ΣΥΡΙΖΑ: «Ο Τσίπρας ήξερε τα πάντα και αυτός αποφάσιζε για όλα» 

Οι «53» σήκωσαν το γάντι και απάντησαν επί όλων των ανοιχτών ζητημάτων, και για τις ευθύνες του προέδρου του κόμματος και για τις υποθέσεις Παππά

«Το Μαξίμου αποφάσιζε την οικονομική πολιτική και αυτό υποχρέωνε τους βουλευτές να ψηφίζουν τα δύσκολα μνημονιακά νομοθετήματα»

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Αναμφίβολα οι τσακωμοί μέσω διαδικτύου των λεγόμενων προεδρικών του ΣΥΡΙΖΑ, με τους «53», αλλά και με τους «σημιτικούς» της Προοδευτικής Συμμαχίας αποτέλεσαν το κλου στο θερινό πολιτικό τοπίο. Διότι ναι μεν τα ελληνοτουρκικά και η πανδημία του covid-19 ήταν στο επίκεντρο της επικαιρότητας και του ενδιαφέροντος των πολιτών, όμως και οι εσωκομματικές αντιμαχίες της Κουμουνδούρου έδωσαν σκληρό αγώνα για να κερδίσουν την πρώτη θέση.

Πολλοί θα αναρωτηθούν για ποιον λόγο στα καλά καθούμενα αναζωπυρώθηκαν οι εσωκομματικές μάχες στον ΣΥΡΙΖΑ κι ενώ βιώνουμε ένα απίθανο καλοκαίρι, λόγω της πανδημίας; Οι περισσότεροι θα σκεφθούν ότι έσπασε το πύον λόγω των αναρτήσεων Καρανίκα, της αρθρογραφίας Τζάκρη και των επικρίσεων του Πολάκη και των προεδρικών για την οικονομική πολιτική που ακολούθησε ο Τσακαλώτος και το γεγονός ότι άφησε πίσω του ένα πολύ σημαντικό κομπόδεμα στα κρατικά ταμεία.

Αυτά ήταν οι αφορμές. Τα αίτια είναι πολύ πιο βαθιά. Κατ’ αρχάς, οι «53» διαφωνούν με την ΠΑΣΟΚοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης έχουν ανέβει στα κεραμίδια μαθαίνοντας ότι στον εσωτερικό ανασχηματισμό που ετοιμάζει ο Τσίπρας, θα μείνει αλώβητος ο Νίκος Παππάς. Η παραμονή του πρώην υπουργού στη βιτρίνα του ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάψει τα αίματα, καθώς οι «53» θεωρούν ότι με τις ήδη υπάρχουσες αποκαλύψεις, αλλά και αυτές που έχουν υποσχεθεί οι συνομιλητές του Παππά ότι έρχονται, δημιουργεί πρόβλημα στην εικόνα του κόμματος. Αν σε αυτά συνυπολογίσουμε ότι ο Νίκος Παππάς κινεί τα νήματα στο παρασκήνιο, καθώς είναι αυτός που καθοδηγεί όλα όσα γράφονται κατά του Ευκλείδη Τσακαλώτου και άλλων στελεχών της παλιάς φρουράς, τότε ο καθένας μπορεί να κατανοήσει για ποιο λόγο οι «53» για πρώτη φορά υπερέβησαν τα δικά τους εσωκομματικά εσκαμμένα. Και με την ανάρτησή τους στον ιστότοπο commonality έστειλαν ένα ηχηρό μήνυμα στον Αλέξη Τσίπρα.

Ο Τσίπρας στο κάδρο των ευθυνών

Θεωρητικά οι συγγραφείς του άρθρου, οι Κώστας Καλλωνιάτης, Δημήτρης Καρέλλας, Βασίλης Σκλιας, εξηγούν πως η οικονομική πολιτική που ακολουθήθηκε ήταν σε γνώση του Μαξίμου και του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα, ενώ πολλές φορές αυτή ήταν και η εντολή προς τον Ευκλείδη Τσακαλώτο. Όμως αυτό που αφήνουν να εννοηθεί ήταν ότι ουδείς έκανε κάτι δίχως να το γνωρίζει ο τότε πρωθυπουργός. Δηλαδή, ο κ. Τσίπρας γνώριζε όλες τις «δραστηριότητες» του Νίκου Παππά και τα ραντεβού του με επιχειρηματίες, οι οποίοι και τον κατέγραφαν. Αυτό εξάλλου έχει δηλώσει και ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος δύο φορές. Μία από του βήματος του Κοινοβουλίου και μία σε τηλεοπτική του συνέντευξη. «Πάντα ενημέρωνα τον κ. Τσίπρα για τις ενέργειές μου. Ήξερε τα πάντα για την πορεία της δικογραφίας της Novartis», έχει πει ο κ. Παπαγγελόπουλος, ο οποίος εάν τελικά καθίσει στο εδώλιο του κατηγορούμενου στο Ειδικό Δικαστήριο ίσως θυμηθεί περισσότερα.

Οι συντάκτες αναφέρονται ρητά και κατηγορηματικά στην υπόθεση Παππά και στο λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα: «Διατυπώνεται ο ισχυρισμός πως δεν πρέπει “να διαφημίζουμε το ηθικό πλεονέκτημα” γιατί “το ’χουμε έτσι κι αλλιώς και το αποδείξαμε!”. Έτσι όμως: Διαστρέφεται αυτό που πραγματικά έχει ειπωθεί, ότι δηλαδή “το ηθικό μας πλεονέκτημα είναι κάτι που πρέπει να αποδεικνύουμε κάθε μέρα”. Όλοι καταλαβαίνουμε τι εννοείται και τι υπονοείται. Δεν νοείται, συνεπώς, δημοκρατικός διάλογος κάνοντας καρικατούρα των θέσεων του άλλου, πολύ περισσότερο όταν ο άλλος είναι σύντροφος. Παρομοίως, ο ισχυρισμός ότι το ηθικό πλεονέκτημα είναι κεκτημένο κρύβει υποκρισία. Εκτός κι αν θέλουμε να ξεχαστεί η υπόθεση που πρόσφατα συντάραξε το κόμμα…»

Και πώς να ξεχάσουν την υπόθεση Παππά, όταν είναι κοινό μυστικό στην Κουμουνδούρου ότι «τα καλύτερα έρχονται για τον πρώην υπουργό Διαστήματος και την ηγετική ομάδα».

Εδώ θα πρέπει να θυμηθούμε και την περίπτωση με τον Ανδρέα Γεωργίου. Όταν από το Μαξίμου δινόταν εντολή στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου να γίνεται διαρκώς ανάσυρση της δικογραφίας για τον πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, Ανδρέα Γεωργίου, προκειμένου να ικανοποιείται η «καραμανλική» πλευρά. Τότε συνέβαινε το εξής παράδοξο. Ο Τσίπρας έδινε εντολή να συνεχιστούν οι δικαστικές περιπέτειες του Γεωργίου και την ίδια στιγμή συμφωνούσε και υπέγραφε ως προαπαιτούμενο να πληρώνεται ο δικηγόρος του κατηγορούμενου από το ελληνικό Δημόσιο. Διότι όλες οι συμφωνίες επί ΣΥΡΙΖΑ είχαν δύο υπογραφές. Του Αλέξη Τσίπρα και του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Και ο πρώην υπουργός Οικονομικών δεν μπορούσε να αποφασίσει μόνος του. Αλλά είπαμε, Τσίπρας ήταν αυτός. Με το αριστερό χέρι κυνηγούσε τον Γεωργίου και με το δεξί τον πλήρωνε.

Ανάλογη ήταν και η περίπτωση με τον Γιάννη Στουρνάρα. Πόσες φορές κύκλοι του Μαξίμου δεν έλεγαν ότι πρέπει να εκδιωχθεί ο κεντρικός τραπεζίτης. Όλοι οι λαϊκιστές του ΣΥΡΙΖΑ. Ο μόνος που δεν είχε πει κουβέντα ήταν ο τότε υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος. Και όχι επειδή είχε προσωπική γνωριμία με τον κ. Στουρνάρα, αλλά επειδή γνώριζε πώς λειτουργεί η Ευρώπη. Οι υπόλοιποι είτε δεν γνώριζαν, είτε απλά έλεγαν την παρόλα τους για λόγους εντυπωσιασμού και αριστεροσύνης. Στο άρθρο τους οι εκπρόσωποι των «53» αναφέρονται και σε αυτό το θέμα λέγοντας:  «Στο να φύγει ο Στουρνάρας, αξίωση όμως η οποία δεν εξαρτάται από την κυβέρνηση, τουλάχιστον όσο είμαστε στο ενιαίο ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα». 

Οι «53» αναφέρονται και στο γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας αναφέρεται από τους προεδρικούς ως «αρχηγός» και όχι ως πρόεδρος. Και όπως τονίζουν χαρακτηριστικά: «Υπονοείται ότι κάποιος άλλος θέλει να γίνει “αρχηγός” στη θέση του Αλέξη Τσίπρα, αντίληψη που αντιστοιχεί στα στερεότυπα μιας  παλαιοκομματικής πολιτικής σκέψης. Και, αν αυτός δεν υπάρχει, πρέπει να τον επινοήσουμε. Η χωρίς ενδοιασμούς χρήση της λέξης “Αρχηγός” αντί “Πρόεδρος”  προκύπτει από μία αντίληψη που αντιστοιχεί στην “ανδρεοπαπανδρεϊκή” παράδοση για ένα αρχηγικό κόμμα και όχι στην παράδοση της Αριστεράς για ένα δημοκρατικά οργανωμένο κόμμα».

Στο ζουμί

Όμως εκεί πραγματικά που οι συντάκτες του κειμένου σφάζουν με το βαμβάκι την ηγεσία και τους προεδρικούς είναι όταν αναφέρονται στη λειτουργία της κυβέρνησης υπό τον Αλέξη Τσίπρα. Στην κυριολεξία ισοπεδώνουν το επιχείρημα που αναπτύσσει εδώ και καιρό ο Παύλος Πολάκης, προφανώς είναι με υπόδειξη Νίκου Παππά.

Το ζουμί λοιπόν είναι το εξής: «Δεν υπήρχε υιοθέτηση/εφαρμογή εισήγησης υπουργού δίχως τη σύμφωνη γνώμη του Μαξίμου. Ακόμη περισσότερο, δεν υπήρχε μείζονος σημασίας απόφαση δίχως τη συζήτηση σε επίπεδο Κυβερνητικών Συμβουλίων (Εξωτερικών και Άμυνας, Οικονομικής Πολιτικής, Κοινωνικής Πολιτικής) και υποβολή της πρότασης στον πρωθυπουργό. Παρεμπιπτόντως, το κόμμα ενημερωνόταν πάντα εκ των υστέρων.

»Αν στο Υπουργικό Συμβούλιο ουδείς καταλάβαινε τι πρότεινε ο πρωθυπουργός επί της οικονομικής πολιτικής, είναι πρωτίστως πρόβλημα όσων συμμετείχαν. Ομοίως πρόβλημά τους είναι το εάν καταλάβαιναν και δεν σήκωναν το χέρι τους για κατάθεση αντιρρήσεων. Εξάλλου, οι περισσότεροι εξ αυτών δεν είχαν πρόβλημα απευθείας επικοινωνίας με τον πρωθυπουργό ώστε “να τα πουν” έστω κατ’ ιδίαν και υπογείως».

Η αλήθεια για το απόθεμα

Οι συντάκτες εκ μέρους των «53»  τονίζουν ακόμη πως όσοι τώρα ξιφουλκούν κατά του οικονομικού επιτελείου για το απόθεμα, όταν αυτό επιβλήθηκε ως προαπαιτούμενο του 3ου μνημονίου δεν έφεραν τότε αντιρρήσεις, αλλά υπερψήφιζαν στη Βουλή.

Όμως εκεί πραγματικά που δίνουν μαχαιριά στην ηγετική ομάδα είναι που καταρρίπτουν το αφήγημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ άφησε σχεδόν 37 δισεκατομμύρια ευρώ απόθεμα. Οι «53» που γνωρίζουν ακριβώς τα οικονομικά (λόγω Τσακαλώτου) τονίζουν μεταξύ άλλων: «Δείχνει άγνοια της πραγματικής δημοσιονομικής κατάστασης γιατί το διαθέσιμο ταμειακό απόθεμα δεν ήταν 37 δισ. αλλά πολύ λιγότερο, μιας και τα 15,7 δισ. ήταν μπλοκαρισμένα ως δάνειο από τον ESM και αφιερωμένα στην αποπληρωμή του χρέους, ενώ από τα υπόλοιπα 21,3 δισ. ένα σημαντικό μέρος (6,4 δισ.) είναι συγκεντρωμένο σε έναν λογαριασμό για τις ανάγκες ρευστότητας των ΔΕΚΟ, το δε εναπομένον που θεωρητικά ήταν διαθέσιμο προοριζόταν για καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης όπως αυτή που πράγματι προέκυψε με την κρίση πανδημίας, και ζητήσαμε ως ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιηθεί με τα δύο προγράμματα “Μένουμε όρθιοι Ι και ΙΙ”. Δηλαδή, αν τα είχαμε δώσει τότε δεν θα μπορούσαμε να έχουμε τα προγράμματα διάσωσης που πρόσφατα προτείναμε.

»Το κυριότερο, όμως, είναι πως χάρις στα υπερπλεονάσματα –από τα οποία προέκυψε το ταμειακό απόθεμα– δημιουργήθηκε δημοσιονομικός χώρος για άσκηση κοινωνικής πολιτικής από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Από τα υπερπλεονάσματα, λοιπόν, δόθηκαν ως κοινωνικό μέρισμα 727 εκατ. ευρώ το 2017, 782 εκατ. το 2018, ενώ ως 13η σύνταξη δόθηκαν 800 εκατ. το 2019».

Και βέβαια τα «χαστούκια» δεν σταματούν εκεί. Εξηγούν οι συντάκτες και τη διαφωνία του για την υποτιθέμενη μοιρασιά χρημάτων που δεν έγινε: «Είναι λάθος να πιστεύουμε πως τη μεσαία τάξη τη χάσαμε στο παρά πέντε των εκλογών επειδή δεν μοιράσαμε περισσότερα χρήματα. Ο κόσμος δεν τρώει κουτόχορτο και θα το εκλάμβανε ως εξαγορά ψήφου γυρίζοντάς μας την πλάτη –όπως κι έγινε εν μέρει– θεωρώντας το προσβλητικό. Τη μεσαία τάξη τη χάσαμε στη διάρκεια μιας τετραετίας που εφαρμόσαμε Μνημόνιο και δεν αναπληρώσαμε όλη τη ζημιά των προηγούμενων μνημονίων όπως είχαμε πείσει ότι θα κάνουμε».

«Αποτύχαμε»

Στο κείμενο γίνεται και αυτοκριτική και για νόμους που πέρασαν επί ΣΥΡΙΖΑ και δεν έκαναν απολύτως τίποτα. Μάλιστα απαντούν στον Παύλο Πολάκη ότι δεν ελέγχθηκαν «οι αρμοί της εξουσίας»:  «Αν δεν καταπολεμηθεί η διαφθορά σε όλα τα επίπεδα, τότε η μεταβίβαση εξουσιών στην Περιφέρεια θα επιδεινώσει πολλαπλάσια το πρόβλημα αντί να το λύσει. Οι αρμοί της εξουσίας έτσι δεν σπάνε, δυναμώνουν. Αν όντως επιθυμούμε σπάσιμο των αρμών αυτών, πρέπει πρώτα να εξετάσουμε  σοβαρά το ζήτημα του πραγματικού δημοκρατικού ελέγχου τους εκ μέρους των εργαζομένων και ευρύτερα της κοινωνικής πλειοψηφίας. Σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να ξαναδούμε κριτικά τη μεταρρύθμιση του Δημόσιου Τομέα υπό τον μανδύα της “αποπολιτικοποίησης” (νόμος Βερναρδάκη), που ενδυνάμωσε αυτούς ακριβώς τους αρμούς αντί να τους αδυνατίσει».

Και φυσικά, το τελειωτικό κτύπημα για την ηγετική ομάδα και τον κ. Τσίπρα είναι η παραδοχή ότι απέτυχε το κυβερνητικό σχέδιο για τη Δικαιοσύνη: «Αξιώνεται η επιτάχυνση της Δικαιοσύνης και των αποφάσεών της, ένα από τα προαπαιτούμενα όλων των μνημονίων που ουδέποτε προχώρησε.  Αντί ευχών, καλύτερα να είχαμε συγκεκριμένες προτάσεις για το τι προτείνουμε και πώς θα γίνει (π.χ. περίπλοκη νομολογία, έλλειψη προσωπικού κ.λπ.), αφού επί 4,5 έτη διακυβέρνησής μας δεν το πετύχαμε».

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα