Μεγάλη η επιτυχία της ημερίδας του ΙΔΕΑΔ

Πραγματοποιήθηκε το Σάββατο, 18 Απριλίου, η ημερίδα του Ινστιτούτου Διεθνούς και Ελληνικού Αθλητικού Δικαίου (www.idead.gr) με τίτλο «ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΚΑΙ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ) με περισσότερους από 15 εισηγητές να προτείνουν λύσεις για τα προβλήματα που ταλανίζουν το βασιλιά των σπορ στη χώρα μας.

Χαρακτηριστική ήταν η ομιλία του πρώην Γ.Γ. Αθλητισμού, Γιώργου Λυσαρίδη, ο οποίος δεν δίστασε να αναφερθεί στα κακώς κείμενα του ποδοσφαίρου και φυσικά της ΕΠΟ και να αναφερθεί στην αναγκαιότητα εξεύρεσης λύσεων. Η ομιλία του καθήλωσε τον κόσμο που συνέρευσε στην ημερίδα, τιμώντας τους διοργανωτές της. Ο κ. Λυσαρίδης στην ομιλία του είπε:

«Αποτελεί κοινή διαπίστωση πως, εδώ και πολύ καιρό, το ποδόσφαιρό μας νοσεί βαρύτατα και ζει αναπνέοντας με τις τελευταίες ανάσες που τού απέμειναν πριν να βυθιστεί ολοκληρωτικά στο κώμα της πλήρους ανυποληψίας. Νοσεί, όχι μόνο από μία, αλλά από ένα σύμπλεγμα νόσων που, όπως όλες οι σοβαρές ασθένειες, εξαντλούν τα υγιή κύτταρα και ευνοούν να επιβιώνουν τα παράσιτα.

Ανεπαρκής ποδοσφαιρική αρχή, με παντελή έλλειψη σχεδιασμού και οράματος, αναξιοκρατία και αδιαφάνεια, κλονισμένη αξιοπιστία ποδοσφαιρικών θεσμών και οργάνων, πελατειακές σχέσεις και επιλεκτική εφαρμογή των νόμων και των κανονισμών, είναι κάποιες από τις ασθένειες. Αγωνιστική καχεξία, φτωχό θέαμα και έλλειψη συναγωνισμού, άδειες κερκίδες στα γήπεδα, καταγγελίες για συναλλαγές και δράση παρασκηνίου, καχυποψία των φιλάθλων που οδηγεί σε ακραίες αντιδράσεις, είναι μερικά από τα συμπτώματα αυτών των ασθενειών.

Θεωρώ, όμως, πως οι ασθένειες αυτές είναι παρεπόμενες και τα συμπτώματα δευτερογενή. Αν θέλουμε να αναζητήσουμε την πρωτογενή ασθένεια, που είναι χαραγμένη βαθιά στο γενότυπό του, στο DNA του, αυτή η ασθένεια είναι η σχέση κηδεμονίας και εξάρτησης που το χαρακτηρίζει και το διαφεντεύει.

Η σχέση αυτή, διαχρονική στην ιστορία του ποδοσφαίρου μας, με διαφορετικές ίσως εκδοχές, οδήγησε σταδιακά στην απόλυτη αποδόμηση της νόμιμης και θεσμικής άσκησης εξουσίας στο ποδοσφαιρικό μας τοπίο και την μεθοδευμένη υποκατάστασή της από ιδιοτελή και έκνομα εξωθεσμικά κέντρα.

Στη σχέση αυτής της άτυπης επιτροπείας που δρα στο παρασκήνιο, υπάρχει ο κηδεμόνας-εξουσιαστής και ο κηδεμονευόμενος-εξουσιαζόμενος. Το ρόλο του πρώτου τον διεκδίκησαν, παλιότερα τα κόμματα, την τελευταία εικοσαετία οι μεγαλοπαράγοντες. Στο ρόλο του δεύτερου υπήρχε πάντοτε μια πρόθυμα υποταγμένη και εθελόδουλη ΕΠΟ.

Κι αν για τον  ρόλο του κηδεμόνα, μετά την περίοδο της επιτροπείας των κομμάτων, την τελευταία εικοσαετία (1995 – 2015), στην μ.Α. («μετά Αλεξανδρούπολη») εποχή, υπάρχει διαρκής διαγκωνισμός και διεκδίκηση από μεγαλοπαράγοντες, στο ρόλο του «υπό κηδεμονία» υπήρχε σταθερά η ΕΠΟ. Μια ΕΠΟ πρόθυμη να εκποιήσει και το τελευταίο απομεινάρι αυτοτέλειας και ανεξαρτησίας σκέψης και δράσης υπέρ των εξωθεσμικών προστατών της, στους οποίους και οφείλει την εκλογή της. Ασκώντας απλή διαχείριση, κι αυτή άτολμη, με αδρανή αντανακλαστικά και σε «αναμονή οδηγιών» για κάθε της ενέργεια, με αναλώσιμους Προέδρους και Διοικητικά Συμβούλια, έχει διασυρθεί και απαξιωθεί στην κοινή γνώμη, η οποία της καταλογίζει φαυλότητα και τη θεωρεί προϊόν εκμαυλισμού συνειδήσεων. Για τη διατήρηση της ακρωτηριασμένης εξουσίας της, για μεν το εξωτερικό επιστρατεύει όποτε νιώθει «στριμωγμένη» την αυθαίρετη ερμηνεία και επιλεκτική («α λα κάρτ») εφαρμογή του περίφημου «αυτοδιοίκητου», για δε το εσωτερικό τις πιέσεις και τις προσφορές «ανταλλαγμάτων» προς ευνουχισμένους εκλέκτορες ενός αντιδημοκρατικά περιορισμένου εκλεκτορικού σώματος, με ελάχιστες απομένουσες αντιστάσεις αξιοπρέπειας.

Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο έχει καταστεί «ρωμαϊκή αρένα», όπου δεν υπάρχει χώρος για ισονομία και δημοκρατία, αλλά κατισχύει το δίκαιο (και η ιταμότητα) των δυνατών, ενώ οι ενδεείς αδύνατοι, ως δορυφόροι και κομπάρσοι, εκλιπαρούν προκειμένου να περισώσουν κάποια από τα κομμάτια της σάρκας τους. Πλήρης υποτέλεια και ασφυκτική εξάρτηση, σε έναν φαύλο κύκλο στον οποίο ο σημερινός ευνοημένος θα είναι ο αυριανός αδικημένος, αναλόγως με τις συμμαχίες που θα έχει επιλέξει ο «μονοκράτορας».

Η λογική της επικυριαρχίας και του ελέγχου του χώρου του ποδοσφαίρου, από τον έναν ή από τους λίγους, με «εργαλείο» και βραχίονα χειραγώγησης την ΕΠΟ, προκάλεσε οδυνηρές παρενέργειες. Δημιούργησε ένα παρασιτικό και μη ελεγχόμενο  περιβάλλον, από κάποιες χιλιάδες «επιτήδειους» του χώρου ανα την επικράτεια, οι οποίοι εξασφαλίζουν τον βιοπορισμό τους μέσα από κομπίνες, μαγκιά και αρπαχτές, προσφέροντας «προστασία», πραγματική ή «δήθεν», και πάσης φύσεως εκδουλεύσεις. Κατάφεραν, μάλιστα, να φέρουν το ποδόσφαιρο στα δικά τους μέτρα. Έτσι, που το κουστούμι να ταιριάζει μόνο σ’ αυτούς και στους ομοίους τους. Η χειρότερη από τις ζημίες που προξένησαν είναι ότι, μέσα στη θολούρα και την ομίχλη που έντεχνα οι ίδιοι δημιούργησαν,  κατόρθωσαν να διαπεράσει όλο τον κόσμο του ποδοσφαίρου η αντίληψη πως «κατάλληλοι» για το χώρο είναι μόνο οι ατσίδες και οι κομπιναδόροι, αυτοί που «έχουν άκρες» και μπορούν «να σε σμπρώξουν». Στους άλλους, τους αιρετικούς, επιφυλάσσουν τη ρετσινιά του «ρομαντικού», του παρωχημένου και «παλαιάς κοπής». Βέβαια, τώρα που το ποδόσφαιρό μας έχει πιάσει πάτο και έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο, υποκριτικά σπεύδουν όλοι να υποστηρίξουν την αξιοκρατία, την ισονομία και άλλα παρόμοια. Δεν το πίστευαν ποτέ. Ούτε και τώρα το πιστεύουν. Το δόγμα τους παραμένει «ο θάνατός σου, η ζωή μου».

Πιστεύω ότι έχει φτάσει η ώρα μηδέν. Είναι ώρα ευθύνης για όλους. Για την πολιτεία, τις ποδοσφαιρικές αρχές, τον αθλητικό τύπο, τη φίλαθλη μάζα, ακόμη και για το οπαδικό κίνημα, που οφείλουν να συνδιαμορφώσουν ένα νέο μανιφέστο για το ποδόσφαιρό μας. Το οποίο, ασφαλώς, δεν μπορεί να διαπνέεται από κανενός είδους μουσειακή αντίληψη για ρετρό «επιστροφή στις ρίζες» ή να υπαγορεύεται από αποθηκευμένες ιδεοληψίες του παρελθόντος. Στο νέο αυτό περιβάλλον, θα είναι απολύτως συμβατή η αθλητική ιδεολογία και η πολιτική αρχών με την επιχειρηματική επένδυση και τη θεμιτή επιδίωξη οικονομικού κέρδους, όμως με νόμους και κανόνες που να διασφαλίζουν ότι «καθαροί επενδυτές» θα προωθούν «καθαρό αθλητικό ανταγωνισμό»,  με «καθαρό αθλητικό προϊόν» και  με «καθαρότητα στη διαχείρισή του».

Η πρόταση προς όλες τις πλευρές, με την ευθύνη της πρωτοβουλίας και του συντονισμού να βαρύνει την κυβέρνηση και τον αρμόδιο Υφυπουργό, είναι να κηρύξουν από κοινού «ανακωχή» με πυρήνα την αποδέσμευση του ποδοσφαίρου από τα δεσμά της επιτροπείας και να επεξεργαστούν άμεσα έναν αξιακό κώδικα, με βάση την ίση μεταχείριση και την εφαρμογή των νόμων και κανονισμών προς πάντες, τη συνεργασία όλων των φορέων για την ανάδυση από το τέλμα της ανυποληψίας και τη σταδιακή επαναφορά του ποδοσφαίρου μας σε τροχιά εξυγίανσης. Το ασφαλώς προσδοκώμενο όφελος θα το προσποριστούν όλοι. Το ελληνικό ποδόσφαιρο θα αποκατασταθεί ηθικά, θα προκαλέσει το ενδιαφέρον σε πραγματικούς επενδυτές, το αθλητικό θέαμα ως προϊόν θα είναι αξιόπιστο και ελκυστικό, ο κόσμος θα επιστρέψει στα γήπεδα και ο βασιλιάς των σπορ θα επανέλθει, όχι γυμνός πια, στο θρόνο του. Την οφείλουν αυτή τη συνεννόηση στο υγιές φίλαθλο κοινό.

Στην κατεύθυνση αυτή, η πολιτεία έχει μεν την ευθύνη, αλλά συγχρόνως και την ευκαιρία, να αλλάξει «το πρόσωπο» του ποδοσφαίρου μας. Ας μετέλθει όλων των μέσων, δεν θα έλεγα «θεμιτών και αθέμιτων», προτιμώ να πω «εμφανών και αφανών» (και ο νοών νοείτω). Και επειδή η διαπλοκή και η σήψη έχει διαβρώσει όλο το σώμα  του ποδοσφαίρου, ας έχει η πολιτεία στο οπλοστάσιό της και αυτό που απάντησε ο Ηράκλειτος, όταν τού ζήτησαν τη συνταγή για να οργανωθεί η κοινωνία της «νέας Εφέσου», αφού η μέχρι τότε είχε βουτηχτεί μέχρι το λαιμό στο βούρκο της διαφθοράς : «Άπαντας απάγξασθαι, ανήβειν καταλιπείν», συμβούλευσε ο Ηράκλειτος, δηλαδή σε κάπως ελεύθερη μετάφραση «όλους να τους κρεμάσετε, να μείνουν μόνο αυτοί που ακόμη δεν έχουν φτάσει στην εφηβική ηλικία». Και, προσθέτω εγώ,  δεν πειράζει αν μαζί  με τα ξερά καούν και τα χλωρά…

Ιδού, λοιπόν, η Ρόδος… Κυβέρνηση, κόμματα, αθλητικοί οργανισμοί θα δοκιμαστούν, όχι μόνο για τις προθέσεις, αλλά και για την αποτελεσματικότητά τους.

Εμείς οι απλοί φίλαθλοι, θα τούς παρακολουθούμε και θα τους κρίνουμε, κινούμενοι ως εκκρεμές, από το ένα άκρο (το απαισιόδοξο) που λέει: « Aν ποτέ πεί να ξεβρομίσει αυτός ο τόπος, πολύ φοβάμαι πως θα μείνει μόνον ο τόπος» , μέχρι το άλλο ( το αισιόδοξο) που απαντάει : «Την ελπίδα τη φτιάχνεις με όση απελπισία σου’ χει απομείνει».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα