Πιέζει για αποτελεσματικότητα ο κόσμος

Το γεγονός ότι πλέον δεν υπάρχει ο Αλέξης Τσίπρας για να γίνουν οι συγκρίσεις κάνει πιο απαιτητικούς τους πολίτες με την κυβέρνηση

Λίγες ημέρες μετά την επανεκλογή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας με δημοσιογράφους επεσήμανε τη νόσο της δεύτερης θητείας που είχε επηρεάσει όλες τις κυβερνήσεις στην μεταπολίτευση.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Όταν είχαν καταφέρει να επανεκλεγούν, αλλά στην δεύτερη θητεία επαναπαυτήκαν και φυσικά τα πήγαν χειρότερα από την πρώτη θητεία. Μάλιστα αυτό συνέβη και με τα ιερά τέρατα της ελληνικής πολιτικής σκηνής, Κωνσταντίνο Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και με τους μεταγενέστερους, Κώστα Σημίτη και Κώστα Καραμανλή.

«Οι κυβερνήσεις στη δεύτερη τετραετία τους επαναπαύονται, εμείς δεν εφησυχάζουμε», έχει πει ο Κυριάκος Μητσοτάκης λίγες ημέρες μετά τον διπλό του εκλογικό θρίαμβο. «Θα είναι μεγαλύτερες οι αλλαγές στη δεύτερη τετραετία», υποσχέθηκε υποστηρίζοντας πως θα καταπολεμήσει τις χρόνιες παθογένειες του κράτους κάνοντας λόγο ότι η κυβέρνηση του θα έχει μόνιμα το πόδι πατημένο στο γκάζι. Μάλιστα χαρακτήρισε την δεύτερη θητεία του ίδιου και της κυβέρνησης της ως «μεταρρυθμιστική επιτάχυνση». Και αυτό το είχε αναφέρει τόσο σε κομματικές εκδηλώσεις, όσο και προς τους υπουργούς του και τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και στις τηλεοπτικές του συνεντεύξεις.

Όμως οι πρώτοι μήνες δείχνουν ότι η κυβέρνηση κινείται σε δύο βάρκες. Από την μία προωθούνται δύσκολα νομοθετήματα που προκαλούν αντιδράσεις και από την άλλη οι αστοχίες και οι αβλεψίες δείχνουν πως η νόσος της δεύτερης θητείας ζει και βασιλεύει. Το γεγονός ότι η αντιπολίτευσης είναι αποδυναμωμένη μάλλον δημιουργεί υπερβολική άνεση σε πολλούς εντός του Υπουργικού Συμβουλίου που κρύβονται πίσω από τις δημοσκοπήσεις και την τεράστια διαφορά που χωρίζει τη Νέα Δημοκρατία από τους ανταγωνιστές της.

Αναδείχθηκαν οι παθογένειες

Για παράδειγμα στο αγροτικό ζήτημα και τις κινητοποιήσεις καλλιεργητών και κτηνοτρόφων. Εκεί θα πρέπει να πούμε, ότι η κυβέρνηση απέφυγε να αντιμετωπίσει τις παθογένειες. Και τι εννοούμε; Μετά την θεομηνία που έπληξε με βάναυσο τρόπο την Θεσσαλία και τις όμορες περιφέρειες το κράτος έδειξε τα γνωστά προβλήματα του. Παρά το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε άμεσες αποζημιώσεις, χάρη των κινητοποιήσεων των αγροτών μάθαμε ότι από τις 33.000 αιτήσεις από τους πληγέντες έχουν εκκαθαριστεί περί τις 3.500. Δηλαδή μιλάμε για σταγόνα στον ωκεανό. Και ο βασικός λόγος της καθυστέρησης δεν είναι άλλος από το ότι δεν υπάρχουν αρκετοί υπάλληλοι στην περιφέρεια για να τρέξουν με τις μεγαλύτερες δυνατές ταχύτητες τον έλεγχο των αιτήσεων. Κι όμως το πιο λογικό ήταν να υπάρξουν προσλήψεις έκτακτων εργαζομένων με οκτάμηνες το πολύ συμβάσεις για να προωθηθούν οι αιτήσεις για αποζημίωση των κακόμοιρων που μέσα σε λίγες ώρες έχασαν τα πάντα. Σπίτια, χωράφια, μηχανήματα τα πήρε όλα το νερό. Κι όμως ουδείς το σκέφθηκε.

Η είσοδος του Κυριάκου Μητσοτάκη στη δεύτερη θητεία του θύμιζε σε πολλά σημεία την αφετηρία της πρώτης τετραετίας: ευρεία νομιμοποίηση και κοινοβουλευτική δύναμη (158 έδρες), ισχυρό «διευθυντήριο» στο Μαξίμου, τεχνοκρατισμός με «μπλε φακέλους», η οικονομία στο πρώτο πλάνο, όπως και νομοσχέδια που κάλεσαν σε ευρύτερες συναινέσεις κ.λπ. Από το αφήγημα «κανονικότητας» του 2019, ο Πρωθυπουργός πέρασε σε εκείνο της «σταθερότητας» και των «αλμάτων» για τον στόχο σύγκλισης της Ελλάδας με τα ευρωπαϊκά στάνταρ σε όλα τα επίπεδα. Το 41% της εκλογικής νίκης της Ν.Δ. επιτρέπει στην κυβέρνηση να ορίζει την καθημερινή ατζέντα, να τρέξει τις πολιτικές που επιθυμεί, ακόμα και να μπλοκάρει την αντιπολιτευτική κριτική σε πεδία που ενοχλούν την κεντροδεξιά παράταξη.

Συμπτώματα αλαζονείας

Κι όμως ενώ όλα περιγράφονται ως ιδανικά από τις πρώτες ημέρες της δεύτερης θητείας υπήρξαν συμπτώματα αλαζονείας από υπουργούς και φυσικά αλλαγές ρεκόρ στο κυβερνητικό σχήμα. Επίσης βγαίνουν πια ακόμα και στη δημόσια σφαίρα αιχμές και βέλη βουλευτών της Ν.Δ. προς κυβερνητικούς – κυρίως όσους δεν προέρχονται από τη γαλάζια παράταξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι την Τρίτη το πρωί (πριν από τη συνάντηση Μητσοτάκη-αγροτών στο Μαξίμου), η πρώην υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Φωτεινή Αραμπατζή, σε τηλεοπτική εκπομπή άφησε τόσες αιχμές για την ηγεσία του υπουργείου, που όποιος την άκουσε θα νόμισε ότι λειτουργεί με αυτόματο πιλότο.

Ναι μεν τα παράπονα είναι πολλά (κάτι που είχαμε επισημάνει και σε ρεπορτάζ στο προηγούμενο φύλλο), όμως ουδείς αμφισβητεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη, παρά το γεγονός ότι οι επιλογή του για στροφή προς το κέντρο γίνεται με άγαρμπο τρόπο πολλές φορές. «Η στρατηγική μιας μεγάλης παράταξης στην οποία συνυπάρχουν αρμονικά οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι που πάντα ανήκαν στη Ν.Δ. με νέους συμπολίτες μας οι οποίοι προσήλθαν σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια του πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού, εκ των πραγμάτων πέτυχε», λέει συνεχώς ο πρωθυπουργός, όμως υπάρχει και η άλλη οπτική γωνία από παραδοσιακούς δεξιούς. Κι αυτή τονίζει πως «εάν γίνει η στραβή οι πρώτοι που θα φύγουν θα είναι νεοφερμένοι κεντρώοι». Και για να λέμε και του στραβού το δίκιο οι κεντρώοι ψηφοφόροι παραδοσιακά για ένα πράγμα που δεν διακρίνονται είναι η σταθερότητα στις πολιτικές τους επιλογές.

Ο εφησυχασμός

Παρά τις αστοχίες και τις αβλεψίες, το γεγονός ότι δεν πείθουν οι πολιτικοί αντίπαλοι έχει φέρει ενός είδους εφησυχασμού σε πολύ κόσμο και στην κυβέρνηση και στο κόμμα, ενόψει ευρωεκλογών. «Η επίδοση στην ευρωκάλπη είναι εκείνη που θα συνοδεύει την κυβέρνηση», λέει με νόημα πολιτικός αναλυτής. Η αλήθεια είναι ότι αυτή την εποχή η κυβέρνηση έχει αρκετά ανοιχτά μέτωπα. Και με τους αγρότες και με τους φοιτητές και φυσικά το πιο σημαντικό από όλα η ακρίβεια, που αποτελεί πληγή πλέον για την πλειοψηφία των νοικοκυριών. Και παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί, εν τούτοις δεν φαίνεται να κάμπτονται οι τιμές των προϊόντων.

Στην πρώτη τετραετία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης «επένδυσε» στις συγκρίσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα, σε ένα αφήγημα επιστροφής στην κανονικότητα, ενώ οι διαδοχικές κρίσεις επέτρεψαν στην κυβέρνησή του να χτίσει προφίλ διαχειριστικής επάρκειας και διατήρησης της σταθερότητας. Παραδοσιακά άλλωστε οι «εξωγενείς» κρίσεις συσπειρώνουν τους πολίτες γύρω από την κυβέρνηση.

Στη δεύτερη τετραετία, ούτε οι συγκρίσεις με τις προηγούμενες κυβερνήσεις – ιδίως με έναν αντίπαλο που δεν υπάρχει πλέον ως απειλητικός «εχθρός» – ούτε η επίκληση των εισαγόμενων κρίσεων λειτουργούν αποτελεσματικά. Τι σημαίνει αυτό; Ότι όπως επισημαίνουν και οι πολιτικοί αναλυτές «η ανοχή των πολιτών είναι μικρότερη και πλέον το αίτημά τους για αποτελεσματικότητα είναι μεγαλύτερο».

Όσο για τις μεταρρυθμίσεις, οι ίδιοι αναλυτές τονίζουν ότι «οι πολίτες θα ενδιαφερθούν μόνο εάν κάνεις πιο εύκολη την καθημερινότητα τους». Και προς ώρας ο απλός πολίτης δεν έχει δει αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση της ακρίβειας, την καλύτερη υγεία, τις αλλαγές στην Παιδεία και πάνω από όλα στην ασφάλεια.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα