Η 3η δόση προστατεύει κατά 67% από Όμικρον και 97% από Δέλτα
Καλύτερη προστασία έναντι της Όμικρον με τρεις δόσεις εμβολίου mRNA
Αποτελεσματική προστασία απέναντι και στην παραλλαγή Όμικρον, εκτός της Δέλτα, παρέχει η τρίτη δόση των εμβολίων mRNA, σύμφωνα με νεότερη μελέτη, η οποία συγκρίνει την αποτελεσματικότητα των εμβολίων mRNA στις δύο παραλλαγές του ιού με δύο ή τρεις δόσεις και σε σύγκριση με την πλήρη έλλειψη εμβολιασμού.
Μάλιστα, σε σχέση με το ενδεχόμενο απουσίας εμβολιασμού, η προστασία από τα εμβόλια φαίνεται να διατηρείται μέχρι και 11 μήνες μετά τον εμβολιασμό, έστω κι αν τα αντισώματα μειώνονται δραστικά μετά την πάροδο εξαμήνου από τη δεύτερη δόση.
Η έρευνα έγινε από επιστημονική ομάδα από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Λοιμώξεων CDC στην Ατλάντα και δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA και παρότι διαπιστώνει την αποτελεσματικότερη προστασία των εμβολίων έναντι της παραλλαγής Δέλτα, επιβεβαιώνει την αποτελεσματική προστασία έναντι και της Όμικρον με την τρίτη δόση.
Το πόσο σχετίζονται ο εμβολιασμός με τη μόλυνση από τον ιό, εξαρτάται από την ομάδα αναφοράς και την παραλλαγή. Για αυτούς που είχαν εμβολιαστεί με 3 δόσεις έναντι των μη εμβολιασμένων, οι πιθανότητες αντιστοιχούσαν σε εκτιμώμενη αποτελεσματικότητα 67,3% (από, 65%-69,4%) για την Όμικρον και 93,5% (από, 92,9%-94,1%) για την Δέλτα.
Συγκρίνοντας τις 3 δόσεις έναντι των 2 δόσεων, οι πιθανότητες αντιστοιχούσαν σε εκτιμώμενη σχετική αποτελεσματικότητα 66,3% (από 64,3%-68,1%) για την Όμικρον και 84,5% (από 83,1%-85,7%) για την Δέλτα.
Για την Όμικρον, η ομοιότητα μεταξύ των πιθανοτήτων αποτελεσματικότητας για 3 δόσεις που χρησιμοποιούν την μη εμβολιασμένη ομάδα αναφοράς και την ομάδα αναφοράς 2 δόσεων είναι ανάλογη με την εξασθένηση της πιθανότητας αποτελεσματικότητας μεταξύ των 2 δόσεων έναντι των μη εμβολιασμένων, 6 μήνες μετά δεύτερη δόση και για τα δύο προϊόντα.
Έως και 11 μήνες μετά
Για την Δέλτα, η συσχέτιση μεταξύ λοίμωξης και 2 δόσεων έναντι μη εμβολιασμένων μειώνεται επίσης με την πάροδο του χρόνου από τη δεύτερη δόση, κάτι που είναι σύμφωνο με προηγούμενες αναφορές. Ωστόσο, οι πιθανότητες αποτελεσματικότητας ήταν στατιστικά σημαντικές ακόμη και έως και 11 μήνες μετά τη δεύτερη δόση.
Αν και αυτά τα ευρήματα παρέχουν στοιχεία που υποστηρίζουν ότι τα σχήματα 3 δόσεων είναι προστατευτικά και ότι οι αναμνηστικές δόσεις είναι πιο προστατευτικές από τις σε σχέση με το σχήμα των δύο δόσεων μόνο του. Παρόλα αυτά, ο δείκτης των πιθανοτήτων για την Όμικρον, δείχνει ότι οι αναμνηστικές δόσεις είναι λιγότερο προστατευτικές έναντι της Όμικρον από ό,τι έναντι της Δέλτα. Η διαπίστωση αυτή, προέκυψε ύστερα από τεστ εξουδετέρωσης in vitro που δείχνουν τη δυνατότητα ανοσοδιαφυγής της Όμικρον. Η ίδια διαπίστωση δείχνει ακόμη, πως ενδέχεται να χρειαστούν υψηλότερα ποσοστά κάλυψης του πληθυσμού με αναμνηστική 3η δόση για να επιτευχθεί το ίδιο όφελος για τη δημόσια υγεία όπως την περίοδο που επικράτησε η Δέλτα. Διερευνάται επιπλέον, η εφαρμογή μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων συμπληρωματικά για την επιβράδυνση της εξάπλωσης της Όμικρον.
Παράλληλα ελέγχθηκε η ποσότητα γενετικού υλικού που ανιχνεύθηκε και στις δύο παραλλαγές, εμφανίζοντας λιγότερο στην ομάδα των τριών δόσεων εμβολιασμού σε σχέση με εκείνων με τις δύο δόσεις και αντίστοιχα λιγότερη ποσότητα σε εκείνους με τις δύο δόσεις εμβολιασμού σε σχέση με τους ανεμβολίαστους, με μία εξαίρεση, το γονίδιο Ν για την Όμικρον για τους τριπλά εμβολιασμένους σε σχέση με τους ανεμβολίαστους. Οι τιμές αυτές δεν αποτελούν άμεσο μέτρο του ιικού φορτίου ή της μολυσματικότητας και μπορεί να διαφέρουν για διάφορους λόγους, όπως ο χρόνος συλλογής των δειγμάτων σε σχέση με την έναρξη της μόλυνσης, το χρόνο μεταφοράς του δείγματος και τις εργαστηριακές δοκιμασίες και συνθήκες. Ωστόσο, έχουν χρησιμοποιηθεί προηγουμένως ως ακατέργαστος δείκτης του δυναμικού μετάδοσης, με υψηλότερες τιμές που αντιπροσωπεύουν μειωμένη πιθανότητα να είναι ένα κρούσμα μολυσματικό. Το σημαντικά λιγότερο γενετικό υλικό του ιού που βρέθηκε σε άτομα τριπλά εμβολιασμένα έναντι εκείνων με δύο δόσεις ή των ανεμβολίαστων ενδέχεται να υποδηλώνουν μικρότερη μολυσματικότητα σε όσους έλαβαν την ενισχυτική δόση και το εύρημα αφορά και τις δύο παραλλαγές.
Τα στοιχεία
Στην έρευνα χρησιμοποιήθηκαν 70.155 τεστ από 4.666 σημεία σε 49 πολιτείες των ΗΠΑ, από τα οποία 23.391 περιστατικά (13.098 με Όμικρον, 10.293 με Δέλτα) και 46.764 μάρτυρες ( με μέση ηλικία τα 40,3 έτη και τους 42.050 ή το 60,1% να είναι γυναίκες.
Με 3 δόσεις είχε εμβολιαστεί το 18,6% των περιπτώσεων (ή 2441 άτομα) με Όμικρον, το 6,6% των περιπτώσεων (ή 679 άτομα) με Δέλτα και το 39,7% (ή 18587 άτομα) της ομάδας ελέγχου.
Με δύο δόσεις είχε εμβολιαστεί το 55,3% των περιπτώσεων (ή 7245 άτομα) με Όμικρον, το 44,4% των περιπτώσεων (ή 4570 άτομα) με Δέλτα και το 41,6% (ή 19456 άτομα) της ομάδας ελέγχου.
Ανεμβολίαστοι ήταν το 26% (ή 3412 άτομα) με Όμικρον, 49% (ή 5044 άτομα) με Δέλτα και 18,6% (ή 8721 άτομα) της ομάδας ελέγχου.