«Αριστερή πολιτική ή αριστερός μανδύας;»

Παρέμβαση στο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας κάνει, με άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο πρώην πρωθυπουργός, Κώστας Σημίτης.

«Αριστερά στην κυβέρνηση δεν σημαίνει μόνο μια νέα κυβερνητική αντίληψη για την αναδιοργάνωση της κοινωνίας αλλά μια νέα κυβερνητική πράξη», αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Σημίτης. «Σημαίνει σχέδιο και δράσεις που προκύπτουν από τη συνείδηση της πραγματικότητας, τη γνώση των κοινωνικών δομών, την εμπειρία για τη λειτουργία του κράτους. Αν η ιδεολογία δεν συνδέεται με δράσεις μετασχηματισμού, παύει να είναι αριστερή. Είναι ένα προκάλυμμα που συγκαλύπτει εξουσιαστικές λογικές και συμπεριφορές και δίνει ένα νέο πρόσωπο στο παλιό», προσθέτει ο πρώην πρωθυπουργός.

«Το πρόβλημα της χώρας μας και του λαού της», συνεχίζει ο Κώστας Σημίτης «δεν είναι “ένα κοινωνικό μοντέλο που θα ανατρέψει πολιτικές δεκαετιών στην Ευρώπη”, όπως ισχυρίζεται η πρόσφατη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα που πρέπει να λύσει η κυβέρνηση, είναι σταθεροποίηση της οικονομίας, η επάνοδος στην ανάπτυξη, η επίτευξη πλεονασμάτων, ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη κοινωνική αλληλεγγύη, η λειτουργία των κοινωνικών θεσμών και με τρόπο που να εξασφαλίζεται περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτή είναι σήμερα η αναγκαία αριστερή πολιτική.

Η κυβέρνηση εμφανίζεται εξαναγκασμένη να εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο. Αλλά η εφαρμογή του Μνημονίου δεν αποκλείει την ταυτόχρονη επιδίωξη στόχων που εξυπηρετούν την κοινωνική αλλαγή και τη δικαιότερη κατανομή των βαρών».

Απόσπασμα από το άρθρο του Κώστα Σημίτη με τίτλο: «Αριστερή πολιτική ή αριστερός μανδύας;»
Αριστερά στην κυβέρνηση δεν σημαίνει μόνο μια νέα κυβερνητική αντίληψη για την αναδιοργάνωση της κοινωνίας, αλλά και μια νέα κυβερνητική πράξη. Σημαίνει σχέδια και δράσεις που προκύπτουν από τη συνείδηση της πραγματικότητας, τη γνώση των κοινωνικών δομών, την εμπειρία για τη λειτουργία του κράτους. Αν η ιδεολογία δεν συνδέεται με δράσεις μετασχηματισμού παύει να είναι αριστερή. Είναι ένα προκάλυμμα που συγκαλύπτει εξουσιαστικές λογικές και συμπεριφορές και δίνει ένα νέο πρόσωπο στο παλιό.

Το πρόβλημα της χώρας μας και του λαού της δεν είναι «ένα κοινωνικό μοντέλο που θα ανατρέψει πολιτικές δεκαετιών στην Ευρώπη», όπως ισχυρίζεται πρόσφατη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. Η ανατροπή των προτύπων που καθορίζουν την οικονομική δραστηριότητα στην Ευρωπαϊκή Ενωση απαιτεί δυνάμεις που δεν έχει στο ελάχιστο η Ελλάδα του σήμερα και δεν πρόκειται να αποκτήσει. Το πρόβλημα που πρέπει να λύσει η κυβέρνηση είναι η σταθεροποίηση της οικονομίας, η επάνοδος στην ανάπτυξη, η επίτευξη πλεονασμάτων, ώστε να υπάρξει περισσότερη κοινωνική αλληλεγγύη, η λειτουργία των κοινωνικών θεσμών και με τρόπο που εξασφαλίζεται περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτή είναι σήμερα η αναγκαία αριστερή πολιτική.

Η κυβέρνηση αυτοπαρουσιάζεται ως εξαναγκασμένη να εφαρμόσει το τρίτο Μνημόνιο. Αλλά η εφαρμογή του Μνημονίου δεν αποκλείει την ταυτόχρονη επιδίωξη στόχων που εξυπηρετούν την κοινωνική αλλαγή και τη δικαιότερη κατανομή των βαρών. Χρήσιμο είναι το ακόλουθο παράδειγμα: Η κυβέρνηση οφείλει να εξασφαλίσει πόρους. Για να τους αποκτήσει είναι υποχρεωμένη να επιλέξει μεταξύ της αύξησης της φορολογίας και του περιορισμού των κρατικών δαπανών. Η σαφής προτίμηση της κυβέρνησης είναι η αύξηση της φορολογίας. Την προτιμά διότι οι περιορισμοί δαπανών δημιουργούν δυσαρεστημένους και κοινωνικές τριβές.

Η υποχρεωτική μείωση των ελλειμμάτων που επιδιώκει η κυβέρνηση βασίζεται κατά 92% σε νέους φόρους και μόνο κατά 8% σε περιορισμό δαπανών. Η αύξηση της φορολογίας εμφανίζεται ως αριστερή πολιτική αλλά στη σημερινή συγκυρία δεν είναι. Οι Ελληνες υπερφορολογούνται. Αποτέλεσμα είναι η επέκταση της παραοικονομίας και η αποφυγή επενδύσεων. Η εξέλιξη αυτή λειτουργεί εναντίον της απασχόλησης και δεν βοηθά στη μείωση της άνισης κατανομής των εισοδημάτων. Η κυβέρνηση θα έπρεπε να μειώσει δραστικά τις στρατιωτικές δαπάνες αντί να αυξάνει τη φορολογία. Οι δανειστές μας είχαν προτείνει τη μείωση κατά 200 εκ. ευρώ.

Η κυβέρνηση συμφώνησε σε μείωση κατά 100 εκατ. ευρώ. Ποια τελικά θα είναι η μείωση στην πραγματικότητα είναι αβέβαιο. Θα έπρεπε πάντως να είναι κατά πολύ υψηλότερη. Η Ελλάδα θα πρέπει να δαπανά κατά κάτοικο για την άμυνα το ίδιο ποσόν που δαπανάται κατά μέσον όρο για κάθε κάτοικο της Ε.Ε. ή για κάθε κάτοικο των χωρών με αντίστοιχο πληθυσμό της Ελλάδας π.χ. από την Ολλανδία.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα