΑΣΟΚ από το 2004 έως το 2019. Μετά τις εκλογές του 2012 ανέλαβε κοινοβουλευτική εκπρόσωπος. Ο Σπύρος Καρανικόλας το 2017 ανέλαβε αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου του ΚΙΝΑΛ, ενώ από το 2019 έως το 2021 διετέλεσε εκπρόσωπος της Κ.Ο. και από αυτούς που ζητούσαν να επιστρέψει το ΠΑΣΟΚ στην προμετωπίδα της Χαριλάου Τρικούπη. Η Βούλα Πατουλίδου το 2006 ήταν η υποψήφια του ΠΑΣΟΚ για την τότε Νομαρχία Θεσσαλονίκης. Ο Ναπολέων Μαραβέγιας προέρχεται από τον χώρο του Κέντρου με πολιτικές αναφορές στην περίοδο Σημίτη, ως υπέρμαχος του εκσυγχρονισμού, ενώ από το 1999 ως το 2004 διετέλεσε Πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ), ενός Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου που ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Αξιοποιήθηκαν

Φυσικά υπάρχει και πληθώρα προσώπων που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ κι έχουν αξιοποιηθεί σε αντίθεση με στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, που στήριξαν την παράταξη και στα χρόνια της αντιπολίτευσης. Και βέβαια δικαιολογημένα  αναρωτιέται η βάση του κόμματος «εμείς δεν έχουμε δεξιά στελέχη που να ανταποκρίνονται στις αυξημένες απαιτήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη; Τι περισσότερο έχουν τα πρόσωπα που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ;  Αν όντως είναι πιο αποτελεσματικοί για ποιο λόγο τους κατακρίναμε όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν στην διακυβέρνηση;» Και η αλήθεια είναι ότι στα συγκεκριμένα ερωτήματα οι ιθύνοντες του Μαξίμου αδυνατούν να δώσουν πειστικές απαντήσεις.

Αν, λοιπόν, σε αυτή την αέναη δυσαρέσκεια προστεθεί η αντίδραση για την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και φυσικά την τεκνοθεσία (πλην παρένθετης μητέρας), τότε και ο πλέον αδαής μπορεί να καταλάβει το πώς νιώθει και η βάση, αλλά και τα οργανωμένα μικρομεσαία στελέχη του κόμματος. Αν, λοιπόν, σε αυτή την δυσαρέσκεια προστεθεί και η αγωνία της ακρίβειας, τότε το κλίμα μοιάζει εκρηκτικό. Και φυσικά ουδείς είναι σε θέση να πει με σιγουριά το πώς θα συμπεριφερθεί το εκλογικό σώμα στις ευρωεκλογές. Εκεί που παραδοσιακά σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη- μέλη της Ε.Ε. υπάρχει η χαλαρή ψήφος και οι πολίτες επιλέγουν να στείλουν μηνύματα στις κυβερνήσεις τους.

Η πολιτική απειλή

Υπό αυτή τη συνθήκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης βλέπει και γνωρίζει ότι η σημαντικότερη πολιτική απειλή για τον ίδιο και την κυβέρνησή του είναι η εκδήλωση δυσαρέσκειας και αποδοκιμασίας από μία μερίδα πολιτών, είτε για επιλογές ταυτοτικού χαρακτήρα των τελευταίων εβδομάδων, όπως ο γάμος των ομοφύλων, είτε λόγω αστοχιών σε κρίσιμα πεδία, όπως η ασφάλεια, η αντιμετώπιση της βίας και της ανομίας, ή η καλπάζουσα ακρίβεια, αλλά και το αγροτικό ζήτημα. Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με τα δημοσκοπικά ευρήματα, οδηγούν αρκετούς πολιτικούς αναλυτές στην εκτίμηση ότι η βασική διαφαινόμενη παράμετρος μετριασμού της πολιτικής ηγεμονίας της Ν.Δ. και του πρωθυπουργού διαμορφώνεται από την κινητικότητα η οποία παρατηρείται στην βάση του κόμματος. Διότι εάν στις ευρωεκλογές η βάση δεν κινητοποιηθεί με το σύστημα «πόρτα- πόρτα» δεν πρέπει να αποκλειστεί κάποιοι από την δεξιά πτέρυγα του κόμματος να προβούν σε ψήφο διαμαρτυρίας.

Από τη μία πλευρά αρχίζει και γίνεται αισθητό ότι με αφορμή τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών οι εκπρόσωποι της λεγόμενης λαϊκής Δεξιάς, ή όσοι επιλέγουν σε αυτή τη συγκυρία να αυτοπροσδιοριστούν έτσι, προετοιμάζονται για συσπειρώσεις και ομαδοποιήσεις, οι οποίες έως και σήμερα δεν είχαν εκδηλωθεί και πάντως όχι με οργανωμένο τρόπο. Από την άλλη, ήδη είναι ορατές οι δημοσκοπικές απώλειες προς τη λαϊκιστική Δεξιά. Όσο αυτά εξελίσσονται, ουδέτεροι παρατηρητές εκτιμούν ότι το πρόβλημα του Κυριάκου Μητσοτάκη από δεξιά πιθανώς να είναι μεγαλύτερο από ό,τι φαίνεται ή καταγράφεται αυτή την περίοδο και επισημαίνουν χαρακτηριστικά: «Ίσως και να ήταν μεγαλύτερο και με πιο σαφή χαρακτηριστικά αν δεν κρυβόταν από το πέπλο του μεγάλου ζητήματος της ακρίβειας, το οποίο προς το παρόν έχει αντικειμενική εκδήλωση και όχι κάποιο ιδεολογικό πρόσημο».

Ένα στοιχείο προβληματισμού για το επιτελείο του Μαξίμου ενόψει των ευρωεκλογών εντοπίζεται στην αξιοσημείωτη διαρροή προς τα δεξιά της Ν.Δ., η οποία είναι ήδη ορατή στις δημοσκοπήσεις. Αυτή στρέφεται κυρίως προς την Ελληνική Λύση, η οποία είναι και το κόμμα με τη μεγαλύτερη δημοσκοπική άνοδο στις τελευταίες μετρήσεις, ενώ οι πιο ακραίες εκδοχές της δεξιάς πολιτικής έκφρασης (Νίκη, Σπαρτιάτες) εμφανίζουν μία στασιμότητα στα επίπεδα των εκλογικών ποσοστών τους.

Η παράμετρος αυτή επισημαίνεται από κάποιους συνομιλητές του πρωθυπουργού, οι οποίοι επισημαίνουν τη στοχευμένη στρατηγική του Κυριάκου Βελόπουλου και την επιμελή προσπάθειά του να απευθύνεται, είτε από τη Βουλή, είτε από αλλού στις συγκεκριμένες ευαισθησίες ενός δεξιού ακροατηρίου, που έστω και μέσω μιας λαϊκιστικής διεξόδου θα προτιμήσουν να εκδηλώσουν τη διαφωνία τους με την κυβέρνηση ή τη δυσαρέσκειά τους από αυτήν.

Ακάλυπτος χώρος

Συνεργάτης του πρωθυπουργού σε συζητήσεις του με δημοσιογράφους εκτιμούσε πως πολύ δύσκολα η Νέα Δημοκρατία θα πιάσει εκ νέου το 41% των εθνικών εκλογών. «Από την μία υπάρχουν οι δύσκολες αποφάσεις που λαμβάνει η κυβέρνηση και από την άλλη η χαλαρή ψήφος», έλεγε χαρακτηριστικά. Οπότε αναζητείται το ποσοστό που θα ικανοποιήσει το Μαξίμου και θα στείλει ένα μήνυμα στην κοινωνία ότι το κόμμα είναι αλώβητο. Και αυτό το ποσοστό είναι το 33% που έπιασε η Ν.Δ. στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019.

Τότε, το 2019 η Νέα Δημοκρατία εκμεταλλεύθηκε το λεγόμενο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και είδε πολλούς παραδοσιακούς ΠΑΣΟΚους να το προτιμούν «για να φύγει μία ώρα νωρίτερα ο Τσίπρας», όπως χαρακτηριστικά έλεγαν. Τώρα, όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά και το ΠΑΣΟΚ για πρώτη φορά από το 2012 διεκδικεί να είναι στην πρώτη δυάδα. Και όπως αναφέρουν οι εκλογικοί αναλυτές του Μαξίμου «εάν καταφέρουμε να κρατήσουμε το ΠΑΣΟΚ μεταξύ 13-15% στις ευρωεκλογές, τότε ο στόχος του 32% είναι απολύτως εφικτός και ανοίγονται προοπτικές για ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό». Γι’ αυτό στο Μαξίμου στην ερώτηση που τους θέτουν για το «πόσο ΠΑΣΟΚ χωράει στη Ν.Δ. τελικά;», απαντούν ότι στην πολιτική των διευρύνσεων δεν υπάρχει ταβάνι.

Το θολό μπλε

Το μείγμα που ετοιμάζει για το ευρωψηφοδέλτιο της Νέας   Δημοκρατίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι λοιπόν σαφές, καθώς το μπλε χρώμα της Ν.Δ. ανακατεύεται με το πράσινο, με φόντο την πρωτοκαθεδρία τα επόμενα χρόνια.  Όμως οι φωνές από την φάση είναι ότι το «γαλάζιο» θολώνει.

Πλην του πράσινου χρώματος που δεδομένα θα έχει το ψηφοδέλτιο που θα καταρτίσει θα υπάρχουν και παραδοσιακά πρόσωπα από τα σπλάχνα της Νέας Δημοκρατίας. Αρχικά στο ψηφοδέλτιο θα είναι νυν ευρωβουλευτές, που στις προηγούμενες εκλογές είχαν συγκεντρώσει μεγάλο αριθμό ψήφων: Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, η Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου, ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος και η Ελίζα Βόζενμπεργκ. Δεν είναι βέβαιο ότι θα είναι πάλι υποψήφιος ο Μανώλης Κεφαλογιάννης.

Από εκεί και πέρα, στη λίστα θα είναι ακόμη ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης, ο πρώην υφυπουργός και βουλευτής Γιώργος Αμυράς, πρώτος επιλαχών το 2019 με 175.000 σταυρούς, αλλά και η δεύτερη επιλαχούσα, η δημοσιογράφος Βίκυ Φλέσσα. Από τον ίδιο χώρο, τον δημοσιογραφικό, είναι πιθανή η υποψηφιότητα του Γιώργου Αυτιά, με τον ίδιο να κινείται ήδη ως υποψήφιος. Στον σχεδιασμό είναι ακόμη να υπάρχουν εκπρόσωποι από διάφορες κοινωνικές ομάδες. Από την αστυνομία  ακούγεται ο Γιώργος Καλιακμάνης και ο Σταύρος Μπαλάσκας. Από καθηγητές –πλην του κεντρώου Σωτήρη Σέρμπου (πρώην σύμβουλος του Νίκου Ανδρουλάκη)– υπάρχει και το όνομα του παραδοσιακού δεξιού διεθνολόγου, του Αλέξανδρου Δεσποτόπουλου. Από τον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων συζητιέται ο στρατηγός Αλκιβιάδης Στεφανής και ο εν αποστρατεία πτέραρχος Κώστας Ιατρίδης. Από τον χώρο της Υγείας η πρώην αναπληρωτής υπουργός Μίνα Γκάγκα , ενώ αρμόδια πηγή προσθέτει πως θα υπάρχουν και στελέχη από τη ΔΑΚΕ και την ΟΝΝΕΔ, αλλά και κάποιος εκπρόσωπος των Ρομά. Τα κριτήρια που θα συγκροτήσουν το ψηφοδέλτιο δεν θα είναι μόνο κοινωνικά, αλλά και γεωγραφικά. Στο Μαξίμου αναζητούν και πρόσωπα με ερείσματα στις μεγάλες πόλεις της περιφέρειας, το Ηράκλειο την Πάτρα και φυσικά την Θεσσαλία.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα