Το πάθημα (του ‘99) που δεν έγινε μάθημα…

H Ελλάδα όπως κάθε χώρα που σέβεται τον εαυτό της και δεν λειτουργεί μόνο με το χαρτί και το καλαμάρι του λογιστή που μετράει αριθμούς οφείλει να είναι αυτάρκης ακόμη και σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον

Το ημερολόγιο έγραφε 17 Σεπτεμβρίου του 1999 όταν ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου της Αθήνας «έκλεισε» στις 6.355 μονάδες, επιτυγχάνοντας επίδοση ρεκόρ όλων των εποχών. Εκείνες τις ημέρες του ροζ μικροεπενδυτικού συννεφακίου ένας από τους χιλιάδες εραστές του ονείρου –που στη συνέχεια έγινε εφιάλτης– μπήκε σε μία από τις εκατοντάδες ΕΛΔΕ (σ.σ. εταιρείες λήψης και διαβίβαση εντολών για χρηματιστηριακές συναλλαγές) που είχαν φυτρώσει τα προηγούμενα χρόνια όπως τα βίντεο κλαμπ των αρχών της δεκαετίας του ‘80.

Ευελπιστούσε κι αυτός να δει τις οικονομίες του να αυγατίζουν και μάλιστα με σχετική σύνεση, καθώς δεν πόνταρε τα λεφτά του όπως πολλοί άλλοι στα χάρτινα άλογα κούρσας που κάλπαζαν εκείνο τον καιρό. Αντιθέτως, τα τοποθέτησε σε ένα από τα blue chips της εποχής, ζητώντας από τον υπάλληλο της ΕΛΔΕ τον οποίο συχνά-πυκνά συμβουλευόταν να του αγοράσει όλα τα λεφτά μετοχές.

«Κύριε Αυγερινέ» είπε διστακτικά ο υπάλληλος στον μικροεπενδυτή, «καλό θα ήταν να μην επενδύσετε όλα σας τα χρήματα σε μία μετοχή», αρχίζοντας να του εξηγεί για την περίφημη διασπορά του κινδύνου, να μοιράσει δηλαδή το κεφάλαιό του και σε άλλες μετοχικές αξίες ώστε να εξασφαλίσει ότι αν ο… Αστραχάν βγει μουλάρι, δεν θα εξαϋλωθεί το σύνολο του κεφαλαίου του.

Ο κ. Αυγερινός δεν άκουσε τις συμβουλές, η «σοφία» των διαχειριστών κεφαλαίων ότι οι προηγούμενες αποδόσεις δεν διασφαλίζουν τις μελλοντικές επιβεβαιώθηκε για άλλη μία φορά κι αυτά τα δύο μαζί συνέθεσαν μία ιστορία που είναι περίπου κοινή για την πλειοψηφία των μικροεπενδυτών εκείνης της εποχής.

Τη μνήμη εκείνου του περιστατικού «τσίγκλησε» το άκουσμα των όσων διαμείβονται στον δημόσιο διάλογο για την ανάγκη να εμπλουτίσει η Ελλάδα το ενεργειακό μείγμα της απεξαρτώμενη από το ρωσικό αέριο. Ναι, η Ελλάδα όπως κάθε χώρα που σέβεται τον εαυτό της και δεν λειτουργεί μόνο με το χαρτί και το καλαμάρι του λογιστή που μετράει αριθμούς οφείλει να είναι αυτάρκης ακόμη και σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που όμως έχει πλέον την τάση να αποπαγκοσμιοποιηθεί. Εν ολίγοις η χώρα οφείλει να παράγει φθηνή ενέργεια για τους πολίτες της εκμεταλλευόμενη και τον ήλιο και τον Αίολο και το αέριο –φυσικό ή υγροποιημένο–, απενοχοποιημένα και τον λιγνίτη (όπως συμβαίνει τώρα), ίσως και μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων προμήθειας πυρηνικής ενέργειας όπως συζητιέται με τη Βουλγαρία.

Δεν είναι όμως μόνο εκεί αναγκαίος ο εμπλουτισμός του μείγματος. Με την επισιτιστική κρίση να μην αποτελεί ένα απίθανο σενάριο δεν μπορεί να μην αναδεικνύεται ως επιτακτική προτεραιότητα ένα αντίστοιχο του αμερικανικού New Deal για τον ελληνικό πρωτογενή τομέα παραγωγής (γεωργία και κτηνοτροφία). Αντιγράφουμε από ένα άρθρο του Έλληνα καθηγητή της Έδρας Jean Monnet στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο, διευθυντή Μεταπτυχιακών στην Ενέργεια στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, αλλά και οινοπαραγωγού, Νικόλαου Φαραντούρη, ότι ενώ οι ετήσιες ανάγκες της χώρας σε μαλακό σιτάρι ανέρχονται σε 900.000 τόνους, η εγχώρια παραγωγή καλύπτει μόλις το 10%.

Σύμφωνα με τον κ. Φαραντούρη, αυτό δεν συνέβαινε πάντα. Αντιθέτως, τη δεκαετία του 1950 η χώρα είχε προσεγγίσει τα επίπεδα αυτάρκειας στην παραγωγή μαλακού σιταριού, φτάνοντας κοντά στα τέλη του 1970 να έχει πλεόνασμα, το οποίο διατηρήθηκε μέχρι το 1984. Το ότι στη συνέχεια η καλλιέργεια σίτου δεν στηρίχθηκε επαρκώς από την ευρωπαϊκή  Κοινή Αγροτική Πολιτική δεν είναι θέμα προς δαιμονοποίηση της Ε.Ε. αλλά προς σοβαρή συζήτηση ενός άλλου σχεδιασμού.

Εμπλουτισμό του μείγματός της χρειάζεται, τέλος, και η εξωτερική πολιτική της χώρας, ώστε να παραμένει ασφαλής χωρίς να γραπώνεται ούτε από τα νύχια της Ρωσίας ούτε να ασφυκτιά από τον εναγκαλισμό της με τις ΗΠΑ.

Αυτό κάνει η διασπορά του κινδύνου σε κάθε λογής «επένδυση». Χτίζει εναλλακτικές και εξόδους διαφυγής από τα αδιέξοδα. Ο κύριος Αυγερινός το έμαθε. Μένει να το μάθουν και οι εκάστοτε κυβερνώντες…

 

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα