Λύση στην ακυβερνησία

Οι εισηγήσεις που έχει στο συρτάρι του ο Κυριάκος Μητσοτάκης για το πως μπορεί να αλλάξει ο εκλογικός νόμος

Μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες όσοι εισηγούνταν στο Μαξίμου αλλαγή εκλογικού νόμου λάμβαναν άμεσα αρνητική απάντηση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Όμως τα δεδομένα έχουν μεταβληθεί και πλέον όλα είναι ανοικτά σε ό,τι αφορά τον εκλογικό νόμο.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Μετά την αποκάλυψη της νόμιμης παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη το ενδεχόμενο να υπάρξει κυβέρνηση συνεργασίας Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ μάλλον θα πρέπει να αποκλειστεί. Τουλάχιστον προς ώρας, καθώς στην πολιτική ποτέ δεν πρέπει να λες ποτέ. Εάν, λοιπόν, στις δεύτερες εκλογές δεν υπάρχει δυνατότητα να σχηματιστεί κυβέρνηση, τότε τα πράγματα θα δυσκολέψουν ακόμη περισσότερο και φυσικά δεν μπορεί να μείνει επί μακρώ η χώρα ακυβέρνητη.

Αυτό είναι το επιχείρημα όλων όσοι εισηγούνται στον Κυριάκο Μητσοτάκη να ρίξει νερό στο κρασί του. Ήδη στην κατεύθυνση να αλλάξει εκ νέου ο εκλογικός νόμος και να επανέλθει σε αυτόν, όπου ακόμη και με μία ψήφο διαφορά ο νικητής λαμβάνει το μπόνους των 50 εδρών και μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Ταυτόχρονα μπορεί η αυτοδυναμία να επιτευχθεί ακόμη και με 35-36%, ένα ποσοστό που μπορεί να υπολογίσει ότι θα πιάσει η Νέα Δημοκρατία, καθώς πέριξ αυτού του ποσοστού κινείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις.

Συνεργάτες του πρωθυπουργού ισχυρίζονται ότι ο βασικός στόχος είναι να αυξηθούν οι πιθανότητες να αποκτήσει η χώρα κυβέρνηση που να διαθέτει την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της Βουλής, χωρίς να χρειαστεί να γίνουν περισσότερες από δύο εκλογικές αναμετρήσεις, αφού με την πρώτη, η οποία θα γίνει με την απλή αναλογική που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι αδύνατο να οδηγήσει σε βιώσιμη κυβερνητική λύση.

 

Οι εισηγήσεις

Για πρώτη φορά τέθηκε το ζήτημα της αλλαγής εκλογικού νόμου τον περασμένο Μάρτιο, μετά την παγίωση του ΠΑΣΟΚ σε διψήφια δημοσκοπικά ποσοστά, κάτι που δυσκόλευε το ενδεχόμενο αυτοδυναμίας. Τότε επισήμως ο πρωθυπουργός αρνήθηκε να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση, όμως ζήτησε από τους συνεργάτες του να του ετοιμάσουν σχετικές εισηγήσεις. Και αυτό διότι άρχισε να συνειδητοποιείται ότι το σύστημα του κλιμακωτού μπόνους προς το πρώτο κόμμα, το οποίο νομοθέτησε η σημερινή κυβέρνηση, δύσκολα θα έδινε μονοκομματική κυβέρνηση, αφού προνοούσε πλειοψηφία άνω του 38,5%.

Έτσι στο γραφείο του ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τρεις διαφορετικές προτάσεις για το πώς μπορεί να επανέλθουμε στον παλιό εκλογικό νόμο, βάζοντας στο συρτάρι τον εκλογικό νόμο που ψηφίστηκε επί υπουργίας Τάκη Θεοδωρικάκου στο Εσωτερικών.

Η μία πρόταση αναφέρει να κατατεθεί μία τροπολογία σύμφωνα με την οποία θα επανέλθει το προηγούμενο σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής και ειδικά στην τελευταία εκδοχή του με το μπόνους των 50 εδρών που είναι γνωστή ως «νόμος Παυλόπουλου» και έδωσε κυβερνήσεις όλων των αποχρώσεων, αφού για το σχηματισμό βιώσιμης κυβέρνησης ο πήχης τίθεται στην περιοχή του 36%. Αναμφίβολα αυτό το ενδεχόμενο της κατάθεσης τροπολογίας είναι ίσως ο πλέον εύκολος κοινοβουλευτικά, καθώς θα περάσει χωρίς πολλές αντιδράσεις. Βέβαια θα υπάρξουν ανακοινώσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά αυτές γρήγορα ξεχνιούνται. Και η κυβερνητική απάντηση θα είναι ότι με αυτό τον τρόπο αποκαταστάθηκε η τάξη στην ανωμαλία που επέβαλλε ο ΣΥΡΙΖΑ με την ψήφιση της απλής αναλογικής.

Οι άλλοι δύο τρόποι

Με βάση τις εισηγήσεις που έχει στα χέρια του ο πρωθυπουργός υπάρχουν άλλοι δύο τρόποι για να αλλάξει ο εκλογικός νόμος. Ο ένας είναι να τροποποιηθεί ο ψηφισμένος νόμος με το κλιμακωτό μπόνους, έτσι ώστε το πρώτο κόμμα να αρχίσει να ενισχύεται με μια επιπλέον έδρα για κάθε 0,5% που λαμβάνει μετά το 20% αντί για το 25% που ισχύει τώρα. Με αυτόν τον τρόπο, ο νικητής των εκλογών μπορεί να αποσπάσει πλειοψηφία 151 εδρών με ποσοστό λίγο πάνω από το 35%. Όμως αυτός ο τρόπος έχει δύο αρνητικά. Πρώτον η οριακή πλειοψηφία δεν είναι ότι καλύτερο για μία κυβέρνηση. Και ο δεύτερος ότι δεν έχει αποσαφηνιστεί εάν μπορεί να υπάρξει κι εδώ τροπολογία, ή χρειάζεται νέο διορθωτικό νομοσχέδιο. Κάτι που σημαίνει συζήτηση στη Βουλή, με ότι συνεπάγεται αυτή την δύσκολη περίοδο, όπου ήδη τα πνεύματα είναι τεταμένα.

Ο τρίτος τρόπος αλλαγής του εκλογικού νόμου είναι να προβλεφθεί επιπλέον μπόνους που να σχετίζεται με το προβάδισμα το οποίο χωρίζει το κόμμα που κόβει πρώτο το νήμα της κάλπης από εκείνο που κατατάσσεται στη δεύτερη θέση. Για κάθε μονάδα διαφοράς να πριμοδοτείται με μια έδρα, πρόνοια που επίσης μπορεί να κατεβάσει τον πήχη της αυτοδυναμίας κατά δύο ή τρεις μονάδες χαμηλότερα από τον προβλεπόμενο στο ψηφισθέν από τη σημερινή κυβέρνηση νομοθέτημα, που με βάση το Σύνταγμα θα εφαρμοστεί στη μεθεπόμενη αναμέτρηση. Και σε αυτή την περίπτωση θα χρειαστεί μάχη στη Βουλή και όπως αντιλαμβάνεται και ο πλέον αδαής πολύ δύσκολα θα το δεχθεί δίχως αντιδράσεις ο ΣΥΡΙΖΑ.

Επαναφορά

 

Ακόμη δεν έχουν ληφθεί οριστικές αποφάσεις, αν και κάποιοι υπουργοί ήδη στις συνομιλίες του με δημοσιογράφους το θεωρούν ως δεδομένο, ότι θα αλλάξει ο εκλογικός νόμος και προβάλλουν ως επιχείρημα ότι «δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη η χώρα με ατέρμονες συζητήσεις και πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις».

Μάλιστα οι ίδιες κυβερνητικές πηγές τονίζουν πως «βλέπουν» ως πιθανότερο την επαναφορά του «εκλογικού νόμου Παυλόπουλου». Μάλιστα όσοι το εισηγούνται υποστηρίζουν ότι «οι αντιδράσεις που είναι βέβαιο ότι θα εγερθούν από την αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να αποκρουστούν με δύο επιχειρήματα: Πρώτον, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σχημάτισε δύο φορές κυβέρνηση με αυτό το σύστημα, αρκούμενος στη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ. Και, δεύτερον, ότι, εφόσον πιστεύει ότι θα νικήσει στις επόμενες εκλογές, δεν μπορεί παρά να θέλει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση».

Ήδη τη νέα αλλαγή του εκλογικού νόμου υπαινίχθηκε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, όταν ρωτήθηκε σχετικά το πρωί της Δευτέρας στην τηλεόραση του ΑΝΤ1. Ο στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού απάντησε ότι «η χώρα δεν αντέχει την κυβερνητική αστάθεια». Ο ίδιος συνέδεσε εμμέσως τους κυβερνητικούς προβληματισμούς με την ένταση στις σχέσεις Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ που προκάλεσε η υπόθεση των παρακολουθήσεων που καθιστά πολύ δύσκολο τον σχηματισμό μιας μελλοντικής συμμαχικής κυβέρνησης. Χαρακτηριστικό είναι ότι αργότερα το μεσημέρι της περασμένης Δευτέρας ρωτήθηκε σχετικά και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, ο οποίος απέφυγε επιμελώς να διαψεύσει ότι η κυβέρνηση εξετάζει σοβαρά πλέον το ενδεχόμενο να αλλάξει τον νόμο για να διευκολύνει τον σχηματισμό κυβέρνησης που θα συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα που χρειάζεται η χώρα.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα